Στην ταινία «Ο Ασυμβίβαστος», του Ανδρέα Θωμόπουλου, υπάρχει αυτή η χαρακτηριστική σκηνή κατά την οποία η πλοκή θέλει τον Παύλο Σιδηρόπουλο, που υποδύεται λίγο-πολύ τον εαυτό του, να δίνει μια συνέντευξη περιγράφοντας το πώς είναι να βιοπορίζεσαι ως μουσικός παίζοντας τα τραγούδια σου στον δρόμο: «Πραγματικά είναι πολύ ενοχλητικό να παίζεις μετ’ εμποδίων. Θόρυβοι, αυτοκίνητα, καυσαέρια.
Ε, και δεν είναι τόσο αυτό, όσο άμα εμφανιστεί κανένας αστυφύλακας με άγριες διαθέσεις. Και καλά να σε διώξει. Πας κάπου αλλού και συνεχίζεις. Έτσι όμως και σε συλλάβει, εκεί είναι λίγο δύσκολα. Άσε που χάνεις και το μεροκάματο», έλεγε στην ταινία που γυρίστηκε το 1979.
Οι μουσικοί των δρόμων, εκείνοι που με κιθάρες, σαξόφωνα, τρομπέτες και λατέρνες, προσπαθούν να αντικαταστήσουν το άχρωμο βουητό της πόλης με νότες, κινδύνευαν μέχρι χθες να προσαχθούν από κάποιον αστυφύλακα, όπως ακριβώς περιέγραφε ο Παύλος Σιδηρόπουλος σ’ αυτήν την ταινία. Μια μουσικός που συνελήφθη το απόγευμα της Κυριακής στην Πλατεία Αριστοτέλους, στη Θεσσαλονίκη, έγινε η αφορμή να καταργηθεί το αναχρονιστικό άρθρο 407 του Ποινικού Κώδικα, που όριζε πως «Όποιος επαιτεί από φυγοπονία ή φιλοχρηματία ή κατά συνήθεια τιμωρείται με κράτηση έως έξι μήνες ή με πρόστιμο τρεις χιλιάδες ευρώ». Ένα άρθρο που ταλαιπωρούσε τους πλανόδιους καλλιτέχνες για δεκαετίες στην Ελλάδα, αφού σε αυτό βασίζονταν οι αστυνομικές Αρχές για να οδηγήσουν στο τμήμα τους μουσικούς των πόλεων.
Ε, και δεν είναι τόσο αυτό, όσο άμα εμφανιστεί κανένας αστυφύλακας με άγριες διαθέσεις. Και καλά να σε διώξει. Πας κάπου αλλού και συνεχίζεις. Έτσι όμως και σε συλλάβει, εκεί είναι λίγο δύσκολα. Άσε που χάνεις και το μεροκάματο», έλεγε στην ταινία που γυρίστηκε το 1979.
Οι μουσικοί των δρόμων, εκείνοι που με κιθάρες, σαξόφωνα, τρομπέτες και λατέρνες, προσπαθούν να αντικαταστήσουν το άχρωμο βουητό της πόλης με νότες, κινδύνευαν μέχρι χθες να προσαχθούν από κάποιον αστυφύλακα, όπως ακριβώς περιέγραφε ο Παύλος Σιδηρόπουλος σ’ αυτήν την ταινία. Μια μουσικός που συνελήφθη το απόγευμα της Κυριακής στην Πλατεία Αριστοτέλους, στη Θεσσαλονίκη, έγινε η αφορμή να καταργηθεί το αναχρονιστικό άρθρο 407 του Ποινικού Κώδικα, που όριζε πως «Όποιος επαιτεί από φυγοπονία ή φιλοχρηματία ή κατά συνήθεια τιμωρείται με κράτηση έως έξι μήνες ή με πρόστιμο τρεις χιλιάδες ευρώ». Ένα άρθρο που ταλαιπωρούσε τους πλανόδιους καλλιτέχνες για δεκαετίες στην Ελλάδα, αφού σε αυτό βασίζονταν οι αστυνομικές Αρχές για να οδηγήσουν στο τμήμα τους μουσικούς των πόλεων.
Ο Κώστας Κοσμάτος, δικηγόρος του Συλλόγου Μουσικών Βορείου Ελλάδος, περιγράφοντας το περιστατικό της προσαγωγής της μουσικού στο VICE Greece ανέφερε πως «Την Κυριακή στις 7 το απόγευμα, αστυνομικοί που περνούσαν σε περιπολία πεζή, προσήγαγαν στο Αστυνομικό Τμήμα Λευκού Πύργου μια κοπέλα που έπαιζε μουσική. Τυχαία εκείνη την ώρα περνούσε ένα μέλος του Συλλόγου Μουσικών Βορείου Ελλάδος και παρατήρησε το περιστατικό. Αφού ενημερώθηκα, επικοινώνησα με το Αστυνομικό Τμήμα για να μου διευκρινίσουν για ποιο λόγο κρατείται, μου απάντησαν πως είχε γίνει προφορική μήνυση από τους αστυνομικούς που περνούσαν από το σημείο και ότι το αδίκημα ήταν η επαιτεία. Η κοπέλα αφέθηκε ελεύθερη μετά από κάποια ώρα. Και αφέθηκε, ασφαλώς, διότι η επαιτεία είναι πταίσμα και δεν μπορεί να γίνει σύλληψη και κράτηση». Το Αστυνομικό Τμήμα Λευκού Πύργου αρνήθηκε να σχολιάσει την προσαγωγή της μουσικού, επικαλούμενο «τα προσωπικά δεδομένα» της.
Δεν ήταν όμως το μοναδικό περιστατικό προσαγωγής που αφορούσε καλλιτέχνες οι οποίοι εκφράζονταν στον δρόμο. Ειδικότερα στη Θεσσαλονίκη, το φαινόμενο ήταν τόσο συχνό, που ο Σύλλογος Μουσικών Βορείου Ελλάδος πριν από περίπου δυο χρόνια αναγκάστηκε να απευθυνθεί με μια αναφορά στον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών ώστε να δώσει κάποια εντολή στις αστυνομικές Αρχές να μην προσαγάγουν τους μουσικούς της πόλης.
Ο Δημήτρης Ζερβουδάκης, ένας από τους πρώτους καλλιτέχνες που ανέδειξαν την πρόσφατη προσαγωγή της μουσικού, εξηγεί μιλώντας στο VICE Greece πως αυτές οι διώξεις χρονικά πηγαίνουν πολύ πίσω, παρά την προσπάθεια των μουσικών να πείσουν τις αρμόδιες Αρχές πως η μουσική στον δρόμο δεν μπορεί να ταυτίζεται με την επαιτεία: «Αυτές οι προσαγωγές και οι τσαμπουκάδες δεν είχαν σταματήσει ποτέ. Ανάλογα με την εσωτερική διάθεση της Αστυνομίας, άλλοτε χαλαρώνουν και άλλοτε εντείνονται. Πολλές φορές και οι δημοτικές Αρχές βάζουν το χεράκι τους για να δημιουργηθεί ένα κακό κλίμα σε βάρος κυρίως των μουσικών και των καλλιτεχνών που προσπαθούν να εκφραστούν καλλιτεχνικά στον δρόμο. Ζούμε σε μια εποχή που τα πάντα είναι πάρα πολύ δύσκολα για πάρα πολύ κόσμο επαγγελματικά. Ειδικά για τους νεότερους αλλά και τους πιο παλιούς μουσικούς, αυτούς που έχουν βγει από το επάγγελμα, είναι δύσκολα τα πράγματα. Αυτό τους οδηγεί με ό,τι μπορείτε να φανταστείτε ότι συνθέτει τον όρο αξιοπρέπεια, να λειτουργήσουν με την τέχνη τους, που την αγαπούν πολύ, στον δρόμο. Τους οδηγεί στο περιθώριο, στον αποκλεισμό ή ακόμη και σε κάποια παραβατική αντιμετώπιση και συμπεριφορά για τη ζωή τους. Δεν είναι δυνατόν στις περισσότερες χώρες να είναι θεσμοθετημένη η παρουσία των καλλιτεχνών στον δρόμο και να διώκονται στη μητρόπολη που λέγεται Θεσσαλονίκη. Δεν είναι ανεκτό από εμάς τους Θεσσαλονικείς, πόσο μάλλον από το Σύλλογο μουσικών Βορείου Ελλάδος, ένα ιστορικό σωματείο, ιδρυμένο από το 1922. Φυσικά δεν θα μπορούσαμε να μείνουμε αμέτοχοι σε όλη αυτή την αντίθεση», τονίζει.
Οι προσαγωγές των μουσικών από την Αστυνομία συμβαίνουν σχεδόν σε όλες τις πόλεις της Ελλάδας, ωστόσο στη Θεσσαλονίκη το φαινόμενο ήταν εντονότερο. Η προσπάθεια της αποποινικοποίησης της μουσικής στην πόλη ξεκίνησε εντατικά πριν από περίπου δυο χρόνια, με μια τεράστια κινητοποίηση στην παραλία. Τότε, λέει ο Δημήτρης Ζερβουδάκης, «μουσικοί και καλλιτέχνες υποστηρίχθηκαν από ένα ποτάμι κόσμου. Η Θεσσαλονίκη αγκάλιασε και εμψύχωσε τα παιδιά της σε μια πρώτη δοκιμαστική πτήση με οργανωμένα πυρά ενταντίον αυτής της Μεταξικής διάταξης». Ωστόσο παρά την επαφή που είχε ο Σύλλογος Μουσικών Βορείου Ελλάδος με τις δικαστικές και Αστυνομικές Αρχές ώστε να υπάρξει μια ανοχή μέχρι να λυθεί νομοθετικά το ζήτημα, παρά τις διαβεβαιώσεις που πήραν από τους αρμόδιους, οι προσαγωγές των μουσικών της Θεσσαλονίκης συνεχίστηκαν.
Στο καπελάκι της μουσικού, που ήταν και η τελευταία περίπτωση «επαιτείας» στην Ελλάδα, βρέθηκε το ιλιγγιώδες ποσό των 7,40 ευρώ. Γι’ αυτό το ποσό θα αναγκαζόταν να απολογηθεί στο πταισματοδικείο και ενδεχομένως να καταδικαστεί. Μπροστά σε αυτό τον παραλογισμό, ο Σύλλογος Μουσικών Βορείου Ελλάδος κινητοποιήθηκε άμεσα πραγματοποιώντας μια άηχη διαμαρτυρία απέναντι από το Αστυνομικό Τμήμα Λευκού Πύργου την Τετάρτη 24/10, ενώ παράλληλα απευθύνθηκαν στον Νίκο Παρασκευόπουλο ώστε να κατατεθεί ερώτηση στη Βουλή σχετικά με το άρθρο 407.
Όπως επισημαίνει ο Δημήτρης Ζερβουδάκης, «Δεν υπήρξε η παραμικρή εκτροπή από πλευράς μας. Η μόνη εκτροπή που υπήρξε ήταν ότι ενώ είχαμε ανακοινώσει μια άηχη διαμαρτυρία, όταν διαβάσαμε ότι η τροπολογία που κατέβηκε στη Βουλή μπήκε προς ψήφιση και μάθαμε ότι απέχουμε μόλις λίγη ώρα πια από την κατάργηση αυτού του άρθρου,βγήκαν τα όργανα και ξεκίνησε μια γιορτή. Χαρήκαμε πάρα πολύ και τον αγαπημένο όλων μας, Manu Chao, ο οποίος με απίστευτο θάρρος και παρρησία στάθηκε δίπλα μας. Κάναμε μια συζήτηση στην οποία μας είπε ότι και στην Ισπανία υπάρχει ένα ίδιο απολειφάδι - νόμος του Franco. Εκεί τα πράγματα είναι λίγο χειρότερα γιατί κατάσχουν και τα όργανα των μουσικών και για να τα πάρουν πίσω οι μουσικοί πρέπει να καταβάλουν 200 ευρώ. Σκεφτείτε τι είναι αυτό για έναν μουσικό του δρόμου. Η δικτατορία του Franco ήταν ξαδερφάκι με τη δικτατορία του Μεταξά που εφηύρε νόμους περί επαιτείας και αλητείας στην Ελλάδα». Κλείνοντας, υπογραμμίζει πως πρόσφατα ένας μουσικός αναγκάστηκε να πληρώσει 140 ευρώ για δικαστικά έξοδα, παρά το γεγονός πως αθωώθηκε, ενώ τα προηγούμενα χρόνια σε αρκετά πταισματοδικεία καταδικάστηκαν αρκετοί καλλιτέχνες βάσει του συγκεκριμένου άρθρου.
Τελικά η τροπολογία για το άρθρο του 407, συντάχθηκε από τους Νίκο Παρασκευόπουλο, Τασία Χριστοδουλοπούλου και Βασίλη Τσίρκα, υπογράφηκε αρχικά από 46 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, έγινε δεκτή αρχικά από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Μιχάλη Καλογήρου, και εν συνεχεία υπερψηφίστηκε από την Βουλή το βράδυ της Τετάρτης. Όπως ανέφεραν οι βουλευτές στην αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας με την οποία ζητούνταν η κατάργηση του άρθρου: «Το αδίκημα της επαιτείας ανήκει στην κατηγορία των ψευδοαδικημάτων, καθώς κανένα έννομο αγαθό δεν προσβάλλεται από την πράξη αυτή. Ήδη ο αείμνηστος καθηγητής Ι. Μανωλεδάκης υποστήριζε ότι πρόκειται για παρέκκλιση από το ισχύον στη χώρα μας φιλελεύθερο ποινικό σύστημα, το οποίο προϋποθέτει για το αξιόποινο άδικες (προσβλητικές) πράξεις. Η αναφορά των όρων «φυγοπονία, φιλοχρηματία, κατά συνήθεια» στο άρθρο 407 του Ποινικού Κώδικα καθιστά όντως φανερή την ποινικοποίηση της σκέψης και του φρονήματος και όχι της άδικης πράξης. Για τους λόγους αυτούς και λαμβάνοντας υπόψη, ότι τον τελευταίο καιρό γίνεται συχνή εφαρμογή της συγκεκριμένης απαρχαιωμένης ρύθμισης με την προσαγωγή και ενίοτε σύλληψη καλλιτεχνών, κυρίως μουσικών του δρόμου από κεντρικά σημεία των μεγάλων αστικών κέντρων, προτείνουμε την κατάργηση του άρθρου 407 του Ποινικού Κώδικα».
Το συγκεκριμένο άρθρο μπορεί να είχε χρησιμοποιηθεί για να ποινικοποιήσει τη μουσική του δρόμου, εξισώνοντας τη με την επαιτεία, όμως χρησιμοποιήθηκε σε αρκετές περιπτώσεις για προσαγωγές ανθρώπων που όντως επαιτούσαν. Η αρχική ερώτηση των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ αφορούσε τους μουσικούς, όμως την επόμενη ημέρα κατατέθηκε τροπολογία για τη συνολική κατάργηση του 407.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτών των διώξεων είναι η προσαγωγή ατόμου το οποίο κατηγορήθηκε για επαιτεία από τη Δημόσια Κατήγορο της Θεσσαλονίκης και έφτασε στο πταισματοδικείο το 2015. Στην κατοχή του βρέθηκε το ποσό το 0,20 λεπτών. Όπως λέει στο VICE Greece ο Χαράλαμπος Κουρουνδής, ο συνήγορος που υπερασπίστηκε τον συγκεκριμένο άνθρωπο «Στην κατοχή του κατηγορουμένου βρέθηκε και κατασχέθηκε το ποσό των 20 λεπτών ως προϊόν επαιτείας. Γι’ αυτό πήγε στο δικαστήριο. Αθωώθηκε μεν από τον πταισματοδίκη, αλλά η πρόταση του εισαγγελέα ήταν να καταδικαστεί».
Δεν ήταν η μόνη τέτοια υπόθεση που έχει υπερασπιστεί, αφού έχουν υπάρξει περιπτώσεις άστεγων ή χρηστών που κατέληξαν στο πταισματοδικείο επειδή βρέθηκαν πάνω τους ποσά όπως 0,50 €. Εξηγώντας αυτήν την αναχρονιστική διάταξη, ο Χαράλαμπος Κουρουνδής επισημαίνει πως το συγκεκριμένο άρθρο ποινικοποιούσε την αλληλεγγύη και τη βοήθεια προς τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες: «Οι φιλοσοφικές ρίζες του πράγματος έχουν να κάνουν με τον πρώιμο φιλελευθερισμό και εντάσσοται στη φιλοσοφία του ότι “ο καθένας είναι υπεύθυνος για τις πράξεις του, ακόμη και για το «χάλι» του‘. Η ιστορία των μουσικών, καλώς έγινε φυσικά, αλλά είναι και κάπως πιο εύκολη γιατί τα αντανακλαστικά των πολιτών ενεργοποιήθηκαν αμέσως. Η μουσική είναι κάτι το ευχάριστο, θα ήταν δύσκολο να αντιπαρατεθούν σε αυτό ακόμη και εκείνοι που ενοχλούνται από την εικόνα. Γιατί και στις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες είναι μέσα στο μετρό, στο δρόμο, παντού. Το να παίζεις μουσική στο δρόμο, δεν είναι επαιτεία. Αλλά και για τις περιπτώσεις που είναι όντως επαιτεία, όταν κάποιος ζητάει όντως χρήματα επειδή είναι φτωχός, άστεγος ή χρήστης, αυτός ο νόμος ποινικοποιούσε την αίτηση προς αλληλεγγύη», καταλήγει.
«Όποιος δεν έχει ζήσει στο πεζοδρόμιο, αποκλείεται να ξέρει τι πάει να πει να είσαι τίμιος και ειλικρινής και ταυτόχρονα παράνομος», έλεγε ο Παύλος Σιδηρόπουλος κλείνοντας εκείνη τη συνέντευξη στην ταινία που υποδυόταν τον «μουσικό του δρόμου». Πλέον οι «άνθρωποι του πεζοδρομίου» θα στέκονται στις μητροπόλεις τίμιοι και ειλικρινείς. Τουλάχιστον όχι πια παράνομοι.
Πηγη:https://www.vice.com/gr/article/evweap/oi-moysikoi-toy-dromoy-den-einai-pia-zhtianoi-sthn-ellada?fbclid=IwAR1L1x0JwtQjEl1w4pz_4u9bKIohTIvbvphDWNqYnT01wDpx16nfcb7-zYI
Πηγη:https://www.vice.com/gr/article/evweap/oi-moysikoi-toy-dromoy-den-einai-pia-zhtianoi-sthn-ellada?fbclid=IwAR1L1x0JwtQjEl1w4pz_4u9bKIohTIvbvphDWNqYnT01wDpx16nfcb7-zYI
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.