12.11.18

Η Ιστορία του Boss

Το καλοκαίρι του 2015, αστυνομικοί στην Τεχεράνη σταμάτησαν για έλεγχο στον δρόμο τον Ρ. επειδή οδηγούσε το αυτοκίνητό του με το ραδιόφωνο να παίζει δυνατά. Ο ίδιος ήταν τότε 24 ετών. Εργαζόταν σε βιοτεχνία που έφτιαχνε ξυλοκατασκευές και ζούσε με τη μητέρα του και την αδερφή του στην πρωτεύουσα του Ιράν. Το απόγευμα, μετά τη δουλειά, πήγαινε κάθε τόσο στην προπόνηση πολεμικών τεχνών.
Ο Ρ. δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα πιστός ούτε το καλύτερο παιδί. Στην ακραία συντηρητική Τεχεράνη, αυτό δεν περνούσε απαρατήρητο. Οι αστυνομικοί που τον σταμάτησαν εκείνη τη μέρα για έλεγχο, τού είπαν ότι δεν μπορούσε να οδηγεί με το ραδιόφωνο δυνατά.


Ο ένας αστυνομικός ήταν περισσότερο επίμονος. Αντάλλαξαν κουβέντες και ακολούθησε συμπλοκή. Ο νεαρός Ιρανός χτύπησε τους αστυνομικούς, μπήκε στο αυτοκίνητο και εξαφανίστηκε. Κρύφτηκε στο σπίτι ενός φίλου του. Το ίδιο βράδυ, η Αστυνομία πήγε στο δικό του σπίτι και τον αναζητούσε. Η μητέρα του εμφανίστηκε στον τοπικό διοικητή και τον παρακάλεσε να συγχωρήσει τον γιο της για τη νεανική του τρέλα. Ο ένας από τους αστυνομικούς, που ήταν παρών στο επεισόδιο, δέχθηκε τη συγγνώμη, όμως ο δεύτερος ήταν αμετανόητος. Ο Ρ. καταδικάστηκε ερήμην σε ποινή φυλάκισης. Το κλίμα στην Τεχεράνη δεν τον σήκωνε άλλο.




Πέρασε αρχικά στην Τουρκία, όπου έκανε για λίγο καιρό ευκαιριακές δουλειές. Τον Δεκέμβρη του 2015 είχε φθάσει στη Σμύρνη. Σε μια από τις πολλές πιάτσες, βρήκε έναν διακινητή και του ζήτησε να περάσει στην Ελλάδα. Ήταν η εποχή που χιλιάδες πρόσφυγες έφθαναν με βάρκες στα ελληνικά νησιά. Την περίοδο 2015-16, περισσότεροι από ένα εκατομμύριο άνθρωποι πέρασαν στην Ελλάδα. Το βράδυ της δεύτερης μέρας των Χριστουγέννων, ο P. και ακόμη τουλάχιστον 50 άτομα επιβιβάστηκαν σε μια φουσκωτή βάρκα και πέρασαν από τα τουρκικά παράλια στη Χίο. Εγκαταστάθηκε στο καμπ της Σούδας, το οποίο στα τέλη του 2015 φιλοξενούσε περισσότερους από 2.000 ανθρώπους. Η Σούδα ήταν από τους χειρότερους προσφυγικούς καταυλισμούς που στήθηκαν πρόχειρα στα ελληνικά νησιά: σκηνές και παραπήγματα μέσα στην τάφρο του βυζαντινού κάστρου, σε μια λωρίδα γης. Ο Ρ. ήταν μόνος ανάμεσα σε χιλιάδες.

360 ευρώ για τον Boss
Κάποιες φορές τα πράγματα γίνονταν άγρια. Σε ένα από τα πολλά επεισόδια, τον Δεκέμβριο του 2016, μετανάστες από τον δεύτερο άθλιο καταυλισμό στη Χίο, αυτόν της ΒΙΑΛ, κατευθύνθηκαν προς τη Σούδα. Σημειώθηκε γενική σύρραξη με οκτώ τραυματίες. Ένας άντρας σε γειτονικό καφενείο έβγαλε μια καραμπίνα από το αυτοκίνητο και άρχισε να πυροβολεί στον αέρα. Κι έπειτα, οι μέρες περνούσαν ξανά σε ακινησία. Το καλοκαίρι του 2017 ο Ρ. μετρούσε ήδη ενάμιση χρόνο στη Χίο. Είχε υποβάλει αίτημα ασύλου και περίμενε. Η καθημερινότητα στο καμπ άλλαξε, όταν ένας πρόσφυγας, επίσης από το Ιράν, αγόρασε από κατάστημα pet shop του νησιού έναν σκύλο, ένα μικρόσωμο γερμανικό ποιμενικό. Το νέο κυκλοφόρησε γρήγορα. «Εκείνος, όμως, μεταχειριζόταν άσχημα τον σκύλο και τον άφηνε μόνο», λέει ο Ρ. στο VICE Greece. «Του ζήτησα να τον αγοράσω. Έδωσα 360 ευρώ, σχεδόν τα τελευταία χρήματα που είχα. Πλέον, αυτός ήταν το κέντρο του δικού μου κόσμου· ήταν το αφεντικό. Έτσι, τον ονόμασα Boss».
Ο Ρ. περνούσε τις ατέλειωτες ώρες στο καμπ πάντα με τον σκύλο του. Σε λίγες μέρες, τους ήξεραν όλοι: Ήταν «ο Ρ. και ο Boss». Ο 24χρονος άρχισε να τον εκπαιδεύει, δίνοντας μισές εντολές στα περσικά και μισές στα αγγλικά. Ο Boss έμαθε να κάθεται κάτω, να φέρνει πίσω το ξύλο που του πετούσε, να περιμένει το ΟΚ για να σηκωθεί και να τρέξει μέσα στο καμπ. Άλλες φορές, καθόταν με την κοιλιά στο χώμα και τα πόδια μπροστά. Ο Ρ. ακουμπούσε ένα σοκολατάκι πάνω στο πόδι του σκύλου κι εκείνος μπορούσε να το κοιτάζει για ώρα, λίγα εκατοστά από τη μουσούδα του, αν δεν έπαιρνε την έγκριση για να το αρπάξει. Στα τέλη του καλοκαιριού του 2017, το αίτημα ασύλου του Ιρανού έγινε δεκτό. Ο Ρ. και ο Boss επιβιβάστηκαν στο πλοίο της γραμμής, ταξίδεψαν από τη Χίο στον Πειραιά κι από εκεί στη Θεσσαλονίκη. Εγκαταστάθηκαν στο καμπ των Διαβατών τον μήνα Σεπτέμβριο.


Την πρώτη μέρα, ο υπεύθυνος του καμπ του είπε ότι δεν μπορούσε να έχει μαζί του τον σκύλο. Τέτοια περίπτωση δεν υπήρχε. Οι δυο τους ήταν αχώριστοι. Ο Ρ. άφηνε τον Boss στο κοντέινερ, μόνο τις ώρες που γυρνούσε στα εργοστάσια της περιοχής, μοιράζοντας βιογραφικά, τα οποία είχε φέρει τυπωμένα ήδη από το Ιράν. Βρήκε δουλειά σε ένα εργοστάσιο ξυλείας στη Σίνδο. Αγόρασε ένα ποδήλατο και κάθε πρωί ξεκινούσε από το καμπ. Ο Boss έτρεχε πίσω του σαν τρελός και μέσα στην ημέρα, όσο εκείνος δούλευε, ο σκύλος έπαιζε εξουθενωτικά στο προαύλιο του εργοστασίου. «Στον γυρισμό το απόγευμα, σερνόταν από την κούραση. Σταματούσα κάθε τόσο, για να τον περιμένω. Κάποιες φορές, του είχαν επιτεθεί σκυλιά στον δρόμο. Μάλιστα, είχα σκεφτεί να φτιάξω ένα καλάθι πίσω στο ποδήλατο, για να τον βάζω εκεί, αλλά τα πράγματα προχώρησαν γρήγορα», λέει ο Ρ.



Για πρώτη φορά χωριστά
Το καλοκαίρι του 2018, ο ίδιος αποφάσισε να αναζητήσει την τύχη του στη Γερμανία. Είχε φίλους που είχαν καταφέρει να φθάσουν στο κρατίδιο της Έσσης και σκέφθηκε ότι θα μπορούσε να ζήσει εκεί. Διέθετε ταξιδιωτικά έγγραφα, γιατί είχε πάρει άσυλο και μπορούσε να ταξιδέψει. Αγόρασε εισιτήριο για τον ίδιο. Το σχέδιο, όμως, φάνηκε να ανατρέπεται. Η διαδικασία για το ταξίδι του Boss στη Γερμανία ήταν πιο πολύπλοκη από όσο νόμιζε. Δεν ήταν μόνο το «διαβατήριο» και όλα τα ιατρικά πιστοποιητικά, που χρειαζόταν ο σκύλος· αυτά τα είχε φροντίσει. Το πρόβλημα ήταν ότι οι «χαμηλού κόστους» αεροπορικές εταιρείες δεν δέχονται σκύλους. Επιπλέον, κάθε πτήση δεν μπορεί να μεταφέρει περισσότερους από δύο μεγαλόσωμους σκύλους. «Το πιο φθηνό διαθέσιμο τότε εισιτήριο για τον Boss κόστιζε 170 ευρώ κι επίσης έπρεπε να αγοράσω ειδικό κλουβί για τη μεταφορά του», λέει ο Ρ.
Μια δεύτερη σκέψη του ήταν να ταξιδέψει πρώτα εκείνος και όταν θα μάζευε χρήματα, θα παραλάμβανε τον Boss, τον οποίο θα κρατούσαν για όσο καιρό χρειαζόταν φίλοι του στη Θεσσαλονίκη. Το κόστος του ταξιδιού, όμως, για έναν ασυνόδευτο σκύλο είναι πολύ μεγαλύτερο. Επίσης, πολλά αεροδρόμια δεν δέχονται σκύλους. Η μέρα του ταξιδιού πλησίαζε. Με κρύα καρδιά, ο Ρ. ταξίδεψε μόνος στη Γερμανία. Ήταν η πρώτη φορά, μετά από έναν χρόνο, που χωρίζονταν με τον Boss.


Από την αρχή τα πράγματα ήταν δύσκολα για τον Ιρανό στην Έσση, χωρίς τον Boss. Έμενε σε ένα διαμέρισμα με πολλά ακόμη άτομα κι έψαχνε για δουλειά. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν ότι του έλειπε ο σκύλος. Μπορεί να ακούγεται ελιτίστικο για έναν άνθρωπο σε ξένη χώρα, που προσπαθεί να στήσει τη ζωή του από την αρχή, όμως ο χρόνος διαστέλλεται όταν αφορά το σπάνιο δέσιμο του ανθρώπου με έναν σκύλο. Ο Ρ. ζητούσε από φίλους του που κρατούσαν τον Boss στη Θεσσαλονίκη να του στέλνουν φωτογραφίες και βίντεο. Στο διαμέρισμα που έμενε, μπαινόβγαινε καθημερινά πολύς κόσμος, όμως εκείνος αισθανόταν περισσότερο μόνος ακόμη και από τότε που τα μάζεψε κι έφυγε από την Τεχεράνη. 
Δούλευε, αποταμίευε χρήματα και σκεφτόταν να γυρίσει πίσω για να πάρει μαζί του τον σκύλο. Δεν πέρασε πολύς καιρός. Γύρισε στη Θεσσαλονίκη και συνάντησε ξανά μετά από καιρό τον Boss. Ήταν πάλι μαζί και τώρα είχε χρήματα για να τον πάρει στη Γερμανία. Οι φίλοι του βρήκαν ένα παλιό κλουβί για το αεροπλάνο. Το αεροπλάνο έφευγε στις 8 το πρωί, φόρτωσαν τον Boss και το κλουβί σε ένα βανάκι και ξεκίνησαν τα ξημερώματα από τα Διαβατά, για να φθάσουν στην ώρα τους στο αεροδρόμιο, στην άλλη άκρη της Θεσσαλονίκης.



Πλέον, ο Ρ. και ο σκύλος ζούσαν στη Γερμανία. Ο Boss άρχισε ξανά τα κόλπα που είχε μάθει στη Χίο. Έφερνε πίσω το ξύλο που του πετούσε και καθόταν με την κοιλιά στο χώμα και τα πόδια μπροστά. Του έβαζε ένα σοκολατάκι πάνω στην πατούσα κι εκείνος δεν το άρπαζε μέχρι να του επιτρέψει. Έκαναν ατέλειωτες βόλτες στο δάσος και ο Ρ. δεν πτοήθηκε ούτε όταν του έκαναν για πρώτη φορά παρατήρηση να κρατά τον σκύλο δεμένο σε δημόσιο χώρο ούτε όταν εμφανίστηκε ο σπιτονοικοκύρης και του είπε ότι δεν μπορούσε να μένει στο διαμέρισμα μαζί του. 
Κάποια στιγμή, πλησίασε η ημερομηνία λήξης της προσωρινής άδειας παραμονής του στη Γερμανία. Δεν μπορούσε να την ανανεώσει κι επίσης ήταν δύσκολο να βρει σταθερή δουλειά. Ο Ρ. μια μέρα, τον περασμένο μήνα, τηλεφώνησε σε έναν φίλο του και του είπε: «Έρχομαι αύριο στη Θεσσαλονίκη». Όταν εμφανίστηκε στο καμπ των Διαβατών, τον περικύκλωσαν δεκάδες προσφυγόπουλα που άρχιζαν να παίζουν με τον Boss, φωνάζοντας το όνομά του. Κάποιος παρατήρησε ότι ο Ρ. ήταν χτυπημένος στο πρόσωπο και τα πόδια. Με πολλή κουβέντα, αποκάλυψε τον λόγο. Έπρεπε να συμπληρώσει χρήματα για το αεροπορικό εισιτήριο του καλύτερού του φίλου. Θυμήθηκε ξανά τις πολεμικές τέχνες που έκανε στο Ιράν και πλησίασε έναν τύπο, που έκανε τον προπονητή-ατζέντη. Συμμετείχε σε παράνομο αγώνα ΜΜΑ, σε ένα υπόγειο κτιρίου, με ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα. Δεν ανοίγεται περισσότερο γι' αυτό. Λέει μόνο ότι κέρδισε 400 ευρώ και έδωσε τα 100 στον ατζέντη. Ήταν το μικρότερο κακό.


Ο Ρ. ζει τις τελευταίες εβδομάδες ξανά στη Θεσσαλονίκη. Η τραπεζική κάρτα για την ανάληψη του μηνιαίου επιδόματος πρόσφυγα έχει απενεργοποιηθεί. Επισήμως, δεν δικαιούται θέση στο καμπ. Είναι ξανά μόνος ανάμεσα σε πολλούς. Έχει τουλάχιστον τον Boss. Πρόσφατα, μια ΜΚΟ του πρόσφερε δουλειά μεταφραστή στη Χίο, με τον όρο ότι θα έμενε σε διαμέρισμα. Δεν μπορούσε, όμως, να έχει μαζί τον τον Boss και αρνήθηκε τη θέση. «Καταστρέφεις τη ζωή σου για έναν σκύλο», του είπε στο τηλέφωνο η μητέρα του από το Ιράν. «Δεν μπορώ να σκεφτώ, μετά από όλα αυτά, ότι θα τον αποχωριστώ ξανά», απάντησε. «Είναι πλέον σαν αδερφός μου».






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.