Αμέσως μετά την ανατίναξη της Γέφυρας του Γοργοπόταμου, στις 25 Νοέμβρη 1942, οι Γερμανοί κατακτητές κατασκευάζουν, με σχέδια κατευθείαν από την κόλαση, την «κλούβα», ως ασπίδα των στρατιωτικών τρένων τους.
Η «κλούβα» ήταν μια σατανική ναζιστική επινόηση των γερμανικών δυνάμεων κατοχής, με στόχο να κυκλοφορούν ανενόχλητα τα στρατιωτικά τρένα και να αποτρέπουν μ’ αυτή την ανθρώπινη ασπίδα, τα σαμποτάζ και τις επιθέσεις της Αντίστασης. Η «κλούβα» δημιουργήθηκε και λειτούργησε αποκλειστικά στον ελλαδικό χώρο. Ηταν ένα φορτηγό βαγόνι ανοιχτό που κλείνονταν από γύρω και από πάνω με σιδεριές και πυκνό αγκαθωτό συρματόπλεγμα. Στο πάτωμα του βαγονιού τοποθετούνταν εκρηκτικές ύλες που συνδέονταν με ηλεκτρικό καλώδιο με έναν πυροκροτητή, στα χέρια ενός Γερμανού λοχία, υπεύθυνου για την ανατίναξη της Κλούβας.
Το βαγόνι του θανάτου το φόρτωναν με κρατούμενους – μελλοθάνατους, συλληφθέντες αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, που μάζευαν από τις φυλακές και τα στρατόπεδα αιχμαλώτων ή απλούς κατοίκους, συνήθως από τα χωριά από τα οποία περνούσε το τρένο, το τοποθετούσαν μπροστά από την ατμομηχανή, ώστε αν το τρένο πέσει σε νάρκη να ανατιναχτεί η Κλούβα με τους κρατούμενους και να γλιτώσει η μηχανή και τα υπόλοιπα βαγόνια. Το ίδιο συνέβαινε στην περίπτωση που η αμαξοστοιχία δεχόταν επίθεση από τους αντάρτες. Ο Γερμανός λοχίας πυροδοτούσε τα εκρηκτικά και ανατίναζε τη κλούβα με τους ομήρους.
Τέτοιες Κλούβες με κρατούμενους κυκλοφορούσαν σε όλο το σιδηροδρομικό δίκτυο της Πελοποννήσου και σε εκείνο της Αθήνας – Θεσσαλονίκης.
Η άνανδρη πρακτική της Κλούβας δεν κατάφερε να σταματήσει την αντιστασιακή δράση, τις επιθέσεις και τα σαμποτάζ στα στρατιωτικά τρένα των καταχτητών. Πολλές φορές οι ίδιοι οι κλουβίτες, με κραυγές και συνθήματα, παρακινούσαν τους αντάρτες να μην ματαιώσουν τις επιχειρήσεις τους και να επιτεθούν, αψηφώντας την ύπαρξη τους.
Ο ΕΛΑΣ στις επιχειρήσεις του έπαιρνε υπόψη του τις Κλούβες και προσπαθούσε να έχουν τις λιγότερες απώλειες. Αρκετές φορές επιχειρήθηκαν επιθέσεις με στόχο την απελευθέρωση των κλουβιτών.
Στην Ανατίναξη της αμαξοστοιχίας και της σήραγγας του Κουρνόβου, στις 2 Ιούνη του 1943, έξι μήνες μετά την ανατίναξη της Γέφυρας του Γοργοπόταμου, μαζί με τις σημαντικές ζημιές της σήραγγας και την αποτέφρωση του τρένου, όπου σκοτώθηκαν περίπου 580 Ιταλοί στρατιωτικοί, μαζί με τις απώλειες των κατακτητών έχασαν τη ζωή τους και γύρω στους 54 Ελληνες πατριώτες – κρατούμενοι, ανάμεσά τους 20 – 25 «κλουβίτες», καθώς και σιδηροδρομικοί υπάλληλοι.
Γύρω από τις Κλούβες δραστηριοποιήθηκαν έντονα η Εθνική Αλληλεγγύη, διάφορες άλλες φιλανθρωπικές οργανώσεις και ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός, κάτω από την κάλυψη του οποίου αρκετές φορές δρούσε το ΕΑΜ. Σε σταθμούς όπου έκανε στάση η αμαξοστοιχία έτρεχαν οι οργανώσεις με κάθε τρόπο να προσφέρουν στους κλουβίτες λίγο νερό, τρόφιμα, κανένα τσιγάρο, λόγια παρηγοριάς και πληροφορίες.
Δυο Μάχες για την απελευθέρωση των κλουβιτών
Από τις αρχές του 1944 οι Σύμμαχοι εκπονούν το σχέδιο «Κιβωτός» που θα έμπαινε σε εφαρμογή από τα μέσα του Απρίλη. Το σχέδιο «Κιβωτός» είχε στόχο, ανάμεσα στα άλλα, να παραπλανήσει τους Γερμανούς σε σχέση με τη συμμαχική απόβαση στη Νορμανδία και προέβλεπε μια σειρά επιθέσεων και καταστροφών, με σαμποτάζ, των συγκοινωνιών στην Ελλάδα, έτσι ώστε οι Γερμανοί να μην μπορέσουν εύκολα να μεταφέρουν βαρύ υλικό, να αποδιοργανωθούν σε βαθμό που να μην μπορούν να πάρουν αμέσως θέση σε μάχες σε άλλο μέτωπο, αλλά να έχουν ανάγκη από ανασυγκρότηση. Για την εκτέλεση του σχεδίου, στον ελλαδικό χώρο, ζητήθηκε η συνεργασία του ΕΛΑΣ και αυτός ανταποκρίθηκε άμεσα.
Σε όλη τη χώρα σημειώνονται επιθέσεις και ανατινάξεις αμαξοστοιχιών, γεφυρών και τούνελ. 12.4. Δεμερή και Νεζερό, 16.4 Τέμπη, 21.4. Πετρομαγούλα Δομοκού, 29.4. σιδηροδρομική γραμμή Βόλου – Τρικάλων και στο Δομοκό, 3.5. Δοξαρά, 11.5. κοντά στη Βέροια, 20.5. ανάμεσα Αγόριανη – Δρανίτσα – Δομοκό, 5.6. στενωπό Κλεισούρας στο δρόμο Μεσολόγγι – Αγρίνιο, 16.6. σιδ. σταθμός Καΐσας, 19.6. τρένο στη γραμμή Λάρισας – Θεσσαλονίκης, 23.6. Θέρμης – Καΐσας κλπ[1].
Μάχη και απελευθέρωση κλουβιτών στο Σταθμό Αιτωλικού
Το 2/36 εφεδρικό τάγμα του ΕΛΑΣ με έδρα την Σιβίστα, στο χώρο της ευθύνης του, ανατολικά από το Κρυονέρι, Γαλατά, Περιθώρι, όλη η νότια πλευρά του Αρακύνθου μέχρι του κόμβου Συκιάς και Αχελώου δυτικά, εκτέλεσε μια σειρά από πολεμικές επιχειρήσεις: Ανατίναξε την Γαλαρία της Κλόκοβας και σταμάτησε έτσι την οδική επικοινωνία Μεσολογγίου Ναυπάκτου. Εξουδετέρωσε τον Παπά – Σπυρίδωνα Καραβία από το Δοκίμι Αγρινίου ο οποίος με ομάδα ταγματασφαλιτών είχε κατατρομοκρατήσει τους αγρότες την περιοχή Αγρινίου, Συκιάς. Ανατίναξε, στις 5 Ιούνη, την γέφυρα στον οδικό άξονα Μεσολογγίου- Αγρινίου στο τέρμα της Κλεισούρας (Φραγκουλέικα) και με άλλες ενέργειες σταμάτησε το πέρασμα των Γερμανών κατακτητών από την Κλεισούρα. Ανατίναξε την επιβατική αμαξοστοιχία στη θέση Τραγάνα χρησιμοποιώντας μια νάρκη Τέλερμαν μεγάλης εκρηκτικής ισχύος με αποτέλεσμα λόγω κατηφόρας η αμαξοστοιχία να βρεθεί 100 μέτρα μέσα σε φαράγγι και να ανασυρθεί μετά την απελευθέρωση. Ολιγομελές τμήμα του 2/36 εφεδρικού ΕΛΑΣ εξουδετέρωσε την Γερμανική φρουρά του υ στο σταθμό του Γαλατά και έριξε την αμαξοστοιχία στον προβλήτα του Κρυονερίου.
Οι Γερμανοί έχοντας απόλυτη ανάγκη αυτή την επικοινωνία, ειδικά τον άξονα Μεσολογγίου- Αγρινίου ως μοναδική αρτηρία από Δυτική Ελλάδα σε Ήπειρο και Δυτική Μακεδονία για την Κεντρική Ευρώπη έλαβαν πρόσθετα μέτρα ασφάλειας:
Εγκατέστησαν στα Σταμνά τμήμα Γερμανοτσολιάδων και ομάδα Γερμανών με επικεφαλής αξιωματικό με όλα τα μέσα τηλεπικοινωνιών και μετακίνησης.
Ενίσχυσαν την φρουρά του τρένου με 24 άνδρες με επικεφαλής αξιωματικό με ασύρματο τηλέφωνο.
Εγκατέστησαν περιστρεφόμενο μυδράλιο στο τελευταίο ανοιχτό βαγόνι.
Και το χειρότερο απ’ όλα ήταν ότι σαν πρώτο βαγόνι έβαλαν, ασπίδα για να αποφύγουν τις επιθέσεις του ΕΛΑΣ, κλούβα γεμάτη Έλληνες πατριώτες απ’ τις φυλακές Μεσολογγίου ή Αγρινίου ανάλογα με την φορά του τρένου, και στο κέντρο της κλούβας νάρκη έτοιμη για ανατίναξη.
Ο συνταγματάρχης Ζούλας, Διοικητής του 36ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ, εκδίδει διαταγή σύμφωνα με την οποία πρέπει να μελετηθεί και να οργανωθεί σαμποτάζ στο σταθμό του Αιτωλικού με σκοπό την εξόντωση της Γερμανικής φρουράς, την απελευθέρωση των κρατουμένων κλουβιτών και την ολική καταστροφή του τρένου.
Την παραμονή της επιχείρησης έφτασαν και δυο σαμποτέρ Αγγλοι αξιωματικοί, ο Τόμσον και ο Εβερτ, μαζί με τον ανθυπολοχαγό της σχολής του βουνού, καπετάν Λευτέρη, ειδικού στα εκρηκτικά.
Στις 22 Ιούνη 1944, τμήματα του 36ου εφεδρικού Συντάγματος του ΕΛΑΣ, επιτέθηκαν στο σιδηροδρομικό σταθμό του Αιτωλικού.
Η αμαξοστοιχία ξεκίνησε από το Μεσολόγγι φορτωμένη με πολεμοφόδια και με επιβάτες 50 Γερμανούς, Πολωνούς στρατιώτες και Ελληνες χωροφύλακες. Την ώρα που έμπαινε στον Σταθμό του Αιτωλικού και αφού προσπέρασε η κλούβα και η ατμομηχανή, έγιναν αλλεπάλληλες ανατινάξεις. Ακολούθησε μάχη με τους Γερμανούς και τους συνεργάτες τους.
Οι έμπειροι μαχητές του 2/36 τάγματος του ΕΛΑΣ μέσα σε λίγο χρόνο με τα όπλα, με επιθετικές χειροβομβίδες πέτυχαν τον πλήρη αιφνιδιασμό των Γερμανών. Ήταν η μοναδική μάχη που εξοντώθηκαν όλοι οι Γερμανοί. Οι απώλειες των Γερμανών ήταν 30 νεκροί και 3 αιχμάλωτοι. Απ’ την μεριά των ανταρτών 8 νεκροί, καθώς και 4 επιβάτες της αμαξοστοιχίας ήταν το βαρύ τίμημα.
Σκοτώθηκαν οι αντάρτες: Μανώλης Λεμονής – Σταύρος Ζενεμπής (Αιτωλικό), Νίκος Έξαρχος (Χαραυγή Θεσπρωτίας), Γιάννης Σιμήρης (Μεσολόγγι), Μάρκος Μάρκου – Βασίλης Κρανιώτης (Ευηνοχώρι), Άγγελος Δαραμούσκας (Κούμανι Ηλείας), Βιτόριο Ιταλός Αντιφασίστας. Ακόμα τραυματίστηκαν οι αντάρτες Θεοφάνης Δημαράς με διαμπερές τραύμα στο στήθος απ’ το οποίο απεβίωσε αργότερα και ο Γιώργος Βλάχος από το Γαλατά.
Σκοτώθηκαν οι επιβάτες: Γερ. Μαρούδας ιερέας, Γεωργ. Σκουφής σιδηροδρομικός, Γιώργος Καφρίτσας, Αρσινόη Λύτρα. Τραυματίστηκε ελαφρά ο επιβάτης του υ Χρ. Χριστοδούλου[2].
Στην αναφορά της Διοίκησης του 2ου εφεδρικού Τάγματος προς την Διοίκηση του 36ου Εφεδρικού Συντάγματος του ΕΛΑΣ σημειώνονται:
«Συναγωνιστές κάνοντας απολογισμό του σαμποτάζ και μάχης του Σταθμού του Αιτωλικού στις 22.6.44 σας γνωρίζουμε ότι άπαντες οι αντικειμενικοί σκοποί επιτεύχθηκαν σχεδόν πλήρως παρόλο ότι τα βαγόνια εξετροχιάστηκαν προς τα κάτω αντίθετα από την υπόσχεσιν του Tomson. Εκ των Γερμανών που επέβαιναν συνελήφθησαν τρεις (3) αιχμάλωτοι. Οι υπόλοιποι εξοντώθηκαν. Ημέτεροι απώλειαι οκτώ (8) αντάρτες και τέσσερες επιβάτες. Περιήλθον εις χείρας μας λάφυρα ένα (1) γερμανικό μυδράλιο με 1.200 φυσίγγια, είκοσι (20) γερμανικά μάουζερ, έξι (6) αυτόματα μαρσίπ, πολλά πυρομαχικά και μία (1) βαλίτσα με χειρουργικά εργαλεία και υγειονομικό υλικό. Ολοι οι όμηροι, περί τους είκοσι πέντε (25) απελευθερώθησαν χωρίς να πάθει κανείς τίποτε.
Εδρα του 2/36 Εφ. Τάγματος, 24/6/44
Η Διοίκηση του Τάγματος
Ποταμίτης Κουστάς».[3]
Στον Ψαθόπυργο Αχαΐας
Δυόμισι μήνες μετά, με σκοπό τη ματαίωση της μεταφοράς πολεμικού υλικού των Γερμανών που υποχωρούσαν από την Πελοπόννησο με κατεύθυνση την ηπειρωτική Ελλάδα, τμήμα της ΙΙΙ Μεραρχίας του ΕΛΑΣ οργάνωσε επιχείρηση στην περιοχή Αχαΐας.
Στις 8 Σεπτέμβρη 1944 η γερμανική στρατιωτική αμαξοστοιχία 18 βαγονιών που μετέφερε καύσιμα και πυρομαχικά, σταμάτησε στον Ψαθόπυργο. Μπροστά ήταν η Κλούβα με 22 ομήρους κλουβίτες. Πέντε γυναίκες πλησίασαν τη Κλούβα με πρόσχημα να προσφέρουν σε κλουβίτες και φρουρούς φαγώσιμα και νερό. Η κύρια αποστολή τους ήταν να ειδοποιήσουν τους κρατούμενους – με σημειώματα μέσα σε κούφια αυγά – για την επικείμενη επιχείρηση και τους ζητήθηκε να αποσυνδέσουν το καλώδιο πυροδότησης από τα εκρηκτικά, πράγμα που έγινε.
Στο μεταξύ λίγη ώρα πριν ένα συνεργείο αντιστασιακών σιδηροδρομικών είχε ξηλώσει τη σιδηροδρομική γραμμή σε ένα σημείο ανάμεσα στον Ψαθόπυργο και την Παναγοπούλα Αχαΐας.
Όταν η αμαξοστοιχία έφτασε στο προβλεπόμενο σημείο δέχτηκε καταιγιστικά πυρά του ΕΛΑΣ και σταμάτησε. Ο αιφνιδιασμός ήταν απόλυτα πετυχημένος. Οι Γερμανοί δεν μπόρεσαν να απαντήσουν αμέσως στα δραστικά πυρά του ΕΛΑΣ, ούτε και να ανατινάξουν την Κλούβα με τους 22 ομήρους πατριώτες, αφού οι κλουβίτες είχαν αποσυνδέσει το καλώδιο πυροδότησης. Οι όλμοι των ΕΛΑΣιτών έπληξαν τα βαγόνια που μετέφεραν βενζίνη και μέσα σε λίγα λεπτά ολόκληρη η αμαξοστοιχία έγινε παρανάλωμα τους πυρός.
Από τους 22 κλουβίτες απελευθερώθηκαν και σώθηκαν οι είκοσι. Δεν έγινε δυνατόν να σωθούν και έπεσαν νεκροί οι ΕΠΟΝίτες Γιώργος Βασιλείου του Γιάννη, από τις Δάφνες Αιγίου, 18 ετών, μαθητής Γυμνασίου, Σύνδεσμος της Οργάνωσης και Μουγγολιάς Γιάννης του Θύμιου, από το Αίγιο, 17 ετών, μαθητής Γυμνασίου[4].
Ομηροι στην Κλούβα
Αναδημοσιεύσαμε στον Ημεροδρόμο , για πρώτη φορά, την 1 Ιούλη 2017, από την Εφημερίδα «Φωνή της Βλαχοκερασιάς», με ιδιαίτερη ευχαρίστηση, την εξαιρετική αφήγηση που κατέγραψε η Αγγελική Κατσαφάνα, του 95χρονου αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης, κλουβίτη στα χρόνια της κατοχής, Παρασκευά Βελισσάρη. Ο Παρασκευάς «έφυγε» για το μεγάλο ταξίδι λίγους μήνες μετά, στις 30 Νοέμβρη 2017. Εντάχτηκε από πολύ νωρίς στο ΕΑΜ και έδωσε το δικό του «παρών» στον πατριωτικό και αντιφασιστικό αγώνα. Τον συλλάβανε και οδηγήθηκε στις φυλακές της Τρίπολης. Από κει, το καλοκαίρι του 1944 και μέχρι την αποχώρηση των Γερμανών τον έριξαν όμηρο, ανθρώπινη ασπίδα, σε μια κλούβα στο δρομολόγιο Τρίπολη – Κόρινθος. Μετά την κατοχή γνώρισε κι αυτός διώξεις και φυλακίσεις. Στην μεταπολίτευση, μετά την εφτάχρονη δικτατορία τιμήθηκε με το αξίωμα του Δημοτικού Συμβούλου για 4 τετραετίες. Η αφήγηση του Παρασκευά Βελισάρη στην οποία περιγράφει τα χρόνια της «Κλούβας»:
Το καλοκαίρι του 1944, ενώ ήμουν κρατούμενος στις φυλακές της Τρίπολης στα υπόγεια του Δικαστικού μεγάρου, με πήραν μαζί με άλλους φυλακισμένους ΕΑΜίτες και μας έκλεισαν στην «κλούβα» που έκανε δρομολόγιο Τρίπολη – Κόρινθο. Η κλούβα ήταν ένα ξεσκέπαστο βαγόνι του τρένου, φραγμένο με πολλά παλούκια και αγκαθωτά σύρματα γύρω -γύρω και από πάνω, το οποίο προπορευόταν των αμαξοστοιχιών για την ασφάλεια των σιδηροδρομικών μεταφορών των Γερμανών. Στη μέση της κλούβας υπήρχε νάρκη συνδεδεμένη με καλώδια και στο ίδιο βαγόνι ήμασταν κι εμείς, 25-30 άνδρες, στριμωγμένοι ο ένας πάνω στον άλλο, έτοιμοι ανά πάσα ώρα να ανατιναχτούμε στον αέρα αν δεχόταν επίθεση το . Μαζί με μένα στην κλούβα ήταν και δυο άλλοι Βλαχοκερασιώτες, ο Γρηγόρης Κοντογιάννης και ο Παναγιώτης Κοπίτας, καθώς κι ένας Αλεποχωρίτης. Ήταν κι ένας Λάκωνας από την Αμερική που εγκλωβίστηκε με τον πόλεμο στην Ελλάδα και δεν μπόρεσε να φύγει, λόγιος άνθρωπος. Καθόταν απέναντί μου και εξοικονομούσαμε το χώρο να σταθούμε.
Οι συνθήκες στην «κλούβα» ήταν τραγικές. Κάναμε νύχτα μέρα το δρομολόγιο Τρίπολη – Κόρινθος κάτω από το καυτερό λιοπύρι σαν ετοιμοθάνατοι. Διψούσαμε και όταν μας δίνανε νερό μας έδιναν από αυτό που ρίχνανε στις ατμομηχανές. Ήμασταν και γεμάτοι ψείρες. Αποπατούσαμε στην άκρη της κλούβας που υπήρχε μια τρύπα. Μπορούσες να τρελαθείς εκεί μέσα.
Και με το φαγητό υπήρχε πρόβλημα. Ευτυχώς όμως η οργάνωση του ΕΑΜ στο Παρθένι είχε πείσει ορισμένες μαυροφορεμένες γυναίκες και ερχόντουσαν στο σταθμό όπου σταμάταγε η αμαξοστοιχία, και φέρνανε μαγειρεμένο πληγούρι, τραχανά…, σε πήλινα δοχεία για να μην πεθάνουμε της πείνας. Δίνανε τσιγάρα στους φρουρούς, τους δελεάζανε και τις άφηναν να μας δώσουν το φαγητό που το μοιράζαμε μεταξύ μας χωρίς να λείπουν και οι παρεξηγήσεις. Όμως μια μέρα βρέθηκε μέσα στο πληγούρι ένα ψαλίδι, (που μπορούσε να κόψει το σύρμα). Έγινε αντιληπτό από τους φρουρούς και αυτό μας κόστισε. Σταμάτησε η τροφοδοσία μας εκεί. Συνεχίστηκε βέβαια από γυναίκες στο Χιλιομόδι της Κορινθίας που γινόταν στάση, μόνο που οι Γερμανοί έψαχναν με την ξιφολόγχη το πληγούρι …που μας έδιναν. Ένας κλουβίτης είχε βγάλει κι ένα τραγούδι στις Χιλιομοδίτισσες που ξεκίναγε: «Γεια σας Χιλιομοδίτισσες της λευτεριάς καμάρι…». Σε αντίθεση στο Ελαιοχώρι όταν περνούσε το τρένο είχαν τέτοιο μίσος που μας πετούσαν λιθάρια. Στην Κόρινθο μερικές φορές που μας κατέβαζαν σε μια αποθήκη μας έδινε κάτι να φάμε ο Ερυθρός Σταυρός.
Στο δρόμο συναντούσαμε κι άλλες κλούβες. Ερχόταν κλούβα από Αθήνα –Τρίπολη, Πάτρα –Τρίπολη, Καλαμάτα –Τρίπολη σε αυτήν μέσα πηγαινοερχόταν μελλοθάνατος κι ο βλαχοκερασιώτης «Ψαήλας» (Γεώργιος Μάνδρος). Θυμάμαι μια φορά στο σταθμό του Άργους ήταν εκεί και μια άλλη κλούβα και στην αμαξοστοιχία οι Γερμανοί μετέφεραν πόρνες. Μου έκανε εντύπωση που μας χαιρετούσαν οι πόρνες και προσπαθούσαν να μας δώσουν θάρρος: «τα βάσανά σας γρήγορα θα τελειώσουν, κουράγιο», μας έλεγαν. Πολλές από αυτές θα ήταν εξαναγκασμένες από τους Γερμανούς να τους ακολουθούν…
Θυμάμαι και κάποια άλλα περιστατικά. Από την κλούβα Αθήνας –Κορίνθου δραπέτευσαν κάποια μέρα 12-15 έγκλειστοι, που έκοψαν το συρματόπλεγμα χωρίς να τους πάρουν είδηση οι φρουροί κι πήδηξαν ένας- ένας έξω στο χαντάκι, γιατί τα τρένα πήγαιναν σιγά- σιγά, καίγανε ξύλα και κάρβουνα. Έτσι τη γλίτωσαν. Αντικαταστάθηκαν βέβαια από άλλους. Έγινε χαμός τότε από τους Γερμανούς…
Άλλη φορά σε κλούβα στο δρομολόγιο Αθήνας –Πάτρας έξω από το Αίγιο, που μετέφερε πολεμικό υλικό έστησε ενέδρα ο ΕΛΑΣ για να απελευθερώσει τους κρατούμενους κλουβίτες. Δεν τα κατάφερε, σκοτώθηκαν 5-6 Ελασίτες, εξερράγη η νάρκη και γλίτωσε από τους κλουβίτες μόνο ένας από τα Βούρβουρα. Είχε τύχη. Τα αέρια της νάρκης που εξερράγη τον πέταξαν έξω στη γράνα, μισολιπόθυμο, αργότερα συνήλθε και σώθηκε[5].
Όταν οι Γερμανοί έφυγαν παρέδωσαν εμάς όλους τους κλουβίτες στο διοικητή του στρατοπέδου των Ταγμάτων Ασφαλείας στην Κόρινθο που μας είπε: «Αν δεν συμφωνήσω με τους απέξω (δηλαδή το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ) θα σκοτώσω εσάς πρώτα, αν και σας λυπόμουν που σας έβλεπα τι μαρτύριο τραβούσατε. Έχω 400 στρατιώτες και 4 κανόνια, θα διαλύσω την Κόρινθο». Μας έβαζε καθημερινά να μαδάμε τα φύλλα από τις κληματόβεργες των αμπελιών για να απογυμνώνει τον τόπο να μην μπορούν να κρυφτούν οι επιτιθέμενοι. Όμως μαζεύτηκαν διάφορες προσωπικότητες από την Κορινθία, επιστήμονες, έμποροι … και του είπαν να φύγει και να μην συγκρουστεί με τους Ελασίτες που ήδη είχαν μπει στην Τρίπολη και περισφίγγανε και την Κόρινθο. Αυτοί οι Κορίνθιοι πολίτες μας φέρανε και ρούχα, ήμασταν ρακένδυτοι, πήρα κι εγώ κάποιο πουκάμισο. Με την παρέμβαση των παραπάνω, του αρχιεπισκόπου Κορίνθου και δυο ερυθροσταυριτών, μας απέλυσε ο συνταγματάρχης και το αυτοκίνητο της Εκκλησίας μας συνόδευσε μέχρι το Άργος.
Γύρισα σπίτι μου άρρωστος. Άρρωστος από τύφο. Είχα κολλήσει τύφο ή από το νερό που μας έδιναν στην κλούβα ή από πηγάδι που πίναμε νερό στο στρατόπεδο. Δυο φορές με επισκέφτηκε ο γιατρός Μπούρτζος από την Αρβανιτοκερασιά. Δεν είχαμε και πάγο που χρειαζόταν για την αρρώστια. Ευτυχώς στις 11 Οκτώβρη έριξε χιόνι, το στουπώσαμε και το χρησιμοποιήσαμε για πάγο.
Φρικτές καταστάσεις… στη φυλακή να πέφτει άγριο ξύλο, στην κλούβα όμηρος να παίζεις κρυφτούλι με το θάνατο…»
Οι κλουβίτες ήταν μαρτυρικοί ήρωες, που όταν κατάφερναν να επιβιώσουν από τις νάρκες, την ανατίναξη της Κλούβας, την πείνα, την δίψα και τις αρρώστιες, αποτελούσαν πάντα μια πρώτη δεξαμενή από την οποία οι Γερμανοί, συχνά, διάλεγαν και εκτελούσαν σε αντίποινα για τη δράση των Αντιφασιστικών Οργανώσεων του αγωνιζόμενου λαού.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Ο ΕΛΑΣ, Στέφανου Σαράφη, εκδόσεις Επικαιρότητα, Αθήνα 1999, σελ. 210 – 212, 286, 402 – 407
[2] Στο αρχείο του καπετάνιου του 2/36 εφεδρικού τάγματος του ΕΛΑΣ, Νίκου Κούστα, υπάρχει μια λεπτομερής αφήγηση της μάχης του Αιτωλικού, η οποία έχει δημοσιευτεί και στο Agriniopress
[3] ΕΠΕΣΑΝ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ. Τόμος 4α, σελ. 295
[4] ΕΠΕΣΑΝ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ. Τόμος 4β, σελ. 145
[5] Ο Παρασκευάς Βελισσάρης πιθανά αναφέρεται σε ένα σαμποτάζ του ΕΛΑΣ, ο οποίος ανατίναξε τις σιδηροδρομικές γραμμές στη θέση «Λαμπίρη», ανάμεσα στο Αίγιο και την Πάτρα, τον Σεπτέμβρη του 1944. Οι Γερμανοί, όταν πλησίασε το τρένο και πριν σταματήσει, ανατίναξαν την Κλούβα με 24 ομήρους πατριώτες. Γλύτωσε μονάχα ένας, ο Κ. Κοκοκιός από τα Βούρβουρα, που έπεσε στη γράνα (το χαντάκι) δίπλα στις γραμμές.
Γράφει: Ανδρέας Δενεζάκης
Πηγή:Ημεροδρομος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.