6.12.18

Από τον Αλέξανδρο Μέχρι τον Ζακ: Δέκα Χρόνια Αστυνομικής Βίας

Στις 6 Δεκεμβρίου του 2008, στη συμβολή των οδών Τζαβέλλα και Μεσολογγίου, ο Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος έπεφτε νεκρός από τη σφαίρα του Αστυνομικού Επαμεινώνδα Κορκονέα. Η δίκη αυτή τη στιγμή εκδικάζεται στο Εφετείο σε δεύτερο βαθμό, ενώ πρωτόδικα ο Κορκονέας καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, εκτίοντας την ποινή του στις φυλακές Δομοκού. Ο συνεργός του, αστυνομικός Βασίλης Σαραλιώτης, αν και καταδικάστηκε σε ποινή δέκα ετών, αποφυλακίστηκε το 2011 υπό όρους.

Ο εισαγγελέας της έδρας στην πρωτόδικη απόφαση του δικαστηρίου στην αγόρευση του ανέφερε πως «Ο Επαμεινώνδας Κορκονέας, ευρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, έβγαλε το πυροβόλο όπλο του, το έστρεψε στην οδό Τζαβέλλα και πυροβόλησε δύο φορές. Οι δύο κατηγορούμενοι σκόπιμα ψευδόμενοι αναβάθμισαν την ένταση της επίθεσης που δέχτηκαν με το περιπολικό».

Όπως αποδείχθηκε κατά τη διάρκεια της δίκης, εκείνη την ημέρα οι κατηγορούμενοι Αστυνομικοί δεν δέχτηκαν καμιά σφοδρή επίθεση όπως ισχυρίστηκαν. Το μόνο που εκτοξεύτηκε προς την πλευρά των αστυνομικών ήταν ένα μπουκάλι νερό, κι αυτό από άτομο που βρισκόταν πίσω από τον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο. Οι δικαστές δε, επεσήμαναν στην απόφαση τους πως κατά τη διάρκεια της δίκης διαπίστωσαν ότι «αποδείχθηκε και η απαθής και αδιάφορη στάση του κατηγορουμένου απέναντι στο έννομο αγαθό της ζωής και από το γεγονός ότι μολονότι αντιλήφθηκε την πτώση του θύματος, αυτός σκεπτόταν τη διαδικασία της Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης που θα ακολουθούσε λόγω της χρήσης του όπλου». Για τον Σαραλιώτη, η έδρα έκρινε πως «ταυτίστηκε πλήρως με την ενέργεια του συναδέλφου του, την οποία ενδόμυχα επιθυμούσε και ο ίδιος, αφού δεν ενήργησε καθ’ όλη τη διάρκεια του επεισοδίου κατευναστικά, αλλά πυροδότησε την ένταση με χειροβομβίδα κρότου-λάμψης».

Οι ταραχές που προκλήθηκαν εκείνο το διάστημα στην Αθήνα και σε όλη την Ελλάδα, είχαν τη μορφή εξέγερσης. Η ένταση που πυροδοτήθηκε από την εν ψυχρώ δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, οφείλεται σε ένα μεγάλο μέρος της, στο γεγονός ότι οπτικοποιήθηκε μέσα σε ένα βράδυ η παραπάνω τακτική των αστυνομικών και το κράτος εν κράτει στο οποίο έχει συνηθίσει να λειτουργεί ένα μεγάλο μέρος της Αστυνομίας. Ένα 15χρονο παιδί δεν δολοφονήθηκε εξαιτίας ενός πλαστικού μπουκαλιού που κάποιος πέταξε απ’ την παρέα του. Δολοφονήθηκε επειδή ένας εν ενεργεία αστυνομικός, δηλαδή δημόσιος υπάλληλος, αποφάσισε πως η ζωή κάποιου αξίζει να εξοντωθεί. Χαρακτηριστικό παράδειγμα των αντιλήψεων του Κορκονέα είναι άλλωστε και η συμπεριφορά του μετά το περιστατικό, διότι ενώ μόλις είχε αφαιρέσει τη ζωή ενός εφήβου σκεφτόταν ήδη πώς θα καλύψει την υπόθεση στην ΕΔΕ που θα γινόταν αργότερα. Ακόμη και 8 χρόνια μετά, όταν η δίκη άρχισε να εκδικάζεται σε δεύτερο βαθμό δεν ζήτησε συγνώμη. Αντίθετα φάνηκε αμετανόητος λέγοντας πως «Δεν πρόκειται να ζητήσω συγνώμη από κανένα δεκαπεντάχρονο» και πως «το θύμα δεν ήταν ένα συνηθισμένο 15χρονο αλλά αντιεξουσιαστής».

Η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου δεν ήταν ένα μεμονωμένο περιστατικό. Είναι η προέκταση μιας νοοτροπίας που έχει παγιωθεί σε μέρος του Αστυνομικού Σώματος. Τον Μάιο του ίδιου χρόνου είχε προηγηθεί ο ξυλοδαρμός του Νίκου Σακελλίωνα από Αστυνομικούς του Α.Τ. Ακρόπολης. Σύμφωνα με την κατηγορία, ο 24χρονος τότε φοιτητής ξυλοκοπήθηκε με αποτέλεσμα να πεθάνει. Οι αστυνομικοί στους οποίους είχε ασκηθεί Ποινική Δίωξη για ανθρωποκτονία εξ αμελείας σε μια δίκη παρωδία η οποία πλέον έχει φτάσει στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια, αθωώθηκαν από το Ποινικό Ελληνικό Δικαστήριο, δεν τιμωρήθηκαν πειθαρχικά, ενώ μήνυσαν και τον αυτόπτη μάρτυρα ο οποίος είχε καταγράψει το περιστατικό της δολοφονίας του με το κινητό του τηλέφωνο. Το πτώμα του νεαρού εξαφανίστηκε για 12 ώρες πριν βρεθεί κακοποιημένο και παραμορφωμένο στην ιατροδικαστική υπηρεσία με συμπτώματα σήψης. Οι κατηγορούμενοι επέμεναν μέχρι τέλους ότι βρήκαν τον νεαρό σε κατάσταση κώματος στο οδόστρωμα. Στη συνέχεια παρά το οπτικό υλικό που υπήρχε υποστήριξαν, σε μια προσπάθεια ενοχοποίησης του ήδη νεκρού, ότι στον λάρυγγα του νεαρού εντοπίστηκε σακουλάκι με φιξάκια ηρωίνης. Ωστόσο, το ΕΚΑΒ, που κλήθηκε στη συνέχεια και προχώρησε σε ενδοτραχειακή διασωλήνωση, δεν βρήκε τίποτα και φυσικά οι τοξικολογικές εξετάσεις που διενεργήθηκαν δεν βρήκαν κανένα ίχνος, καμιάς ουσίας. Το σκεπτικό της αθώωσης τους ήταν πως «ήταν νέοι και άπειροι».

Και φυσικά αυτά δεν είναι τα μόνα περιστατικά βίας με θύτες ένστολους προστάτες της δημόσιας τάξης. Ήταν εκείνα όμως που έχουν μείνει ανεξίτηλα στις μνήμες επειδή συνέβησαν την ίδια χρονιά και επειδή τα θύματα, ο Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος και ο Νίκος Σακελλίων, μαθητής και φοιτητής αντίστοιχα, ήταν ίσως τα πιο τρανταχτά παραδείγματα αστυνομικής βίας στα οποία επιχειρήθηκε μια πρωτοφανής προσπάθεια συγκάλυψης από τους δράστες, οι οποίοι επικαλέστηκαν είτε αυτοάμυνα, είτε παραποίησαν τα γεγονότα για να ενοχοποιήσουν τα θύματα.

Οι ατομικές υποθέσεις που βλέπουν κατά καιρούς το φως της δημοσιότητας με εμπλεκόμενους αστυνομικούς είναι αμέτρητες, αλλά οι καταδικαστικές αποφάσεις λυπηρά δυσανάλογες. Σε σχετική έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας με τίτλο «Αστυνομική ΒίΑ στην Ελλάδα - Όχι μόνο Μεμονωμένα Περιστατικά», που δημοσιεύτηκε το 2012, αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι το διάστημα 1988 – 2012 παραπέμφθηκαν στην Ελληνική Δικαιοσύνη μόλις 12 περιπτώσεις για παραβίαση των διατάξεων 137Α-137Δ που αφορούν τη διάπραξη αδικημάτων εις βάρος πολιτών από υπαλλήλους της Αστυνομίας, κατά τη δίωξη, την ανάκριση, την εξέταση αξιόποινων πράξεων ή την εκτέλεση ποινών και τη φύλαξη κρατουμένων. Το πρόβλημα είναι ότι οι καταγγελίες για σωματική ή ψυχολογική βία από τα Αστυνομικά όργανα, κατηγορίες που αφορούν προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ήταν πολύ περισσότερες. Και οι υποθέσεις αυτές αφορούν συνήθως συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες, όπως μετανάστες, Ρομά, χρήστες, μέλη της LGBTQ κοινότητας, τρανς άτομα και διαδηλωτές.

Η Διεθνής Αμνηστία είχε καταγγείλει στην ίδια έκθεση ότι «αν και οι ελληνικές Αρχές παραδέχονται την ύπαρξη καταπατήσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων από μέλη των σωμάτων ασφαλείας, εντούτοις τις χαρακτηρίζουν "μεμονωμένα περιστατικά" και ως εξ τούτου δεν παραδέχονται την έκταση και το βάθος αυτού του συστημικού προβλήματος. Επιπρόσθετα, οι καταπατήσεις από μέλη των σωμάτων ασφαλείας συνεχίζονται, ενώ η ατιμωρησία γι’ αυτά τα εγκλήματα παραμένει».

Και φυσικά την περίοδο του 2011-2012, το διάστημα που η Ελλάδα βασανιζόταν από την επιβολή «μέτρων λιτότητας», στον απόηχο της χρηματοοικονομικής κρίσης, υπήρξαν αμέτρητα κρούσματα. Η ελληνική αστυνομία είχε καταγραφεί από τότε πως κάνει υπέρμετρη χρήση βίας, περιλαμβανομένης της χρήσης χημικών ερεθιστικών ουσιών εναντίον ειρηνικών ή κατά κύριο λόγο ειρηνικών διαδηλωτών, και για τη χρήση χειροβομβίδων κρότου-λάμψης με τρόπο που παραβιάζει τα διεθνή θεσμικά κείμενα. Υπάρχουν άλλωστε ένα σωρό βίντεο, φωτογραφίες, δημοσιεύματα και καταθέσεις αυτοπτών μαρτύρων που επισημαίνουν την επανειλημμένη χρήση υπερβολικής βίας από αστυνομικούς στις διαδηλώσεις που διοργανώθηκαν κατά των μέτρων λιτότητας στις 15, 28 και 29 Ιουνίου 2011, περιλαμβανομένης της υπερβολικής χρήσης χημικών ερεθιστικών ουσιών.

Αν και 18 αστυνομικοί των ομάδων ΔΕΛΤΑ και ΜΑΤ (ανάμεσα σε αυτούς και επικεφαλής διμοιριών), παραπέμφθηκαν σε δίκη αντιμετωπίζοντας τα εγκλήματα της επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά συναυτουργία και κατά συρροή, αλλά και της έκθεσης πολιτών σε κίνδυνο εκείνο το διάστημα, αθωώθηκαν. Τα επεισόδια που λάμβαναν χώρα την ώρα που στη Βουλή ψηφιζόταν το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα του πρώτου μνημονίου, είχαν ως αποτέλεσμα τον τραυματισμό περισσοτέρων από 500 διαδηλωτών, με την Αστυνομία να χτυπά μέχρι και το ιατρείο που είχε στηθεί στην πλατεία Συντάγματος για να παρέχει πρώτες βοήθειες σε τραυματίες. Δεν είχαν διστάσει τότε να ρίξουν χημικά μέχρι και στο εσωτερικό του Μετρό.

«Από τον τρόπο που τελέστηκε η πράξη τους, τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν (χημικά, δακρυγόνα, χειροβομβίδες κρότου λάμψης, κλομπ) αλλά και τα σημεία του σώματος που επλήγησαν (κεφαλή και ζωτικά σημεία) μπορούσε να προκληθεί κίνδυνος για τη ζωη ή βαριά σωματική βλάβη των παθόντων» ανέφερε το κατηγορητήριο της συγκεκριμένης υπόθεσης, σύμφωνα με δημοσίευμα της Ελευθεροτυπίας κατά την προαναγγελθείσα έναρξη της δίκης τον Ιανουάριο του 2014, η οποία τελικά δεν ξεκίνησε παρά τον Οκτώβριο του 2017.

Η εισαγγελέας Πρωτοδικών Ευθυμία Βερροιώτου, απέδιδε τότε στους κατηγορούμενους και την βαρύτατη κατηγορία ότι εγκατέλειψαν τους τραυματισμένους αβοήθητους, παρεμποδίζοντας για πολλή ώρα τα ασθενοφόρα να φθάσουν για να παράσχουν πρώτες βοήθειες σε όσους είχαν ανάγκη. Και αυτό, όπως υπογράμμιζε, παρά το γεγονός «ότι είχαν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να βοηθήσουν ως κρατικές αρχές, αρμόδιες για την προστασία του πολίτη και τη δημόσια ασφάλεια και υγεία».

Κατά το ίδιο δημοσίευμα, η δικογραφία περιελάμβανε φωτογραφίες τραυματισθέντων, φωτογραφίες που απεικονίζουν αστυνομικό να χτυπά διαδηλωτή, φωτογραφίες χειροβομβίδας χημικών, βεβαιώσεις νοσηλείας στα κρατικά νοσοκομεία «Ευαγγελισμός», «Γ. Γεννηματάς» και «Ελπίς», ιατροδικαστικές εκθέσεις, 3 DVD από τον τόπο των επεισοδίων, έκθεση πορίσματος της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής και δημοσιεύματα εφημερίδων. Κι όμως επτά χρόνια μετά και έπειτα από 14 συνεδριάσεις, το Μονομελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας εξέδωσε την ετυμηγορία του, κρίνοντας αθώους άπαντες τους κατηγορούμενους.

Φυσικά, οι δημοσιογράφοι δεν έμειναν στο απυρόβλητο. Όσοι βρίσκονταν στον δρόμο καλύπτοντας τα τότε γεγονότα κινδύνευσαν, ενώ άλλοι τραυματίστηκαν πολύ σοβαρά. Χαρακτηριστικό παραδείγμα της καταστολής προς τον Τύπο είναι ο δημοσιογράφος Μανώλης Κυπραίος, ο οποίος υπέστη ολική απώλεια ακοής ενώ κάλυπτε διαδήλωση στην Αθήνα στις 15 Ιουνίου 2011, όταν αστυνομικός πέταξε εναντίον του χειροβομβίδα κρότου-λάμψης την ώρα που ο δημοσιογράφος βρισκόταν σε μια στοά στο κέντρο της Αθήνας και επεδείκνυε τη δημοσιογραφική του ταυτότητα. Ο Μάριος Λώλος, πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Φωτορεπόρτερ, δέχτηκε δολοφονικό χτύπημα στο πίσω μέρος του κεφαλιού από γκλομπ αστυνομικού, κατά τη διάρκεια συγκέντρωσης διαμαρτυρίας για την αυτοκτονία του 77χρονου συνταξιούχου στην πλατεία Συντάγματος την ώρα που μια διμοιρία περικύκλωσε και προπηλάκισε ένα γκρουπ 20 δημοσιογράφων. Νοσηλεύτηκε στο νοσοκομείο εξαιτίας της κρανιοεγκεφαλικής κάκωσης που προκλήθηκε, ενώ χρειάστηκε 20 ράμματα.

Διεθνείς οργανισμοί όπως οι Reporters Without Borders επεσήμαναν πως η κατάσταση στην Ελλάδα με την αστυνομική βία η οποία στρεφόταν κατά κόρον κατά των δημοσιογράφων που κατέγραφαν τις βιαιοπραγίες τους, επηρεάζει την ελευθερία του Τύπου, ενώ περιέγραφαν την Ελλάδα σαν ένα επικίνδυνο μέρος για τους εργαζόμενους στα media. Κι όμως η μόνη καταδικαστική απόφαση εναντίον αστυνομικού, ήταν αυτή για την υπόθεση της φωτορεπόρτερ Τατιάνας Μπόλαρη, η οποία χτυπήθηκε από άνδρα των ΜΑΤ όταν κάλυπτε τη βίαιη καταστολή κινητοποιήσεων το 2011. Παρά το οπτικό υλικό, ο αστυνομικός κρίθηκε ένοχος για πρόκληση απλής σωματικής βλάβης (πρωτόδικα σε 8 μήνες, σε δεύτερο βαθμό σε τρεις μήνες), ενώ κρίθηκε αθώος για την παράβαση καθήκοντος.

Φυσικά δεν ήταν, ούτε και είναι μόνο διαδηλωτές, δημοσιογράφοι και τυχαίοι περαστικοί θύματα αστυνομικής βίας. Αν κάτι είναι έκδηλο στον τρόπο που λειτουργεί η ΕΛ.ΑΣ. αυτό είναι η βία στον τρόπο που αντιμετωπίζονται μετανάστες και αιτούντες άσυλο. Στο πλαίσιο της επιχείρησης-σκούπα «Ξένιος Ζευς», από τον Απρίλιο του 2012 μέχρι τον Ιούνιο 2013, η αστυνομία σταμάτησε περισσότερους από 120.000 ξένους υπηκόους για εξακρίβωση στοιχείων. Από αυτούς, μόνο οι 7.000 περίπου, δηλαδή περίπου το 5%, δεν είχαν μαζί τους τα απαραίτητα νομιμοποιητικά έγγραφα. Παραμένει άγνωστο το πόσοι βασανίστηκαν εκείνο το διάστημα.

Οι σχέσεις με τη Χρυσή Αυγή

Από την ατζέντα δεν λείπουν και τα εγκλήματα μίσους στα οποία συνέβαλαν οι Αρχές. Τον Ιανουάριο του 2013 δύο έλληνες υπήκοοι μαχαίρωσαν μέχρι θανάτου τον S. Luqman, πακιστανό υπήκοο, ο οποίος ζούσε στην Ελλάδα. Ωστόσο, η αστυνομία και οι εισαγγελείς δεν έλαβαν υπόψη τους το πιθανό ρατσιστικό κίνητρο, το οποίο φέρεται να βρισκόταν πίσω από την επίθεση αυτή. Η δολοφονία του Luqman είχε πολλά κοινά στοιχεία με οργανωμένες επιθέσεις με ρατσιστικά κίνητρα μιας «ομάδας κρούσης» και η δολοφονία «έδειξε» τη Χρυσή Αυγή, ωστόσο αντιμετωπίστηκε σαν μια τυχαία δολοφονία.

Στις 17 Σεπτεμβρίου της ίδια χρονιάς ο Παύλος Φύσσας, μουσικός και αντιφασίστας ακτιβιστής, μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου στο Κερατσίνι από μέλος της Χρυσής Αυγής. Αυτόπτες μάρτυρες κατέθεσαν στο δικαστήριο ότι οκτώ αστυνομικοί, μέλη της Δίκυκλης Ομάδας Αστυνόμευσης (ΔΙΑΣ), ήταν ήδη παρόντες όταν ο Παύλος Φύσσας και οι φίλοι του περικυκλώθηκαν από μέλη της Ναζιστικής οργάνωσης, αλλά ότι δεν παρενέβησαν όταν ο Παύλος κυνηγήθηκε από ορισμένους από αυτούς και στη συνέχεια μαχαιρώθηκε από τον Γιώργο Ρουπακιά. Κάτι που επιβεβαιώθηκε και από τις διαδιβάσεις της Αστυνομίας εκείνη την ημέρα.

Την επόμενη μέρα δυνάμεις των ΜΑΤ διασκόρπισαν διαδηλωτές, οι οποίοι διαμαρτύρονταν για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, χρησιμοποιώντας χημικά και γκλοπ. Συνολικά, 31 διαδηλωτές χρειάστηκε να αναζητήσουν ιατρική περίθαλψη, πολλοί από αυτούς με τραύματα στο κεφάλι. Οι διαδηλωτές ανέφεραν ότι είχαν ξυλοκοπηθεί με γκλοπ της αστυνομίας, κράνη και ασπίδες. Επίσης ανέφεραν ότι μέλη της Χρυσής Αυγής τους πέταγαν πέτρες, ενώ τα ΜΑΤ στέκονταν άπραγα χωρίς να τους προστατεύουν. Ο Γαβριήλ, ένας 32χρονος διαδηλωτής, έχασε τότε το δεξί του μάτι και μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου του 2013 είχε υποβληθεί σε τρεις εγχειρήσεις.

Η περίπτωση του Παύλου Φύσσα ενεργοποίησε μια μεγάλη αστυνομική έρευνα σχετικά με τις δραστηριότητες της Χρυσής Αυγής και τους δεσμούς της με την αστυνομία. Ακόμη και ο Νίκος Δένδιας, γνωστός για τα άγρια κατασταλτικά μέτρα που έλαβε όσο βρισκόταν στη θέση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στους Financial Times το 2013, είχε παραδεχτεί πως η Χρυσή Αυγή έχει διεισδύσει στην Ελληνική Αστυνομία και είχε ενημερώσει πως κάλεσε «Tο τμήμα εσωτερικών υποθέσεων για να εξακριβώσει τι είδους δομές έχει η Χρυσή Αυγή στην ΕΛ.ΑΣ.».

Τον Νοέμβριο του 2014 η καθηγήτρια εγκληματολογίας Αναστασία Τσουκαλά, αποκάλυψε άλλο ένα περιστατικό φασιστικής νοοτροπίας που διέπει μέρος της Ελληνικής Αστυνομίας. Όπως είχε αναφέρει, όταν έδινε διάλεξη σε τριτοετείς δόκιμους της ΕΛ.ΑΣ. με θέμα το φασισμό και την ξενοφοβία, ένας δόκιμος αξιωματικός της δήλωσε πως διαφωνεί ριζικά με το θέμα της διάλεξης αναφέροντας «Μα είμαστε φασίστες και είμαστε περήφανοι που είμαστε φασίστες. Υπάρχει κανένα πρόβλημα;». Στη συνέχεια καταχειροκροτήθηκε, ενώ ουσιαστική απάντηση για τη συμπεριφορά των Δόκιμων Αξιωματικών, δεν δόθηκε ουσιαστικά ποτέ.

Κατά πολλούς, δεν είναι τυχαίο ότι λίγους μήνες μετά, στις πρώτες εκλογές του 2015, η Χρυσή Αυγή υπερψηφίστηκε από τους αστυνομικούς και παρά τον ντόρο που δημιουργήθηκε υπερψηφίστηκε και στις δεύτερες εκλογές που έγιναν το ίδιο έτος. Μάλιστα στην προεκλογική περίοδο του 2015 που διεξήχθησαν τον Ιανουάριο, η Χρυσή Αυγή περηφανευόταν πως στα ψηφοδέλτια της συμμετέχουν 21 ένστολοι, εκ των οποίων και δυο απόστρατοι αξιωματικοί.

Οι θάνατοι και οι βασανισμοί στα Αστυνομικά Τμήματα

Από τα κρούσματα αστυνομικής βίας δεν λείπουν και οι βασανισμοί στα Αστυνομικά Τμήματα. Αποκορύφωμα αυτής της τακτικής συγκάλυψης ήταν ο θάνατος Αλβανού μετανάστη στο Αστυνομικό Τμήμα Πατησίων το 2016. Ο μετανάστης ενώ πήγε να δώσει το παρών στο συγκεκριμένο Α.Τ. εξαφανίστηκε μυστηριωδώς και βρέθηκε μέρες αργότερα από την οικογένεια του στα αγνώστων στοιχείων πτώματα. Ο ξάδερφος του 29χρονου, δίνοντας συνέντευξη στην αλβανική εφημερίδα Shqipπου έφερε τον τίτλο «Αν είχαμε καθυστερήσει λίγο ακόμη δεν θα τον βρίσκαμε ούτε νεκρό», καταγγέλει πως η Ελληνική Αστυνομία ήθελε να καλύψει τον θάνατο του Marinkolaj. Στα έγγραφα που έχουν μέχρι στιγμής «Αναφέρεται πως η Ελληνική Πολιτεία θα πρέπει να περιμένει δέκα μέρες μέχρι να θάψει μια σορό χωρίς στοιχεία» και πως «Δεν γνωρίζουν για ποιο λόγο καταχωρήθηκε στο νεκροτομείο σαν σορός αγνώστων στοιχείων, από τη στιγμή η αστυνομία ήξερε το ονοματεπώνυμο του».

Ο πατέρας του 29χρονου, κατήγγειλε πως αναζητούσαν το γιο του επί οκτώ ημέρες και όταν επικοινώνησαν με το αστυνομικό τμήμα όπου έδινε το παρών, τους είπαν πως δεν ήταν εκεί χωρίς να τους ενημερώσουν για το θάνατο του και χωρίς να του δώσουν κανενός είδους πληροφορία. Σύμφωνα με τον πατέρα του, ο Marnikollaj είχε όλα τα απαραίτητα έγγραφα μαζί του, όπως το διαβατήριο του, κάτι που δεν δικαιολογεί την προσπάθεια να θαφτεί το πτώμα σαν σορός αγνώστων στοιχείων. Η σορός του Marinkolaj, έφτασε στην Αλβανία, στην γενέτειρα του, την πόλη Λέζα, και στη συνέχεια στάλθηκε σε Αλβανό ιατροδικαστή, ο οποίος διαπίστωσε τον βασανισμό του πρώην κρατουμένου κατά τη νεκροψία σύμφωνα με τη συνέντευξη. Ο ξάδερφος του 29χρονου, τόνισε πως από την προκαταρκτική αυτοψία που έγινε «Προέκυψαν εμφανή σημάδια βίας στο σώμα αλλά και το πρόσωπο του, ενώ δεν εμφάνιζε κανένα σημάδι από πτώση οποιουδήποτε ορόφου». Ακόμη δεν έχει αποδοθεί δικαιοσύνη γι' αυτό το θάνατο, ενώ τα αποτελέσματα της Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης, αν διενεργήθηκε, δεν έχουν δοθεί στην οικογένεια.

Σύμφωνα με ακόμη μια καταγγελία, στις 27 Σεπτεμβρίου του ίδου έτους, πέντε ανήλικα παιδιά και δύο ενήλικες προσήχθησαν στο Τμήμα Ομόνοιας «στο πλαίσιο έρευνας πληροφοριών για οπλισμό», καθώς είχαν μαζί τους ψεύτικα όπλα-παιχνίδια για τις ανάγκες θεατρικής παράστασης που θα συμμετείχαν. Στο αστυνομικό τμήμα απαγορεύτηκε στα προσαχθέντα παιδιά να χρησιμοποιήσουν τα κινητά τους, ενώ εξαναγκάστηκαν να γδυθούν κι έπειτα να κάνουν κύκλους γυμνά σε ένα μικρό δωμάτιο, υπό τα βλέμματα των αστυνομικών. Όσα, μάλιστα, αρνήθηκαν να κατεβάσουν το εσώρουχό τους, χτυπήθηκαν, εξυβρίστηκαν με σχόλια ρατσιστικού και σεξουαλικού περιεχομένου. Καταγγέλλεται επίσης ότι τα παιδιά κρατήθηκαν επί επτά ώρες, χωρίς την δυνατότητα να πιουν νερό, ανάμεσα σε ποινικούς προσαχθέντες και χρήστες ναρκωτικών.

Τον Σεπτέμβριο του 2017 η Κίνηση Ενωμένοι Ενάντια στο Ρατσισμό και τη Φασιστική Απειλή (ΚΕΕΡΦΑ) και ο δημοτικός σύμβουλος με την Ανταρσία στις Γειτονιές της Αθήνας, Πέτρος Κωνσταντίνου θα κάνουν καταγγελία για ξυλοδαρμό μετανάστη μουσικού δρόμου στην πλατεία Μοναστηρακίου αλλά και στο ΑΤ Ομόνοιας. Στις 30 Ιανουαρίου 2018, μια ασκούμενη δικηγόρος που θέλησε να καταγγείλει στο ΑΤ Ομονοίας περιστατικό αυθαιρεσίας σε βάρος μετανάστη, βρέθηκε τελικά η ίδια κατηγορούμενη για απείθεια και εξύβριση. Φυσικά δεν ήταν το μόνο περιστατικό βασανισμού και εξευτελιστικής μεταχείρισης ανθρώπων που έχει αποκαλυφθεί για το συγκεκριμένο Α.Τ. και για τα Αστυνομικά Τμήματα εν γένει.

Μεταξύ άλλων, η Επιτροπή για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων του Συμβουλίου της Ευρώπης (CPT) έχει κατακεραυνώσει τη χώρα μας για τις συνθήκες κράτησης στα ελληνικά σωφρονιστικά ιδρύματα.Όπως υπογράμμιζαν στην έκθεση τους «Η κακομεταχείριση από αστυνομικούς στα Τμήματα Ασφαλείας, ιδιαιτέρως εις βάρος αλλοδαπών, μεταξύ άλλων και για την απόσπαση ομολογίας συνεχίζει να αποτελεί συνήθη πρακτική, κυρίως στο Αστυνομικό Τμήμα Αγίου Παντελεήμονα στην Αθήνα και στο Αστυνομικό Τμήμα Πλατείας Δημοκρατίας στη Θεσσαλονίκη. Οι αλλοδαποί αντιμετωπίζονται από πολλές απόψεις ως ύποπτοι για τη διάπραξη εγκλημάτων». Η Επιτροπή έχει καλέσει αρκετές φορές τις Αρχές να αναγνωρίσουν πλήρως το «διαδεδομένο και βαθιά ριζωμένο πρόβλημα των κακομεταχειρίσεων που διαπράττονται από την αστυνομία» και έχει εισηγηθεί να δημιουργηθεί ένα σύστημα καταγραφής των ανακρίσεων της αστυνομίας σε ηχητικά αρχεία ή αρχεία βίντεο.

Σήμερα, ενώ η αποφασιστοποίηση της Αστυνομίας έχει βρεθεί πολλές φορές στο προσκήνιο μέσω εξαγγελιών των υπουργών που είχαν αναλάβει το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, ακόμη δεν έχει γίνει ούτε μισό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, ούτε και έχει ανακοινωθεί κάποιο θεσμικό πλαίσιο που να αφορά τον εκδημοκρατισμό της. Με πιο πρόσφατο παράδειγμα για την αποφασιστοποίηση που δεν έγινε ποτέ, είναι η υπόθεση του Ζακ Κωστόπουλου, ο οποίος πέρα από το δολοφονικό λιντσάρισμα που δέχτηκε, χτυπήθηκε και από τους άνδρες της ομάδας ΔΙΑΣ που βρέθηκαν στο σημείο. Στις 21 Σεπτεμβρίου, την ημέρα που ο 33χρονος άφηνε την τελευταία του πνοή στον πεζόδρομο της οδού Γλάδστωνος, πέρα από τις τραγικές παραλείψεις και τα λάθη που έγιναν (η Αστυνομία δεν ασφάλισε το χώρο, δεν πήρε αποτυπώματα, δεν συνέλεξε καταθέσεις αυτοπτών μαρτύρων) χειροπέδησε έναν ημιθανή άνθρωπο με αποτέλεσμα να μην μπορεί να γίνει αποτελεσματική ανάνηψη από το ΕΚΑΒ.

Αυτή τη στιγμή, η Αστυνομία ερευνάται για την εμπλοκή της στην υπόθεση μετά και την έκθεση του Ιατροδικαστή Σωκράτη Τσαντίρη ο οποίος διαπίστωσε πως όλα τα τραύματα που προκλήθηκαν στο σώμα του 33χρονου συνέβαλαν στο θάναττο του, συμπεριλαμβανομένων και των χτυπημάτων της Αστυνομίας. Η Όλγα Γεροβασίλη, Υπουργός Προστασίας του Πολίτη αυτό το διάστημα, ενώ είχε ανακοινώσει από την πρώτη στιγμή πως θα γίνει σχετική έρευνα, διέταξε Ένορκη Διοικητική Εξέταση πολύ αργότερα, μετά τη δημοσίευση των τοξικολογικών εξετάσεων, όταν αποδείχθηκε δηλαδή πως το θύμα δεν είχε καταναλώσει ουσίες. Όπως αποκάλυψε και ο αδερφός του θανόντα, Νίκος Κωστόπουλος, η ενημέρωση που υπάρχει μέχρι στιγμής είναι πως άλλαξαν 3 φορές τον επικεφαλής της ΕΔΕ, επειδή οι προηγούμενοι αρνήθηκαν να διενεργήσουν σωστή έρευνα.

Η αλήθεια είναι πως σε ένα κείμενο δεν χωρούν όλα τα περιστατικά αυθαιρεσίας και ατιμωρησίας που έχουν συμβεί κατά το παρελθόν. Το βέβαιο είναι πως δεν πρόκειται για μεμονωμένα περιστατικά, αφού ακόμη και στην τελευταία περίπτωση, αυτή του Κωστόπουλου ο πρόεδρος της Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων Αθηνών κ. Δημοσθένης Πάκος, μιλώντας στο κεντρικό Δελτίο του ΑΝΤ1, ανέφερε πως «Όλες οι αστυνομικές πρακτικές λένε τα ίδια πράγματα. Πάνε σε ένα συμβάν στο οποίο καλούνται να αντιμετωπίσουν ένα άτομο οπλισμένο σε αμόκ. Αυτό γνωρίζουν. Τίποτα άλλο. Για να χειροπεδηθεί και να μην τραυματιστεί διερχόμενος πολίτης ή ο ίδιος, αυτή είναι η πρακτική. Σ' όποιον αρέσει». Αρνήθηκε όμως να απαντήσει σε ερωτήσεις όπως «Γιατί κλωτσούν έναν ήδη ακινητοποιημένο και αιμόφυρτο άνθρωπο;», καθώς και «Γιατί ο αστυνομικός κρατάει το μαχαίρι που θεωρείται πειστήριο του υποτιθέμενου εγκλήματος με γυμνά χέρια;». Ο γενικός γραμματέας των Ειδικών Φρουρών, Στράτος Μαυροειδάκος, δικαιολόγησε τις ενέργειες των αστυνομικών, χαρακτηρίζοντάς τες ως «νόμιμη αστυνομική βία». Όπως είπε, «Αυτή είναι η διεθνής αστυνομική πρακτική για να χειροπεδήσεις άτομο που είναι επικίνδυνο. Κάνουν άριστα τη δουλειά τους. Δεν θα πάει ο αστυνομικός με τριαντάφυλλο για να χειροπεδήσει κάποιον. Είμαι πολύ σίγουρος ότι δεν έδινε τα χέρια του για να του περάσουν χειροπέδες. Έχουν κάνει τη δουλειά τους πάρα πολύ καλά». 

Ο παγιωμένος ρατσισμός, η χρήση υπερβολικής βίας και η βαθιά ριζωμένη κουλτούρα ατιμωρησίας αποτελούν μάστιγα για την Ελληνική Αστυνομία. Διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις έχουν αποτύχει να αναγνωρίσουν - πόσω μάλλον να αντιμετωπίσουν- τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων από αστυνομικούς και τη συνεχιζόμενη ατιμωρησία. Δεν έχει γίνει καμιά προσπάθεια να δημιουργήσουν έστω έναν ανεξάρτητο μηχανισμό διερεύνησης καταγγελιών για την αστυνομία, ο οποίος θα διερευνά ισχυρισμούς για παράνομη συμπεριφορά αστυνομικών. Ή τουλάχιστον να υπενθυμίσουν στην ΕΛ.ΑΣ. πως δουλειά τους είναι η σύλληψη, η προσαγωγή, η έρευνα και η ανάκριση. Όχι το να επιβάλλουν οι ίδιοι τη δικαιοσύνη όπως την αντιλαμβάνονται, δολοφονώντας ανθρώπους και προκαλώντας τους αναπηρίες. Διότι μέχρι σήμερα, από τον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο, μέχρι και τον Ζακ Κωστόπουλο, διαπιστώνουμε καθημερινά πως δεν υπήρξε μόνο ένας Κορκονέας στην Ελληνική Αστυνομία, αλλά πολλοί.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.