23.12.15

Η ομιλία του Σεραφείμ Σεφεριάδη στην εκδήλωση της Κίνησης Πολιτών Ζωγράφου, «Από τη Συρία μέχρι το Παρίσι η Αλληλεγγύη είναι το όπλο μας!»


Παραθέτουμε την ομιλία του συντρόφου Σεραφείμ Σεφεριάδη στην εκδήλωση που οργάνωσε η «Κίνηση Πολιτών Ζωγράφου» την Τρίτη 15 Δεκέμβρη (δείτε το σχετικό κάλεσμα εδώ και τον απολογισμό εδώ)

***

Θα ήθελα, κι εγώ με τη σειρά μου, να ευχαριστήσω τους διοργανωτές, τη νεοσύστατη Κίνηση Πολιτών Ζωγράφου, για την πρόσκληση σ’ αυτήν την εξαιρετικά σημαντική εκδήλωση, που αποτελεί και την πρώτη της. Η παρουσία μας εδώ αποτελεί τιμή.

Και η εκδήλωση είναι τόσο σημαντική για δυο τουλάχιστον λόγους. Ο πρώτος συνίσταται στο γεγονός ότι το θέμα της είναι ένα θέμα ιδιαίτερα σύνθετο. Για να το πω με τους όρους του τίτλου, «από τη Συρία μέχρι το Παρίσι», υπάρχει σημαντική απόσταση με πολλούς και κρίσιμους σταθμούς-κόμβους: τον πόλεμο στη Συρία, το φαινόμενο ISIS, τα συγκαλυμμένα ή όχι και τόσο συγκαλυμμένα καθεστώτα εξαίρεσης που η θεσμοθέτησή τους, ως απάντηση στη απειλή ISIS, έχει πλέον απροκάλυπτα αρχίσει να αποτελεί –για να το πω λίγο σαρκαστικά– ένα ακόμα «ευρωπαϊκό κεκτημένο» ή –ακόμα πιο σαρκαστικά– τεκμήριο της «Ευρώπης που αλλάζει» –όλα βέ βαια στο φόντο της έκρηξης του προσφυγικού προβλήματος (αυτής της ανείπωτης ανθρωπιστικής τραγωδίας). Θεωρώ ότι μια από τις προκλήσεις της σημερινής συζήτησης είναι η ανάδειξη του κόκκινου νήματος που συνδέει όλες αυτές τις δραματικές εξελίξεις. Είναι κάτι που στα κυρίαρχα ΜΜΕ δεν γίνεται, και έξω απ’ αυτά γίνεται μάλλον σπάνια και θα έλεγα πρόχειρα (κι αυτό αποτελεί έναν ακόμη λόγο για να ευχαριστήσουμε τους διοργανωτές: για τη σύλληψη και τη διατύπωση του αποψινού θέματος). Πρόκειται για στοιχείο που με πάει στο δεύτερο λόγο για τον οποίο η συζήτηση είναι εξαιρετικά σημαντική: διότι από τον τρόπο που θα προσεγγίσουμε τα ερωτήματα που θέτει, και από τις απαντήσεις που θα δώσουμε, θα εξαρτηθούν πάρα πολλά πράγματα, ακόμα και το ίδιο το μέλλον μας, το μέλλον των κοινωνιών.
Έχοντας λοιπόν κατά νου τον αλληλένδετο χαρακτήρα όλων αυτών των ζητημάτων, με την τοποθέτησή μου θα επιχειρήσω τρία πράγματα, εξ ανάγκης –βέβαια– με τρόπο συνοπτικό.
Το πρώτο αφορά την απειλή του ISIS, και τον τρόπο, ή –με μεγαλύτερη ακρίβεια– το πρίσμα μέσα από το οποίο το κυρίαρχο σκεπτικό συσκοτίζει και διαστρέφει μια κατά τα άλλα πρόδηλη πραγματικότητα –μια πρακτική που, ας μην υπάρχει καμιά αμφιβολία, αποσκοπεί στην αναισθητοποίηση, ει δυνατόν στη νέκρωση, των κοινωνικών ανακλαστικών (συμπεριλαμβανομένης και της δυνατότητάς μας να σκεπτόμαστε).
Με τη σειρά του, αυτό με οδηγεί στο δεύτερο στόχο μου, την επιγραμματική ανάδειξη του απόλυτου αδιεξόδου στο οποίο οδηγεί η κυρίαρχη οπτική του κατασταλτικού «σοκ και δέος» μέσα από την οποία οι κυρίαρχοι επιχειρούν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα∙
και τέλος –ίσως το πιο σημαντικό και το πιο περίπλοκο– που δεν είναι άλλο από τι σημαίνουν όλα αυτά για το προσφυγικό και τα μεγαλειώδη κινήματα αλληλεγγύης που αναπτύχθηκαν το τελευταίο διάστημα καθώς, βέβαια, και το τι είδους απαντήσεις καλούμαστε να δώσουμε.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.



Ι

Ακούγοντας τις αναλύσεις των μεγάλων Μέσων Ενημέρωσης θα έβγαζε κανείς το συμπέρασμα ότι το φαινόμενο του εγκληματικού ISIS είτε έπεσε από τον ουρανό, είτε ότι είναι απόρροια της εγγενούς βαρβαρότητας των Αράβων. Αν το δεύτερο προπαντός σας φαίνεται χτυπητά ρατσιστικό και βλακώδες (ειδικά αν σκεφτεί κανείς την τεράστια συνεισφορά των Αράβων στον παγκόσμιο πολιτισμό –π.χ. το γεγονός ότι ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης επανήλθαν στην Ευρώπη μέσω Αραβικών μεταφράσεων του έργου τους –διότι στο χριστιανικό ευρωπαϊκό Μεσαίωνα η κλασική σκέψη τελούσε υπό αυστηρή απαγόρευση) είναι διότι πράγματι είναι έτσι: Παρότι όμως αυτές οι «αναλύσεις» τύπου Σώτης Τριανταφύλλου είναι και βαθιά ρατσιστικές και απίστευτα βλακώδη τεκμήρια αγραμματοσύνης, η διάδοσή τους (τόσο άμεσα όσο και, πιο συχνά, έμμεσα –δια μέσου των γραμμών) είναι εξαιρετικά μεγάλη.

Μας εναπόκειται συνεπώς απερίφραστα να τις αποκαλύψουμε ως σκόπιμες διαστροφές και παραποιήσεις, όχι μόνο της πραγματικότητας, αλλά και της ίδιας της λογικής. Διότι ο ISIS και οι μεγάλες δυτικές δυνάμεις (ο πυρήνας της ΕΕ και οι ΗΠΑ), δηλαδή ο ιμπεριαλισμός, αποτελούν εκφάνσεις ενός και του αυτού κόσμου, ενός και του αυτού συστήματος: του καπιταλισμού της καταστροφής –του σύγχρονου καπιταλισμού– που, όντας σε παρατεταμένη οργανική κρίση, δεν μπορεί να ορθοποδήσει (να δει τις κερδοφορίες να ανακάμπτουν) ειμή μόνο σπέρνοντας φωτιά και δυστυχία. Στις μέρες μας ο ισχυρισμός αυτός δεν είναι διόλου δύσκολο να τεκμηριωθεί. Τις πραγματικότητες αυτές τις έχουν κατά καιρούς ομολογήσει πρόεδροι και πρωθυπουργοί της Δύσης, έχουν ήδη περίτρανα αποκαλυφθεί από μυστικά έγγραφα της αμερικανικής αντικατασκοπίας που διέρρευσαν, εξελίσσονται ακόμα και μπροστά στα μάτια μας, στις βαθύτερες αιτίες της διαμάχης Ρωσίας-Τουρκίας. Μπορεί επομένως κανείς να είναι επιγραμματικός, και να πει ρητά και απερίφραστα ότι τον ISIS, αλλά και γενικότερα τον ισλαμικό φονταμενταλισμό, τον δημιούργησε ο ιμπεριαλισμός.Πρώτα άμεσα, εξοπλίζοντας και βοηθώντας τον επιχειρησιακά ως τακτικό αντίπαλο δέος ενάντια σε κυβερνήσεις που ήθελε να ανατρέψει –ήδη από τη δεκαετία του ’80, στο Αφγανιστάν και στην περίπτωση του ISIS την κυβέρνηση Άσσαντ –με πράξεις όπως
η άρση από την ΕΕ στο εμπάργκο εισαγωγής πετρελαίου από περιοχές που έλεγχαν οι τζιχαντιστές τον Απρίλιο του 2013,
η ενεργός στήριξη (μέχρι και το 2012) που οι Αμερικανοί παρείχαν στην προοπτική δημιουργίας ενός σαλαφιστικού (δηλαδή ορθόδοξου σουνιτικού ισλαμικού) κράτους μεταξύ Συρίας και Ιράκ –χωρίς διόλου να τους απασχολεί ότι κυρίαρχος εκεί θα ήταν ο ISIS,
ή, το γεγονός ότι CIA και MI6 (η Βρετανική αντικατασκοπία) επί μακρόν βοηθούσαν στην εκπαίδευση και τον εξοπλισμό των τζιχαντιστών από λιβυκά οπλοστάσια.

Αυτές είναι όμως οι απλώς επιχειρησιακές –και, αν θέλετε, οι πιο επιφανειακές– διαστάσεις της σχέσης ιμπεριαλισμού και ISIS. Η πιο βαθιά συνάφεια έγκειται στην παρατεταμένη φρίκη στην οποία βύθισαν ολόκληρο τον Αραβικό κόσμο –πρώτα μέσα από την πολυετή οικονομική απομύζηση, και στη συνέχεια με πόλεμο, με πιο πρόσφατο πόλεμο το «σοκ και δέος» του Μπους, που ενώ για Αμερικανικές πολυεθνικές όπως η Halliburton σήμανε απίστευτες κερδοφορίες, για το λαό του Ιράκ άφησε πίσω του ακριβώς αυτό: «σοκ και δέος!», με εκατομμύρια νεκρούς σε συνθήκες πραγματικής κόλασης.

Αυτές οι συνθήκες είναι λοιπόν που γέννησαν το φαινόμενο ISIS, για να χρησιμοποιήσω τα λόγια του Μπρεχτ, «όπως ο γιος γεννιέται από τη μάνα».

Δε θέλω να επεκταθώ περισσότερο και λόγω χρόνου, αλλά και διότι –για κάθε εχέφρονα άνθρωπο– οι πραγματικότητες αυτές είναι λίγο-πολύ γνωστές. Κι όμως! Όχι μόνο τα κυρίαρχα ΜΜΕ, αλλά και δήθεν αριστερές κυβερνήσεις όπως η ελληνική, εξακολουθούν να αναζητούν τη λύση μέσα από ιμπεριαλιστικές συνεργασίες και δράσεις! Εδώ είναι που συνίσταται ο μεγαλύτερος παραλογισμός: στην προσδοκία ότι ο πυρομανής είναι ποτέ δυνατόν να σβήσει τη φωτιά που ο ίδιος μόλις έβαλε! Πρέπει, ως εκ τούτου, επίμονα και επισταμένα να προβληματιστούμε τόσο ως προς το γιατί συμβαίνει αυτό, όσο και ως προς το τι επιπτώσεις έχει. Αυτό είναι κατά τη γνώμη μου κάτι εξαιρετικά σημαντικό, είναι όμως και αρκετά ξεκάθαρο.

Καταρχάς γιατί συμβαίνει; Μα συμβαίνει διότι η κατ’ όνομα και μόνον Αριστερά στην οποία αναφέρθηκα αδυνατεί να διαγνώσει τις ρίζες του προβλήματος και περιορίζεται απλώς στο να καυτηριάζει τα συμπτώματα. Αρνούμενη να μιλήσει για την τόσο απτή πραγματικότητα του συστημικού αδιεξόδου που ο ISIS αντανακλά, και αγνοώντας και την έννοια ακόμα της ρήξης με τον σύγχρονο καπιταλισμό της καταστροφής (που στις μέρες μας δεν μπορεί παρά να είναι η σοσιαλιστική ρήξη) καταλήγει, θέλοντας και μη (και ανεξαρτήτως των αρχικών της προθέσεων) να διασπείρει τις ίδιες ακριβώς ανοησίες των ΜΜΕ περί «ευρωπαϊκού πολιτισμού», περί «δυτικής δημοκρατίας», τελικά περί της ανάγκης όλοι να συσπειρωθούμε ώστε να αντιμετωπίσουμε τον «κίνδυνο της τρομοκρατίας» –απ’ όπου βέβαια κι αν προέρχεται. Να τον αντιμετωπίσουμε, σημειώστε, «όλοι μαζί» –μαζί και ο πυρομανής ιμπεριαλισμός –που, ξεκινώντας ένα νέο «σοκ και δέος», το μόνο που θα καταφέρει θα είναι να επιτείνει το πρόβλημα, να δημιουργήσει μια νέα τερατογένεση –πιθανά ακόμα πιο απεχθή και πιο παγκοσμιοποιημένη και από αυτή του ISIS.

Έχοντας –είτε λόγω πολιτικής άνοιας είτε λόγω γραφειοκρατικής ιδιοτέλειας– παγιδευτεί στα συστημικά γρανάζια, η «Αριστερά» αυτή αδυνατεί και αρνείται να μιλήσει για το αδιέξοδο του καπιταλισμού, και αδυνατεί να προτείνει λύσεις. Πρόκειται βέβαια για τεράστια ευθύνη, μια ευθύνη ιστορικών διαστάσεων, που εναπόκειται σε συζητήσεις όπως η αποψινή να αναδείξουν και να καυτηριάσουν ως εφαλτήριο ώστε με τις δράσεις μας να την αντιμετωπίσουμε –διότι αυτό είναι σε τελική ανάλυση και το πλέον κρίσιμο.

Οι παρατηρήσεις αυτές με οδηγούν στον τομέα των επιπτώσεων, που αποτελούν και το δεύτερο, εξαιρετικά συνοπτικό, μέρος όσων θέλω να πω.



ΙΙ

Το μεγάλο κενό που αφήνει αυτή η Αριστερή απουσία είναι φυσικό να καλύπτεται από αυτό που και πριν ανέφερα, τη σταδιακή –αλλά και εντυπωσιακά γρήγορη– διολίσθηση σε ένα νέο «σοκ και δέος» που, παρά το ότι όλοι ξέρουμε ότι είναι αδιέξοδο (από την ήδη βιωμένη εμπειρία του Ιράκ αλλά και από το γεγονός ότι το πρόβλημα δεν αντιμετωπίζεται με επίθεση σε χώρες –οι πρόσφατες επιθέσεις στο Παρίσι, λ.χ., σχεδιάστηκαν και εκτελέστηκαν από τζιχαντιστές με ευρωπαϊκή υπηκοότητα) εντούτοις τείνει όλο και περισσότερο κάθε μέρα να νομιμοποιείται. Αλλά αν το καλοσκεφτούμε, η εξέλιξη αυτή δεν είναι διόλου παράξενη. Ακριβώς όπως η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ υποτάχθηκε στην πιο ακραία μορφή νεοφιλελευθερισμού επειδή δεν είχε στις αποσκευές της το στοιχείο της σοσιαλιστικής ρήξης, έτσι και τώρα –μη όντας ικανή να ψελλίσει ούτε λέξη για τις συστημικές καταβολές της φρίκης ISIS– σύρεται αδήριτα (αν και ακόμα σιωπηρά) στην αποδοχή της πολεμικής λύσης και, ακόμα παραπέρα, στη σταδιακή αποδοχή λογικών που ενέχουν μέσα τους στοιχεία καθεστώτων εξαίρεσης, επιτήρησης και καταστολής. Καθώς δε διαφαίνεται λύση προς τα μπρος (και λύση προς τα μπρος –επιτρέψτε μου για άλλη μια φορά να το επαναλάβω και να το τονίσω– δε νοείται εντός του συστήματος) επιλέγονται –από την ίδια τη φύση των πραγμάτων και το βάρος των προβλημάτων– λύσεις αντιδραστικές, όσο αδιέξοδες και αν είναι αυτές. Αυτός ακριβώς είναι, άλλωστε, και ο μηχανισμός που μας οδήγησε στο Μνημόνιο ΙΙΙ.

Προτού πάμε –και πάλι συνοπτικά– να εξετάσουμε τους τρόπους με τους οποίους αυτό εξυφαίνεται στο εξαιρετικά κρίσιμο ζήτημα της διαχείρισης των προσφυγικών ρευμάτων, επιτρέψτε μου να σταθώ στο μέγεθος του κινδύνου που εγκυμονούν οι καινοφανείς πολιτικές εσωτερικής ασφάλειας που έσπευσαν να υιοθετήσουν οι δυτικές κυβερνήσεις την επαύριο της επίθεσης στο Παρίσι. Είναι βέβαια προφανές ότι ένα κεντρικό –και κάθε άλλο παρά παράπλευρο– θύμα θα είναι οι ατομικές και κυρίως οι συλλογικές πολιτικές ελευθερίες, με κύριο στόχο τη δυνατότητα των κοινωνιών να αντιστέκονται στις ολοένα και πιο βάρβαρες επιθέσεις του κεφαλαίου που ήδη βρίσκονται σε εξέλιξη. Το αναφέρω έστω και έτσι συνοπτικά, προκειμένου να θυμίσω κάτι γνωστό και από το Δόγμα του Σοκ της Naomi Klein: ότι οι κυρίαρχοι υλοποιούν τα σχέδιά τους ακριβώς σε τέτοιες περιόδους βαθιάς και παρατεταμένης ανασφάλειας και απώλειας της δυνατότητας των κοινωνιών να αντιδρούν. Αδυναμία της κατ’ όνομα «Αριστεράς» να αναδείξει τη διάσταση αυτή του προβλήματος ενέχει λοιπόν και αυτόν το θανάσιμο κίνδυνο, τον κίνδυνο της περιστολής δημοκρατικών δικαιωμάτων με συνοπτικές διαδικασίες, σε συνδυασμό μάλιστα και με κάτι ακόμα (στο οποίο δεν έχω χρόνο να επεκταθώ): τη νομιμοποίηση του ακροδεξιού σκεπτικού της κατασταλτικής επιβολής της «τάξης και της ασφάλειας». (Ας μην αναρωτιόμαστε μετά πώς και γιατί βρίσκει απήχηση ο λόγος μορφωμάτων όπως η ΧΑ, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες.)

Πουθενά όμως δεν φαίνονται καλύτερα αυτές οι όψεις του προβλήματος από τον τρόπο που η ΕΕ κινείται στην αντιμετώπιση του προσφυγικού. Θα ολοκληρώσω την τοποθέτησή μου εξετάζοντας τις πιο χτυπητές πλευρές.



ΙΙΙ

Και στον τομέα αυτό, μπορεί να είναι κανείς επιγραμματικός, λέγοντας το εξαιρετικά απλό, ότι αυτό που στην πραγματικότητα προσπαθεί να κάνει η ΕΕ είναι όχι να βρει λύσεις για να υποδεχθεί και να απορροφήσει τους πρόσφυγες (διότι να αναχαιτίσει τις αιτίες που προκαλούν τις προσφυγικές ροές ήδη είδαμε ότι αδυνατεί) αλλά να τους αποκλείσει. Αυτό φαίνεται μόνο πολύ καθαρά από τα στοιχεία.

Τα 4 και πλέον εκ. προσφύγων από τη Συρία, στους οποίους αυτούς πρέπει να προστεθούν και άλλοι από χώρες της Αφρικής, αποκαλύπτει το φρικώδες συστημικό αδιέξοδο και το μέγεθος της κρίσης, όμως ο αριθμός αυτός (με απόλυτους όρους ασφαλώς τεράστιος) δεν υπερβαίνει το 0,1% του ευρωπαϊκού πληθυσμού –αν πράγματι το επιθυμούσε, η Ευρώπη κάλλιστα θα μπορούσε να τους απορροφήσει.

Αντ’ αυτού, όμως, η ΕΕ είναι διατεθειμένη να διανείμει στις χώρες-μέλη της μόνο 160,000 και μάλιστα με ρυθμούς τέτοιους, που αν συνεχίσουν η μετεγκατάσταση θα ολοκληρωθεί το 2101!! Την ίδια ώρα, μια σειρά χώρες (η Δανία, η FYROM, η Σλοβενία, η Κροατία, η Ουγγαρία πάνω απ’ όλα, αλλά και άλλες πιο «ευυπόληπτες») αντίκεινται και σε αυτές ακόμα τις ελάχιστες υποχρεώσεις: κλείνουν σύνορα, υψώνουν φράχτες, ενισχύουν τις κατασταλτικές περιπολίες. Δεν αποτελεί καμία έκπληξη ότι η ελληνική κυβέρνηση, μοιραία και άβουλη, σύρεται και εδώ σε συμπεριφορές λειψές, ασυνάρτητες και στο τέλος εξίσου αντιδραστικές: Ουσιαστική απουσία στους χώρους εισόδου, απουσία και τελικά «ήπια» (ή και όχι και τόσο ήπια) καταστολή στην Ειδομένη, τελικά αποδοχή της στρατιωτικοποιημένης υπερ-FRONTEX (με πρόταση –ειρήσθω εν παρόδω– Αβραμόπουλου) που στις αρμοδιότητές της περιλαμβάνονται η δυνατότητα (και το λέω αυτολεξεί, όπως υπάρχει στο σχετικό σχέδιο της Κομισιόν που σήμερα παρουσιάστηκε στο Κολέγιο των Επιτρόπων) «δράσης επί του εδάφους και εκτέλεσης των αναγκαίων επιχειρησιακών μέτρων», ανεξάρτητα από τη θέληση των κρατών (δηλαδή, με απλά λόγια, μια δυνατότητα στρατιωτικού τύπου καταστολής) καθώς και αυξημένες αρμοδιότητες για την επιστροφή στη χώρα τους ακόμη και απευθείας από τα hotspots όσων προσφύγων (προφανώς εκατοντάδων χιλιάδων ή και εκατομμυρίων) δεν λαμβάνουν άσυλο στην ΕΕ.

Ο συνήθης αντίλογος στην κριτική αυτή είναι, βέβαια, ότι το πρόβλημα είναι τεράστιο. Ασφαλώς και είναι! Όμως δεν μπορεί ποτέ να αντιμετωπιστεί όσο η κυβέρνηση ορκίζεται πίστη και υποταγή στα κελεύσματα της ΕΕ (σέρνεται, συνεπώς, σε πρακτικές παρόμοιες με αυτές της ΕΕ –όπως είναι και η τελευταία πρόταση για τη μετεγκατάσταση των προσφύγων στο Ελληνικό) και όσο αγνοεί την προοπτική της ρήξης και του διεθνιστικού καλέσματος.

Απέναντι στη στάση αυτή και στις προτάσεις της ΕΕ (ας μη ξεχνάμε, των ανθρώπων που με τις πολιτικές τους δημιούργησαν το πρόβλημα) έχουμε βέβαια το συγκλονιστικό κίνημα συμπαράστασης στους πρόσφυγες τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλες πόλεις της Ευρώπης. Κοιτάζοντας και εμπνεόμενοι από εκεί και μόνο από εκεί είναι δυνατόν να βρει κανείς προσανατολισμό.

Το κίνημα αλληλεγγύης πρέπει λοιπόν να συνεχιστεί και να ενταθεί … πρέπει όμως και να πολιτικοποιηθεί. Πρέπει όλες αυτές οι διαστάσεις του προβλήματος που συνοπτικά επισήμανα (και ενδεχομένως και άλλες ακόμα) να αναδειχθούν με αιχμές
την κατάργηση του Δουβλίνου ΙΙ (που επιβάλλει την επιστροφή των προσφύγων στη χώρα εισόδου τους),
τη διάλυση της FRONTEX και την ακύρωση των κάθε λογής κατασταλτικών πρακτικών
την οργανωμένη υγειονομική, υλική και νομική στήριξη στους πρόσφυγες, αλλά και την παροχή ασύλου και ταξιδιωτικών εγγράφων σε όσους το επιθυμούν,
τη δημιουργία ανθρώπινων κέντρων υποδοχής σε όλες τις χώρες (και στην Ελλάδα, όπου το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα οξύ, κατανομή σε διάφορες περιοχές της χώρας ώστε να αποφεύγεται η γκετοποίηση, και αντίστοιχα να διευκολύνεται η ένταξη των προσφύγων στις τοπικές κοινωνίες…

Στη βάση αυτή πρέπει όμως να υπάρξει και πολιτική ενεργοποίηση ώστε τα επιμέρους αιτήματα να συνδέονται με τη ρίζα του προβλήματος, το σύστημα που γεννά τον πόλεμο, την προσφυγιά και τη δυστυχία: τον καπιταλισμό της καταστροφής, το σύγχρονο καπιταλισμό.

Κι αυτό το τελευταίο δεν είναι απλό σύνθημα ή μια καλή ιδέα γενικά κι αόριστα, που λέγεται ώστε, καλού-κακού, να υπάρχει «στον ορίζοντα». Η ρήξη με το σύστημα, το γεγονός, ότι η εναλλακτική στη βαρβαρότητα που βιώνουμε είναι ο σοσιαλισμός είναι ο μόνος πραγματικά ρεαλιστικός δρόμος, ένας δρόμος βέβαια που απαιτεί άμεσα και συγκεκριμένα βήματα.

Ή, για να το θέσω μέσα από μια αντιπαραβολή, όπως το νήμα που συνδέει την κρίση, τον πόλεμο, τερατογενέσεις τύπου ISIS και ανθρωπιστικά δράματα όπως το προσφυγικό είναι η αχαλίνωτη κερδοφορία μιας χούφτας καιροσκόπων, έτσι και η απάντηση –για να είναι αποτελεσματική– απαιτεί την έμπρακτη και συγκεκριμένη σύνδεση των κινημάτων αλληλεγγύης στους πρόσφυγες (αλλά, θα πρόσθετα, και όλων των κινημάτων που μάχονται ενάντια σε αυτήν ή την άλλη έκφανση της σύγχρονης καπιταλιστικής βαρβαρότητας) με την πάλη ώστε οι κοινωνίες και οι εργαζόμενοι να ελέγχουν αυτοί τη ζωή τους και τους καρπούς του μόχθου τους.

Πρόκειται για συμπέρασμα που νομίζω απορρέει ιδιαίτερα γλαφυρά από την πολύ πρόσφατη εμπειρία όλων μας και που, ασφαλώς μαζί και με άλλα, είμαι σίγουρος ότι θα επιστρέψει στη συζήτησή μας.

Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.