Τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’20, τα χρόνια που ακολούθησαν το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, υπήρξαν χρόνια ευημερίας για τους περισσότερους Αμερικανούς.
Η οικονομία βρισκόταν σε διαρκή ανάπτυξη, ενώ οι τιμές των μετοχών στα χρηματιστήρια είχαν εκτοξευτεί στα ύψη. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας, περισσότεροι από 25 εκατομμύρια Αμερικάνοι είχαν τοποθετήσει χρήματα στο χρηματιστήριο, προκειμένου αυτά να «αβγατίσουν» και να αποκομίσουν σημαντικά κέρδη.
Το «καλύτερο» για τους Αμερικανούς εκείνης της εποχής ήταν πως δεν χρειάζονταν πολλά χρήματα για να πάρεις μέρος σε αυτό το πάρτι. Μπορούσες εύκολα να δανειστείς χρήματα για να αγοράσεις μετοχές, χρησιμοποιώντας ως εγγύηση την αξία των ίδιων των μετοχών, που αγόραζες.
Ωστόσο όπως αποδείχθηκε όλο αυτό το χρυσοφόρο οικοδόμημα δεν ήταν παρά ένα πύργος από τραπουλόχαρτα και ως τέτοιος κατάρρευσε, όταν ξεκίνησε η κατακόρυφη πτώση των τιμών των μετοχών.
Ολόκληρη η δομή ξεχαρβαλώθηκε και η κρίση εξαπλώθηκε σαν ντόμινο σε όλο τον κόσμο, όπως συνέβη στη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, βυθίζοντας τη παγκόσμια οικονομία στη Μεγάλη Ύφεση, ενώ ο κόσμος βάδιζε προς τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η αρχή της μεγαλύτερης οικονομικής κρίσης του 20ου αιώνα
Οι πρώτες δονήσεις του σεισμού που θα ακολουθούσε και θα προκαλούσε τη μεγαλύτερη παγκόσμια οικονομική κρίση του 20ου αιώνα, σημειώθηκαν τον Σεπτέμβριο του 1929. Ήταν οι πρώτες φήμες για μια πτώση των μετοχών και οι αναφορές σε ένα σαθρό χρηματοπιστωτικό οικοδόμημα. Η πρώτη πτώση καταγράφηκε στις αρχές του Σεπτεμβρίου, ωστόσο η αγορά πήρε και πάλι τα πάνω της, μόνο προσωρινά.
Τα σκαμπανεβάσματα στις τιμές των μετοχών θα συνεχιστούν και τον Οκτώβριο. Μέχρι την 24η Οκτωβρίου του 1929. Ήταν η «Μαύρη Πέμπτη», όπως έμεινε στην ιστορία. Σε αντίθεση με ότι είχε συμβεί μέχρι τότε, εκείνη την ημέρα η πτώση των τιμών των μετοχών πυροδότησε μια έκρηξη πανικού και πωλήσεων σε τρελούς ρυθμούς, που το χρηματιστήριο αδυνατούσε να παρακολουθήσει τις συναλλαγές.
Τα μεγάλα κεφαλαία της Wall Street θα επιχειρήσουν να αντιστρέψουν το κλίμα προχωρώντας σε αγορές τις επόμενες δύο ημέρες. Όμως η προσπάθειά τους ήταν μάταια. Η ελεύθερη πτώση είχε ήδη αρχίσει και ο κόσμος θα ερχόταν αντιμέτωπος με μια παγκόσμια οικονομική κρίση, που μέχρι τότε δεν είχε βιώσει ξανά.
Πέντε ημέρες αργότερα, τη «Μαύρη Τρίτη», στις 29 Οκτωβρίου του 1929, ήρθε και το τελειωτικό χτύπημα. Οι αγορές δεν μπορούσαν πλέον να ανατρέψουν το κλίμα και η αίθουσα των συναλλαγών μετατράπηκε σε ένα φρενοκομείο.
Όπως γράφει το eyewitnesshistory, μεταφέροντας τη διήγηση ενός αυτόπτη μάρτυρα, οι επενδυτές «έκλαιγαν και ούρλιαζαν, τραβούσε ο ένας το περιλαίμιο του άλλου. Ήταν ένα μάτσο από τρελούς άνδρες. Κάποιοι κατέρρεαν στο έδαφος». Ήταν η αρχή της συντριβής αν και λίγοι εκείνη την περίοδο μπορούσαν να προβλέψουν τα όσα θα ακολουθούσαν. Τριάντα δισεκατομμύρια δολάρια είχαν χαθεί μέσα σε λίγο χρόνο, πάνω από το διπλάσιο ποσό του αμερικανικού εθνικού χρέους.
Μέσα στο χρηματιστήριο
Ανησυχία έξω από το χρηματιστήριο
Ο Τζόναθαν Λέοναρντ, ένας δημοσιογράφος που κάλυπτε εκείνη την περίοδο τις εξελίξεις από τη Wall Street, διηγείται: «Το Σαββατοκύριακο (μετά την εβδομάδα της “Μαύρης Τρίτης”) τα φώτα στα μεγάλα κτίρια της Wall Street δεν έσβησαν. Οι υπάλληλοι προσπαθούσαν να μείνουν ξύπνιοι, καταρρακωμένοι, συνέχιζαν να δουλεύουν, ώστε να προετοιμάσουν το άνοιγμα της Δευτέρας. Οι χρηματιστές με φρίκη παρακολουθούσαν τις εντολές πώλησης να συσσωρεύονται. Δεν ήταν μια “πλημμύρα”. Ήταν ένας “κατακλυσμός”. Όλοι ήθελαν να πουλήσουν, από αυτόν που είχε πέντε μετοχές μέχρι αυτόν που είχε δέκα χιλιάδες. Το τέλος τις εβδομάδας δεν είχε αλλάξει καθόλου το κλίμα.
Οι υπάλληλοι του χρηματιστηρίου δούλεψαν για 48 ώρες συνεχόμενα. Εδώ κάποιοι έχουν καταρρεύσει σε παρακείμενο γυμναστήριο.
Αν και υποτίθεται πως όλοι ήταν σε επιφυλακή, το άνοιγμα της Δευτέρας ήταν καταστροφή. Η κεφαλαιακή ασπίδα υποστήριξης έσπασε αμέσως. Η έναρξη ήταν πτωτική και η πτώση συνεχίστηκε όλη την ημέρα. Κατά διαστήματα υπήρχαν φήμες πως οι τράπεζες θα γυρίσουν το κλίμα επενδύοντας, ωστόσο αυτό δεν συνέβη. Προφανώς τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα είχαν εγκαταλείψει την αγορά στην τύχη της. Πολλοί σκέφτηκαν πως ίσως σκόπευαν να επωφεληθούν από την πτώση αγοράζοντας φτηνά τις μετοχές μετά το ναυάγιο. “Πολύ καλά”, είπε ο μικρός επενδυτής, “θα κάνω και εγώ το ίδιο”».
Συνεχίζοντας τη μαρτυρία του, ο Λέοναρντ διηγείται πως εκείνο το βράδυ η Wall Street φωτίστηκε σαν χριστουγεννιάτικο δέντρο από τα φώτα των γραφείων που παρέμειναν ανοιχτά όλη τη νύχτα. Την επόμενη ημέρα, τα πρωτοσέλιδα των πρωινών εφημερίδων ήταν “μαύρα”. Εκτός από την ανεπαίσθητη ελπίδα πως οι μεγάλες τράπεζες κάποια στιγμή θα αντιδράσουν, δεν υπήρχε τίποτα ευοίωνο στα πρωτοσέλιδα. Ωστόσο στις εσωτερικές σελίδες η “χαρούμενη χορωδία” συνέχιζε σε εύθυμους, όπως πάντα ρυθμούς. Τραπεζικά στελέχη υποστήριζαν πως έρχονται μεγάλες αγορές, που θα τονώσουν το χρηματιστήριο, ενώ οι χρηματιστές ανέλυαν γιατί δεν πρόκειται να συνεχιστεί η πτωτική πορεία.
Δεν ήταν όμως μόνο οι οικονομικοί παράγοντες που έστελναν αισιόδοξα μηνύματα. Όλοι προσποιούνταν πως τα ψεύτικα χαμόγελα και θα έδιωχναν μακριά το πρόβλημα. Για παράδειγμα ο δήμαρχος της Νέας Υόρκης, Τζίμι Γουόκερ, ζήτησε από τους τότε κινηματογράφους να προβάλουν μόνο χαρούμενες εικόνες. Ο Λέοναρντ αναφέρεται ακόμη στο ρόλο των περιοδικών και του Τύπου που επιχειρούσε να δημιουργήσει έναν κλίμα ευφορίας, δημιουργώντας ψευδαισθήσεις. Καλούσαν τον κόσμο να αγοράσει είδη πολυτελείας επί πιστώσει και να αδιαφορεί για τις εξελίξεις στη Wall Street. Σύμφωνα με αυτά τα δημοσιεύματα οι καλές εποχές θα συνεχίζονταν. Όμως αυτές οι παιδαριώδεις προσπάθειες μαζικής ψυχολογικής τόνωσης απέτυχαν παταγωδώς.
Καθησυχαστικά πρωτοσέλιδα
Τα πρωτοσέλιδα μετά το κραχ
«Η Τρίτη, 29 Οκτωβρίου, ήταν η χειρότερη μέρα από όλες. Με το άνοιγμα του χρηματιστηρίου, στην πρώτη μισή ώρα, είχαν δοθεί προς διαπραγμάτευση 3.259.800 μετοχές, αριθμός που αντιστοιχούσε μέχρι τότε στην κίνηση μιας ολόκληρης ημέρας. Τα αιτήματα για πωλήσεις δεν είχαν προηγούμενο και έρχονταν από παντού με φρενήρεις ρυθμούς. Οι αγοραστές ήταν ελάχιστοι και σε κάποιες περιπτώσεις ήταν απόντες. Οι κάτοχοι μετοχών πιέζαν για πώλησή τους σε οποιαδήποτε τιμή. Επικρατούσε πανικός. Αυτό που εν μέρει είχαν καταφέρει να αποτρέψουν με τις παρεμβάσεις τους οι τράπεζες τις προηγούμενες ημέρες, τώρα βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη».
Πανικός έξω από το χρηματιστήριο
Κόσμος συνωστίζεται στις τράπεζες για να σηκώσει τις καταθέσεις του
Μεγάλα κεφάλαια δοκίμασαν να παρέμβουν αγοράζοντας μετοχές, ωστόσο όλες οι προσπάθειες τους αποδείχθηκαν ανεπαρκείς για να σταματήσουν την καταστροφή.
Η Μεγάλη Ύφεση είναι πια γεγονός
Η οικονομία βρισκόταν σε διαρκή ανάπτυξη, ενώ οι τιμές των μετοχών στα χρηματιστήρια είχαν εκτοξευτεί στα ύψη. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας, περισσότεροι από 25 εκατομμύρια Αμερικάνοι είχαν τοποθετήσει χρήματα στο χρηματιστήριο, προκειμένου αυτά να «αβγατίσουν» και να αποκομίσουν σημαντικά κέρδη.
Το «καλύτερο» για τους Αμερικανούς εκείνης της εποχής ήταν πως δεν χρειάζονταν πολλά χρήματα για να πάρεις μέρος σε αυτό το πάρτι. Μπορούσες εύκολα να δανειστείς χρήματα για να αγοράσεις μετοχές, χρησιμοποιώντας ως εγγύηση την αξία των ίδιων των μετοχών, που αγόραζες.
Ωστόσο όπως αποδείχθηκε όλο αυτό το χρυσοφόρο οικοδόμημα δεν ήταν παρά ένα πύργος από τραπουλόχαρτα και ως τέτοιος κατάρρευσε, όταν ξεκίνησε η κατακόρυφη πτώση των τιμών των μετοχών.
Ολόκληρη η δομή ξεχαρβαλώθηκε και η κρίση εξαπλώθηκε σαν ντόμινο σε όλο τον κόσμο, όπως συνέβη στη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, βυθίζοντας τη παγκόσμια οικονομία στη Μεγάλη Ύφεση, ενώ ο κόσμος βάδιζε προς τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η αρχή της μεγαλύτερης οικονομικής κρίσης του 20ου αιώνα
Οι πρώτες δονήσεις του σεισμού που θα ακολουθούσε και θα προκαλούσε τη μεγαλύτερη παγκόσμια οικονομική κρίση του 20ου αιώνα, σημειώθηκαν τον Σεπτέμβριο του 1929. Ήταν οι πρώτες φήμες για μια πτώση των μετοχών και οι αναφορές σε ένα σαθρό χρηματοπιστωτικό οικοδόμημα. Η πρώτη πτώση καταγράφηκε στις αρχές του Σεπτεμβρίου, ωστόσο η αγορά πήρε και πάλι τα πάνω της, μόνο προσωρινά.
Τα σκαμπανεβάσματα στις τιμές των μετοχών θα συνεχιστούν και τον Οκτώβριο. Μέχρι την 24η Οκτωβρίου του 1929. Ήταν η «Μαύρη Πέμπτη», όπως έμεινε στην ιστορία. Σε αντίθεση με ότι είχε συμβεί μέχρι τότε, εκείνη την ημέρα η πτώση των τιμών των μετοχών πυροδότησε μια έκρηξη πανικού και πωλήσεων σε τρελούς ρυθμούς, που το χρηματιστήριο αδυνατούσε να παρακολουθήσει τις συναλλαγές.
Τα μεγάλα κεφαλαία της Wall Street θα επιχειρήσουν να αντιστρέψουν το κλίμα προχωρώντας σε αγορές τις επόμενες δύο ημέρες. Όμως η προσπάθειά τους ήταν μάταια. Η ελεύθερη πτώση είχε ήδη αρχίσει και ο κόσμος θα ερχόταν αντιμέτωπος με μια παγκόσμια οικονομική κρίση, που μέχρι τότε δεν είχε βιώσει ξανά.
Πέντε ημέρες αργότερα, τη «Μαύρη Τρίτη», στις 29 Οκτωβρίου του 1929, ήρθε και το τελειωτικό χτύπημα. Οι αγορές δεν μπορούσαν πλέον να ανατρέψουν το κλίμα και η αίθουσα των συναλλαγών μετατράπηκε σε ένα φρενοκομείο.
Όπως γράφει το eyewitnesshistory, μεταφέροντας τη διήγηση ενός αυτόπτη μάρτυρα, οι επενδυτές «έκλαιγαν και ούρλιαζαν, τραβούσε ο ένας το περιλαίμιο του άλλου. Ήταν ένα μάτσο από τρελούς άνδρες. Κάποιοι κατέρρεαν στο έδαφος». Ήταν η αρχή της συντριβής αν και λίγοι εκείνη την περίοδο μπορούσαν να προβλέψουν τα όσα θα ακολουθούσαν. Τριάντα δισεκατομμύρια δολάρια είχαν χαθεί μέσα σε λίγο χρόνο, πάνω από το διπλάσιο ποσό του αμερικανικού εθνικού χρέους.
Μέσα στο χρηματιστήριο
Ανησυχία έξω από το χρηματιστήριο
Ο Τζόναθαν Λέοναρντ, ένας δημοσιογράφος που κάλυπτε εκείνη την περίοδο τις εξελίξεις από τη Wall Street, διηγείται: «Το Σαββατοκύριακο (μετά την εβδομάδα της “Μαύρης Τρίτης”) τα φώτα στα μεγάλα κτίρια της Wall Street δεν έσβησαν. Οι υπάλληλοι προσπαθούσαν να μείνουν ξύπνιοι, καταρρακωμένοι, συνέχιζαν να δουλεύουν, ώστε να προετοιμάσουν το άνοιγμα της Δευτέρας. Οι χρηματιστές με φρίκη παρακολουθούσαν τις εντολές πώλησης να συσσωρεύονται. Δεν ήταν μια “πλημμύρα”. Ήταν ένας “κατακλυσμός”. Όλοι ήθελαν να πουλήσουν, από αυτόν που είχε πέντε μετοχές μέχρι αυτόν που είχε δέκα χιλιάδες. Το τέλος τις εβδομάδας δεν είχε αλλάξει καθόλου το κλίμα.
Οι υπάλληλοι του χρηματιστηρίου δούλεψαν για 48 ώρες συνεχόμενα. Εδώ κάποιοι έχουν καταρρεύσει σε παρακείμενο γυμναστήριο.
Αν και υποτίθεται πως όλοι ήταν σε επιφυλακή, το άνοιγμα της Δευτέρας ήταν καταστροφή. Η κεφαλαιακή ασπίδα υποστήριξης έσπασε αμέσως. Η έναρξη ήταν πτωτική και η πτώση συνεχίστηκε όλη την ημέρα. Κατά διαστήματα υπήρχαν φήμες πως οι τράπεζες θα γυρίσουν το κλίμα επενδύοντας, ωστόσο αυτό δεν συνέβη. Προφανώς τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα είχαν εγκαταλείψει την αγορά στην τύχη της. Πολλοί σκέφτηκαν πως ίσως σκόπευαν να επωφεληθούν από την πτώση αγοράζοντας φτηνά τις μετοχές μετά το ναυάγιο. “Πολύ καλά”, είπε ο μικρός επενδυτής, “θα κάνω και εγώ το ίδιο”».
Συνεχίζοντας τη μαρτυρία του, ο Λέοναρντ διηγείται πως εκείνο το βράδυ η Wall Street φωτίστηκε σαν χριστουγεννιάτικο δέντρο από τα φώτα των γραφείων που παρέμειναν ανοιχτά όλη τη νύχτα. Την επόμενη ημέρα, τα πρωτοσέλιδα των πρωινών εφημερίδων ήταν “μαύρα”. Εκτός από την ανεπαίσθητη ελπίδα πως οι μεγάλες τράπεζες κάποια στιγμή θα αντιδράσουν, δεν υπήρχε τίποτα ευοίωνο στα πρωτοσέλιδα. Ωστόσο στις εσωτερικές σελίδες η “χαρούμενη χορωδία” συνέχιζε σε εύθυμους, όπως πάντα ρυθμούς. Τραπεζικά στελέχη υποστήριζαν πως έρχονται μεγάλες αγορές, που θα τονώσουν το χρηματιστήριο, ενώ οι χρηματιστές ανέλυαν γιατί δεν πρόκειται να συνεχιστεί η πτωτική πορεία.
Δεν ήταν όμως μόνο οι οικονομικοί παράγοντες που έστελναν αισιόδοξα μηνύματα. Όλοι προσποιούνταν πως τα ψεύτικα χαμόγελα και θα έδιωχναν μακριά το πρόβλημα. Για παράδειγμα ο δήμαρχος της Νέας Υόρκης, Τζίμι Γουόκερ, ζήτησε από τους τότε κινηματογράφους να προβάλουν μόνο χαρούμενες εικόνες. Ο Λέοναρντ αναφέρεται ακόμη στο ρόλο των περιοδικών και του Τύπου που επιχειρούσε να δημιουργήσει έναν κλίμα ευφορίας, δημιουργώντας ψευδαισθήσεις. Καλούσαν τον κόσμο να αγοράσει είδη πολυτελείας επί πιστώσει και να αδιαφορεί για τις εξελίξεις στη Wall Street. Σύμφωνα με αυτά τα δημοσιεύματα οι καλές εποχές θα συνεχίζονταν. Όμως αυτές οι παιδαριώδεις προσπάθειες μαζικής ψυχολογικής τόνωσης απέτυχαν παταγωδώς.
Καθησυχαστικά πρωτοσέλιδα
Τα πρωτοσέλιδα μετά το κραχ
«Η Τρίτη, 29 Οκτωβρίου, ήταν η χειρότερη μέρα από όλες. Με το άνοιγμα του χρηματιστηρίου, στην πρώτη μισή ώρα, είχαν δοθεί προς διαπραγμάτευση 3.259.800 μετοχές, αριθμός που αντιστοιχούσε μέχρι τότε στην κίνηση μιας ολόκληρης ημέρας. Τα αιτήματα για πωλήσεις δεν είχαν προηγούμενο και έρχονταν από παντού με φρενήρεις ρυθμούς. Οι αγοραστές ήταν ελάχιστοι και σε κάποιες περιπτώσεις ήταν απόντες. Οι κάτοχοι μετοχών πιέζαν για πώλησή τους σε οποιαδήποτε τιμή. Επικρατούσε πανικός. Αυτό που εν μέρει είχαν καταφέρει να αποτρέψουν με τις παρεμβάσεις τους οι τράπεζες τις προηγούμενες ημέρες, τώρα βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη».
Πανικός έξω από το χρηματιστήριο
Κόσμος συνωστίζεται στις τράπεζες για να σηκώσει τις καταθέσεις του
Μεγάλα κεφάλαια δοκίμασαν να παρέμβουν αγοράζοντας μετοχές, ωστόσο όλες οι προσπάθειες τους αποδείχθηκαν ανεπαρκείς για να σταματήσουν την καταστροφή.
Η Μεγάλη Ύφεση είναι πια γεγονός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.