'Οταν μια drag queen πέταξε ένα ζεστό φλιτζάνι καφέ στο πρόσωπο ενός μπάτσου ένα βράδυ του Αυγούστου το 1966, η κατάσταση ξέφυγε πέρα από τα συνηθισμένα όρια. Ο αστυνομικός την είχε αρπάξει πριν σε μια τυπική επιδρομή στην καφετέρια Gene Compton, ενός μαγαζιού όπου συχνάζανε τρανσέξουαλ στην περιοχή Tenderloin του Σαν Φρανσίσκο.
Η παρενόχληση ήταν «φυσιολογική» και συνηθισμένη, αλλά για κάποιο λόγο, τα πράγματα πήραν διαφορετική τροπή εκείνο το βράδυ. Επικράτησε χάος. Οι άνθρωποι πετούσαν τα μαχαιροπήρουνα. Τα τζάμια θρυμματίστηκαν και μια εξέγερση στην οδό Taylor ήταν γρήγορα πραγματικότητα. Ένα αστυνομικό αυτοκίνητο καταστράφηκε και το περίπτερο της γωνίας πυροδοτήθηκε. Οι πελάτες της Compton, περίπου 60 άτομα, αρνήθηκαν να φερθούν ειρηνικά. Εκείνο το βράδυ, δεν υποχωρούσαν χωρίς μάχη.
«Είχαμε κουραστεί να παρενοχλούμαστε. Είχαμε κουραστεί να πηγαίνουμε στα δωμάτια των ανδρών όταν ήμασταν ντυμένοι σαν γυναίκες και μετά εκτός να δεχόμαστε επίθεση. Θέλαμε τα δικαιώματά μας» λέει η Amanda St. Jaymes στο ντοκιμαντέρ «Screaming Queens: The Riot at Compton’s Cafeteria», και το οποίο παρουσιάζει με εκτενές δημοσίευμα το timeline.
Στην ιστορία του Αμερικανικού κινήματος για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων, είναι η εξέγερση του Stonewall το 1969 που τυπικά χαιρετίστηκε ως το γεγονός, από το οποίο ξεκίνησαν όλα. Ήταν η 27η Ιουνίου του 1969 που αποτέλεσε ημέρα ορόσημο για το ομοφυλοφιλικό κίνημα.
Όμως οι ταραχές όπως στο Compton το 1966 ή ακόμα και πιο πίσω στο Λος Άντζελες το 1959 αλλά και στο καφενείο του Dewey στη Φιλαδέλφεια το 1965, ήταν σημεία κλειδιά που διαμόρφωσαν και συγκρότησαν βίαια τις περιθωριοποιημένες κοινότητες των ομοφυλοφίλων, θέτοντας τα θεμέλια για μια πιο συντονισμένη αντίσταση και δράση.
Μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου στην Αμερική εξαπολύεται μία επίθεση από την καθεστωτική τάξη ενάντια σε κάθε δύναμη αλλαγής. Ο αντικομμουνισμός διαχέεται σε όλη την αμερικανική κοινωνία και ο γερουσιαστής Μακάρθι ξεκινάει ένα ανθρωποκυνηγητό εναντίον των κομμουνιστών. Η «Ιερά εξέταση» του Μακάρθι καταδικάζει πλήθος κόσμου με την κατηγορία του «κινδύνου της εθνικής ασφάλειας». Από τον κατάλογο δεν έλειπαν και οι ομοφυλόφιλοι. «Πιστεύεται γενικά πως εκείνοι που συμμετέχουν σε εμφανείς πράξεις διαστροφής δεν έχουν τη συναισθηματική σταθερότητα των φυσιολογικών ατόμων», αναφέρει ο υφυπουργός Εξωτερικών James E. Webb σε έκθεσή του εκείνη την περίοδο.
Το Compton, το οποίο βρισκόταν στις οδούς Taylor και Turk, ήταν ζωντανό και πολυσύχναστο, το επίκεντρο της κοινωνικής ζωής των τρανσέξουαλ στη δεκαετία του 1960. «Κάθε φορά που άνοιγε η πόρτα, όλοι κοίταζαν να δουν ποιος έρχεται ... όλοι ήθελαν να παρουσιάσουν τη μόδα τους», λέει η Felicia Elizondo στο ντοκιμαντέρ. «Υπήρχαν τραπέζια με drag queens, ομοφυλόφιλοι, λεσβίες, τρανσέξουαλ», όπως περιγράφει.
Το καφέ ήταν ανοιχτό όλη τη νύχτα, μπορούσε ο οποιοσδήποτε να καθίσει για ώρες, να πίνει, να καπνίζει και να μιλά με φίλους.
Η περιοχή θεωρούνταν άγρια κι επικίνδυνη, μια περιοχή κόκκινου φωτός. Όπως και στις περισσότερες πόλεις, η αστυνομία πληρώθηκε για να ανεχτεί την «αντιπολίτευση» υπό διάφορες μορφές, ενώ μερικοί αστυνομικοί ήταν ακόμη και τακτικοί πελάτες σε παραστάσεις των drag queens, όπως στο κλαμπ Finocchio. Ταυτόχρονα τρομοκρατούσαν κατά διαστήματα τις κοινότητες των ομοφυλοφίλων και των τρανσέξουαλ, συλλαμβάνοντας τους ανθρώπους για τα πάντα, για διάφορους λόγους ενώ η πιθανότητα βιαιότητας ήταν αρκετά μεγάλη. Έτσι τα κορίτσια είχαν στο πορτοφόλι τους κενά μπουκάλια αλκοόλ και έπρεπε πάντα να είναι έτοιμα για μάχη.
Πολλές γυναίκες trans είχαν «πεταχτεί από τα ξενοδοχεία, μαχαιρώθηκαν, τις έκοψαν τα στήθη τους», θυμάται η Felicia Flames, μια τρανσέξουαλ που σύχναζε στην καφετέρια του Compton στη δεκαετία του '60 και εξακολουθεί να ζει στο Σαν Φρανσίσκο. «Ήμασταν σαν σκουπίδια που θα μπορούσαν να πεταχτούν σε κάδο απορριμμάτων».
Παρ 'όλα αυτά, πολλές από τις γυναίκες που έδωσαν συνέντευξη στο Screaming Queens θυμούνται και στιγμές τρελής διασκέδασης. «Είχαμε τα πιο όμορφα αγόρια που ερχόντουσαν για να χαρούν τα πιο ωραία πάρτι μαζί μας», θυμάται η St. Jaymes. «Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ερχόντουσαν και μας λέγανε ότι θα καούμε στην κόλαση. Αλλά τους αγνοούσαμε. Το Compton ήταν υπέροχο, ήταν σαν το Oz. Κάτι σαν τον Μάγο του Οζ».
Υπήρχε μια αξιολόγηση για προστασία, όσες δεν μπορούσαν εύκολα να περάσουν ως γυναίκες οδηγούνταν σε μια επισφαλή ζωή, αυτήν της πορνείας και εκείνες που μπορούσαν να εμφανιστούν ως θηλυκά έδιναν παραστάτες σε καμπαρέ και πιο πολυτελή κλαμπ. Οι περισσότερες πάντως ζούσαν με συνεχή φόβο για τις ζωές τους. Ήταν εργαζόμενες σεξουαλικής εκμετάλλευσης - δεν υπήρχαν σχεδόν καθόλου άλλες δυνατότητες απασχόλησης - και ως εκ τούτου ήταν ιδιαίτερα ευάλωτες στη βία της αστυνομίας και άλλων».
Τα περισσότερα από τα κορίτσια ζούσαν μαζί σε ξενοδοχεία όπως το El Rosa και ήταν σαν οικογένεια. Μια γυναίκα θυμάται στο Screaming Queens ότι η συνάντηση καθημερινά στο καφέ του Compton ήταν κάτι περισσότερο από ένας τρόπος να κοινωνικοποιηθούν.
Ίσως αυτή η υπεράσπιση ενός από τους ελάχιστους ασφαλείς χώρους για αυτές ήταν ο λόγος για την ταραχή, την εξέγερση εκείνης της Αυγουστιάτικης νύχτας. Δεν ήταν ακτιβίστριες, ήταν θυμωμένες. «Προσπαθούσαμε μόνο να επιβιώσουμε», δήλωσε η Felicia Flames στον Εισαγγελέα.
Η Amanda St. Jaymes περιγράφει τη διάθεση που ακολούθησε την εξέγερση ως «χαρά». «Πολλοί από αυτούς πήγαν στη φυλακή, αλλά αυτό που συνέβη ήταν αυτό που έπρεπε να συμβεί», λέει. Το Compton μετά τις ταραχές άρχισε να κλείνει τα μεσάνυχτα και έκλεισε για τα καλά το 1972. Δύο χρόνια αργότερα καταργήθηκαν οι νόμοι κατά της «διασταυρώσεως».
Οι ταραχές στο Compton ήταν χρόνια πριν το κίνημα για την απελευθέρωση των ομοφυλοφίλων εξασφαλίσει τα πολιτικά δικαιώματα για τους ΛΟΑΤ - και δυστυχώς, είναι ένας αγώνας που συνεχίζεται - αλλά, σύμφωνα με την ερευνήτρια Susan Stryker, που φώτισε το γεγονός και σκηνοθέτησε το ντοκιμαντέρ Screaming Queens, «Ήταν το πρώτο γνωστό παράδειγμα συλλογικής αντίστασης στην αστυνομική παρενόχληση στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών» και «το ντεμπούτο της τρανσέξουαλ κοινότητας στη σκηνή της αμερικανικής πολιτικής ιστορίας».
Η παρενόχληση ήταν «φυσιολογική» και συνηθισμένη, αλλά για κάποιο λόγο, τα πράγματα πήραν διαφορετική τροπή εκείνο το βράδυ. Επικράτησε χάος. Οι άνθρωποι πετούσαν τα μαχαιροπήρουνα. Τα τζάμια θρυμματίστηκαν και μια εξέγερση στην οδό Taylor ήταν γρήγορα πραγματικότητα. Ένα αστυνομικό αυτοκίνητο καταστράφηκε και το περίπτερο της γωνίας πυροδοτήθηκε. Οι πελάτες της Compton, περίπου 60 άτομα, αρνήθηκαν να φερθούν ειρηνικά. Εκείνο το βράδυ, δεν υποχωρούσαν χωρίς μάχη.
«Είχαμε κουραστεί να παρενοχλούμαστε. Είχαμε κουραστεί να πηγαίνουμε στα δωμάτια των ανδρών όταν ήμασταν ντυμένοι σαν γυναίκες και μετά εκτός να δεχόμαστε επίθεση. Θέλαμε τα δικαιώματά μας» λέει η Amanda St. Jaymes στο ντοκιμαντέρ «Screaming Queens: The Riot at Compton’s Cafeteria», και το οποίο παρουσιάζει με εκτενές δημοσίευμα το timeline.
Στην ιστορία του Αμερικανικού κινήματος για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων, είναι η εξέγερση του Stonewall το 1969 που τυπικά χαιρετίστηκε ως το γεγονός, από το οποίο ξεκίνησαν όλα. Ήταν η 27η Ιουνίου του 1969 που αποτέλεσε ημέρα ορόσημο για το ομοφυλοφιλικό κίνημα.
Όμως οι ταραχές όπως στο Compton το 1966 ή ακόμα και πιο πίσω στο Λος Άντζελες το 1959 αλλά και στο καφενείο του Dewey στη Φιλαδέλφεια το 1965, ήταν σημεία κλειδιά που διαμόρφωσαν και συγκρότησαν βίαια τις περιθωριοποιημένες κοινότητες των ομοφυλοφίλων, θέτοντας τα θεμέλια για μια πιο συντονισμένη αντίσταση και δράση.
Μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου στην Αμερική εξαπολύεται μία επίθεση από την καθεστωτική τάξη ενάντια σε κάθε δύναμη αλλαγής. Ο αντικομμουνισμός διαχέεται σε όλη την αμερικανική κοινωνία και ο γερουσιαστής Μακάρθι ξεκινάει ένα ανθρωποκυνηγητό εναντίον των κομμουνιστών. Η «Ιερά εξέταση» του Μακάρθι καταδικάζει πλήθος κόσμου με την κατηγορία του «κινδύνου της εθνικής ασφάλειας». Από τον κατάλογο δεν έλειπαν και οι ομοφυλόφιλοι. «Πιστεύεται γενικά πως εκείνοι που συμμετέχουν σε εμφανείς πράξεις διαστροφής δεν έχουν τη συναισθηματική σταθερότητα των φυσιολογικών ατόμων», αναφέρει ο υφυπουργός Εξωτερικών James E. Webb σε έκθεσή του εκείνη την περίοδο.
Το Compton, το οποίο βρισκόταν στις οδούς Taylor και Turk, ήταν ζωντανό και πολυσύχναστο, το επίκεντρο της κοινωνικής ζωής των τρανσέξουαλ στη δεκαετία του 1960. «Κάθε φορά που άνοιγε η πόρτα, όλοι κοίταζαν να δουν ποιος έρχεται ... όλοι ήθελαν να παρουσιάσουν τη μόδα τους», λέει η Felicia Elizondo στο ντοκιμαντέρ. «Υπήρχαν τραπέζια με drag queens, ομοφυλόφιλοι, λεσβίες, τρανσέξουαλ», όπως περιγράφει.
Το καφέ ήταν ανοιχτό όλη τη νύχτα, μπορούσε ο οποιοσδήποτε να καθίσει για ώρες, να πίνει, να καπνίζει και να μιλά με φίλους.
Η περιοχή θεωρούνταν άγρια κι επικίνδυνη, μια περιοχή κόκκινου φωτός. Όπως και στις περισσότερες πόλεις, η αστυνομία πληρώθηκε για να ανεχτεί την «αντιπολίτευση» υπό διάφορες μορφές, ενώ μερικοί αστυνομικοί ήταν ακόμη και τακτικοί πελάτες σε παραστάσεις των drag queens, όπως στο κλαμπ Finocchio. Ταυτόχρονα τρομοκρατούσαν κατά διαστήματα τις κοινότητες των ομοφυλοφίλων και των τρανσέξουαλ, συλλαμβάνοντας τους ανθρώπους για τα πάντα, για διάφορους λόγους ενώ η πιθανότητα βιαιότητας ήταν αρκετά μεγάλη. Έτσι τα κορίτσια είχαν στο πορτοφόλι τους κενά μπουκάλια αλκοόλ και έπρεπε πάντα να είναι έτοιμα για μάχη.
Πολλές γυναίκες trans είχαν «πεταχτεί από τα ξενοδοχεία, μαχαιρώθηκαν, τις έκοψαν τα στήθη τους», θυμάται η Felicia Flames, μια τρανσέξουαλ που σύχναζε στην καφετέρια του Compton στη δεκαετία του '60 και εξακολουθεί να ζει στο Σαν Φρανσίσκο. «Ήμασταν σαν σκουπίδια που θα μπορούσαν να πεταχτούν σε κάδο απορριμμάτων».
Παρ 'όλα αυτά, πολλές από τις γυναίκες που έδωσαν συνέντευξη στο Screaming Queens θυμούνται και στιγμές τρελής διασκέδασης. «Είχαμε τα πιο όμορφα αγόρια που ερχόντουσαν για να χαρούν τα πιο ωραία πάρτι μαζί μας», θυμάται η St. Jaymes. «Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ερχόντουσαν και μας λέγανε ότι θα καούμε στην κόλαση. Αλλά τους αγνοούσαμε. Το Compton ήταν υπέροχο, ήταν σαν το Oz. Κάτι σαν τον Μάγο του Οζ».
Υπήρχε μια αξιολόγηση για προστασία, όσες δεν μπορούσαν εύκολα να περάσουν ως γυναίκες οδηγούνταν σε μια επισφαλή ζωή, αυτήν της πορνείας και εκείνες που μπορούσαν να εμφανιστούν ως θηλυκά έδιναν παραστάτες σε καμπαρέ και πιο πολυτελή κλαμπ. Οι περισσότερες πάντως ζούσαν με συνεχή φόβο για τις ζωές τους. Ήταν εργαζόμενες σεξουαλικής εκμετάλλευσης - δεν υπήρχαν σχεδόν καθόλου άλλες δυνατότητες απασχόλησης - και ως εκ τούτου ήταν ιδιαίτερα ευάλωτες στη βία της αστυνομίας και άλλων».
Τα περισσότερα από τα κορίτσια ζούσαν μαζί σε ξενοδοχεία όπως το El Rosa και ήταν σαν οικογένεια. Μια γυναίκα θυμάται στο Screaming Queens ότι η συνάντηση καθημερινά στο καφέ του Compton ήταν κάτι περισσότερο από ένας τρόπος να κοινωνικοποιηθούν.
Ίσως αυτή η υπεράσπιση ενός από τους ελάχιστους ασφαλείς χώρους για αυτές ήταν ο λόγος για την ταραχή, την εξέγερση εκείνης της Αυγουστιάτικης νύχτας. Δεν ήταν ακτιβίστριες, ήταν θυμωμένες. «Προσπαθούσαμε μόνο να επιβιώσουμε», δήλωσε η Felicia Flames στον Εισαγγελέα.
Η Amanda St. Jaymes περιγράφει τη διάθεση που ακολούθησε την εξέγερση ως «χαρά». «Πολλοί από αυτούς πήγαν στη φυλακή, αλλά αυτό που συνέβη ήταν αυτό που έπρεπε να συμβεί», λέει. Το Compton μετά τις ταραχές άρχισε να κλείνει τα μεσάνυχτα και έκλεισε για τα καλά το 1972. Δύο χρόνια αργότερα καταργήθηκαν οι νόμοι κατά της «διασταυρώσεως».
Οι ταραχές στο Compton ήταν χρόνια πριν το κίνημα για την απελευθέρωση των ομοφυλοφίλων εξασφαλίσει τα πολιτικά δικαιώματα για τους ΛΟΑΤ - και δυστυχώς, είναι ένας αγώνας που συνεχίζεται - αλλά, σύμφωνα με την ερευνήτρια Susan Stryker, που φώτισε το γεγονός και σκηνοθέτησε το ντοκιμαντέρ Screaming Queens, «Ήταν το πρώτο γνωστό παράδειγμα συλλογικής αντίστασης στην αστυνομική παρενόχληση στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών» και «το ντεμπούτο της τρανσέξουαλ κοινότητας στη σκηνή της αμερικανικής πολιτικής ιστορίας».
Από tvxs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.