25.11.13

Το αντιφασιστικό κίνημα και η Αριστερά μετά τον Παύλο Φύσσα


Του Αντρέα Παγιάτσου

Ήταν θέμα χρόνου προτού δούμε τη δολοφονία ενός Έλληνα ακτιβιστή ή μιας γνωστής φυσιογνωμίας από το χώρο της Αριστεράς ή του αντιφασιστικού κινήματος, από τη ναζιστική Χρυσή Αυγή (ΧΑ).

Αυτό δεν είναι κάτι που διαπιστώνουμε εκ των υστέρων αλλά είναι κάτι για το οποίο πολλοί από μας προειδοποιούσαν όλη την προηγούμενη περίοδο. Είχαν εξάλλου προηγηθεί τουλάχιστον 4 δολοφονίες μεταναστών. Λογικά, αργά ή γρήγορα θα ερχόταν κι η σειρά κάποιου Έλληνα.

Πέρα απ’ αυτό, υπήρχε η ιστορική εμπειρία. Εξηγούσαμε ότι με βάση αυτήν οι νεοναζί θα ξεκινούσαν από το θέμα της μετανάστευσης, των «ξένων» δηλαδή, για να αποκτήσουν τις πρώτες σοβαρές βάσεις τους στην κοινωνία, να φανατίσουν δυνάμεις με βάση τα ναζιστικά πρότυπα και στη συνέχεια να τις στρέψουν ενάντια στην Αριστερά και στο εργατικό κίνημα.
Μέχρι τις εκλογές του Μάη του 2012 η συμπεριφορά της ΧΑ απέναντι στην Αριστερά απέφευγε τις υπερβολές. Υπήρχαν επιθέσεις, αλλά ήταν μέσα σε «ελεγχόμενα» όρια. Από τις εκλογές του Μαΐου μέχρι τις εκλογές του Ιουνίου του 2012, μέσα στις έξι περίπου εβδομάδες που μεσολάβησαν, είχαμε αλλεπάλληλες επιθέσεις ενάντια στην Αριστερά.



Οι τραμπουκισμοί της ΧΑ και η αντίδραση του κινήματος

Η στροφή έγινε με τον δημόσιο τραμπουκισμό κατά της Λιάνας Κανέλλη και Ρένας Δούρου στο στούντιο του Αντένα στις 7 Ιούνη 2012. Αυτή η επίθεση ήταν ένα σημείο καμπής. Όχι μόνο γιατί η ΧΑ έδινε για πρώτη φορά ξύλο δημόσια, σε βουλευτές και μάλιστα γυναίκες, αλλά γιατί στις δημοσκοπήσεις των επόμενων ημερών δεν εμφάνισε καμία κάμψη! Το δεύτερο είναι με μια έννοια πιο σοκαριστικό από το πρώτο! Έκανε φανερό πως για ένα σημαντικό ποσοστό της κοινωνίας είχε σταματήσει να λειτουργεί η λογική, η πολιτική συζήτηση, η ανθρώπινη ευαισθησία.

Αυτό ήταν ένα πρώτο δείγμα, πολύ σημαντικό, πως ο φασισμός αποκτούσε πια στην ελληνική κοινωνία μια «σοβαρή» σταθερή βάση. Αυτό ήταν κάτι που η Αριστερά μάλλον δεν εκτίμησε ανάλογα.

Στη συνέχεια και μέχρι τις εκλογές της 17ης Ιούνη δεν υπήρξε ούτε ένα κόμμα της Αριστεράς του οποίου τα εκλογικά περίπτερα να μη δεχτούν επιθέσεις. Αξίζει να αναφέρουμε, παρεμπιπτόντως, ότι η Αριστερά δεν κατάφερε τότε να κάνει ούτε μία ουσιαστική και κοινή κινητοποίηση ενάντια στις επιθέσεις από τους φασίστες.
Μετά την εκλογική επιτυχία της ΧΑ τον Ιούνιο του 2012 η βία επεκτάθηκε με μαζικές επιθέσεις ενάντια σε μετανάστες μικροπωλητές σε λαϊκές αλλά και επιθέσεις ενάντια στην Αριστερά.

Όμως ένας καινούργιος παράγοντας άρχισε να κάνει την εμφάνισή του: Η δημιουργία αντιφασιστικών επιτροπών. Μέσα σε διάστημα μερικών μηνών δημιουργήθηκαν γύρω στις 60 αντιφασιστικές επιτροπές σε πανελλαδικό επίπεδο, με αρκετά δημοκρατική λειτουργία και ενωτική διάθεση. Δεν συμπεριλαμβάνονται σ’ αυτές τις επιτροπές τα «μετωπικά» σχήματα των διαφόρων οργανώσεων, όπως: το ΚΕΕΡΦΑ του ΣΕΚ, η Κίνηση Απελάστε το Ρατσισμό της ΔΕΑ και το Antinazi Zone /YRE του Ξεκινήματος. Τα μαζικά κόμματα της Αριστεράς, σαν τέτοια, το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν συμμετείχαν σε αυτές τις επιτροπές. Πρέπει όμως να τονίσουμε ότι πολύς κόσμος από τη βάση του ΣΥΡΙΖΑ είχε πολύ ενεργή εμπλοκή στη δημιουργία αυτών των επιτροπών. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ επίσημα είχε περιορισμένη συμμετοχή καθώς το ΚΕΕΡΦΑ που εντάσσεται στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην πλειοψηφία των περιπτώσεων δεν συμμετέχει στις ενωτικές αντιφασιστικές επιτροπές.

Οι αντιφασιστικές αυτές επιτροπές ανάλαβαν δράση και μάλιστα με πολύ σημαντικά αποτελέσματα. Για πρώτη φορά οι «ατρόμητοι» και «ανίκητοι» Χρυσαυγίτες βρήκαν ισχυρή αντίσταση [1]. Σε μια περίπτωση, μετά τα επεισόδια σε λαϊκές αγορές στο Μεσολόγγι και στη Ραφήνα, στην Κυπαρισσία της Μεσσηνίας, έφυγαν κυνηγημένοι από τους ίδιους τους μετανάστες. Στα Χανιά η συσπείρωση των αντιφασιστών κυνήγησε τον επικεφαλής της ΧΑ. Στην Θάσο δύο φορές οι κάτοικοι πήραν στο κατόπι τα μέλη της ΧΑ που προσπαθούσαν να προσφέρουν τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης «μόνο σε Έλληνες»! Στην Ηλιούπολη έφυγαν τρέχοντας διωγμένοι από αντιφασίστες των νοτίων προαστίων! Τελευταία μεγάλη επιτυχία του αντιφασιστικού κινήματος ήταν η ακύρωση του φεστιβάλ που ετοίμαζε η ΧΑ στην Καλαμάτα [2], τον Ιούλιο που πέρασε. Ενώ στη Θάσο, αφού έκαναν μια μεγάλη εκστρατεία για να ακυρώσουν το κάμπινγκ του Antinazi Zone /YRE, τελικά, όταν απέτυχαν, έκλεισαν τα γραφεία τους και εξαφανίστηκαν.

Εργατικά σωματεία [3] προχώρησαν σε αποφάσεις καταδίκης των φασιστών, ενώ μια σειρά από νέα έντυπα προοδευτικών, αριστερών δημοσιογράφων άρχισαν να βγάζουν στη φόρα τα άπλυτα της ΧΑ. Με αυτό τον τρόπο δόθηκε μια εναλλακτική διέξοδος στην ασφυξία που επιβάλλουν τα συστημικά ΜΜΕ και δυνατότητα να συμβάλουν στη διαμόρφωση συνειδήσεων. Για πρώτη φορά η ΧΑ φάνηκε να βρίσκεται σε μια κατάσταση οπισθοχώρησης και να δέχεται πλήγματα παρότι διατηρούσε τα ποσοστά της στις δημοσκοπήσεις.

Η επίθεση στο Πέραμα και η δολοφονία του Παύλου: η καμπή

Η ΧΑ έπρεπε να βρει τρόπο να ξαναπάρει την πρωτοβουλία στα χέρια της. Και από τη στιγμή που δεν έχει πολιτικά επιχειρήματα, καταφεύγει στο μοναδικό όπλο που έχει στη διάθεσή της: Τη βία και τον τρόμο!

Ο «τρόμος» δεν είναι κάποια τυχαία επιλογή των φασιστών. Είναι πολύ συνειδητή στάση η οποία στοχεύει στον εκφοβισμό του αντιπάλου: του αντιφασιστικού κινήματος, της Αριστεράς και στο τέλος του μαζικού εργατικού κινήματος.

Έτσι η επίθεση ενάντια σε 30 στελέχη του ΚΚΕ στο Πέραμα [4], από 50 τραμπούκους της ΧΑ, εξοπλισμένους με ρόπαλα με μεταλλικές προεξοχές ή καρφιά στις άκρες, κάθε άλλο παρά αποτελούσε ένα τυχαίο συμβάν! Ήταν μια προσχεδιασμένη επίθεση, η οποία είχε στόχο να δείξει ότι η ΧΑ δέρνει και «στέλνει στο νοσοκομείο» τους αντιφασίστες! Οι ναζί υπολόγιζαν ότι οι πλατιές λαϊκές μάζες, τα εργατικά στρώματα θα πάγωναν.

Αν η Χρυσή Αυγή μπορεί να το κάνει αυτό, στο πιο καλά οργανωμένο κόμμα της Αριστεράς, τότε πιο συμπέρασμα προκύπτει; Ότι κανείς δεν μπορεί να σταθεί απέναντί της! Και μέσα στη νεολαία θα ενισχυόταν το ρεύμα το οποίο έλεγε: Πάμε μαζί με τους δυνατούς!
Ο τρόπος που απάντησε το ΚΚΕ στην επίθεση ήταν η διαδικασία της «νεκρώσιμης ακολουθίας»: μια θλιμμένη, θλιβερή πορεία. Ό,τι χρειαζόταν δηλαδή για να αποθρασυνθεί περισσότερο η ΧΑ.

Από κει και πέρα το να υπάρξει νεκρός μέσα από τις επιθέσεις της ΧΑ ήταν καθαρά θέμα χρόνου. Ας μην ψάχνουμε, όπως κάνει ένα σημαντικό κομμάτι της Αριστεράς, για θεωρίες συνωμοσίας. Ας μην προσπαθούμε να ανακαλύψουμε αν το δολοφονικό χέρι του Γ. Ρουπακιά το κατεύθυνε ο Λαγός, ο Μιχαλολιάκος ή αν έδρασε από μόνος του. Δεν έχει καμία σημασία. Σημασία έχει ότι η δολοφονία του Παύλου Φύσσα ήταν η απόλυτα φυσιολογική εξέλιξη, με μαθηματική ακρίβεια θα λέγαμε, το αποτέλεσμα των πολιτικών και των μεθόδων που εφαρμόζει ο ναζισμός, η ΧΑ.

Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα ήταν μια καμπή. Από τη μια γιατί επιβεβαίωσε αυτά που έλεγε το αντιφασιστικό κίνημα εδώ και δεκαετίες: ότι η ΧΑ δεν είναι τίποτε άλλο από μια συμμορία δολοφόνων και δεν αποτελεί μια άλλη «πολιτική άποψη», όπως οι διάφοροι απολογητές του συστήματος επέμεναν να υποστηρίζουν. Από την άλλη γιατί έστειλε ένα μήνυμα προς την άρχουσα τάξη ότι η ΧΑ ξεπερνά τα όρια και πρέπει να της κόψουν τη φόρα.

Η επίθεση, την οποία δέχεται αυτή τη στιγμή η Χρυσή Αυγή από το κράτος είναι σκληρή – αν και η αποφυλάκιση των Κασιδιάρη - Παναγιώταρου - Μίχου, που αποθράσυνε τους νεοναζί, έδειξε επίσης τα όρια αυτής της «σκληρότητας». Αν κάποιος όμως πιστεύει ότι σαν αποτέλεσμα αυτής της επίθεσης, η ΧΑ θα εξαφανιστεί σαν φαινόμενο, σαν φασιστικό / ναζιστικό φαινόμενο, τότε αυταπατάται.

Το αντιφασιστικό κίνημα και η Αριστερά δεν έχουν κανένα τρόπο να αποφύγουν τα καθήκοντα που η πραγματικότητα της ζωής και η ιστορία τους επιβάλλει: Αυτοί και μόνο αυτοί μπορούν να τσακίσουν το φασισμό, αυτοί και μόνο αυτοί μπορούν να εξαλείψουν το φαινόμενο του ναζισμού από την κοινωνία.

Η αντιφατική στάση της άρχουσας τάξης – ιστορικά...

Η στάση της άρχουσας τάξης απέναντι στο φασιστικό φαινόμενο είναι αντιφατική. Από τη μια τους χρειάζεται και τους θέλει, από την άλλη τους φοβάται. Αυτό είναι κάτι το οποίο δεν μπορεί να κατανοήσει το κομμάτι εκείνο της Αριστεράς που θεωρεί τον φασισμό μια απλή προέκταση της άρχουσας τάξης για την επιβολή των πολιτικών της. Αυτό είναι ιδιαίτερα έντονο χαρακτηριστικό της αντίληψης του ΚΚΕ για το θέμα του φασισμού αλλά διαπερνά, στον ένα ή στον άλλο βαθμό, συνολικά τη σταλινικής και μαοϊκής προέλευσης Αριστερά.

Η αντιφατικότητα στη στάση της άρχουσας τάξης απέναντι στον φασισμό προκύπτει από την ίδια την ιστορική εμπειρία. Στην Ιταλία και στη Γερμανία στήριξαν τους φασίστες και τους Ναζί για να αντιμετωπίσουν το εργατικό κίνημα και την αριστερά, σε συνθήκες όπου η επανάσταση του Οκτώβρη στη Ρωσία ήταν ακόμη ζωντανή στις μνήμες. Το αποτέλεσμα ήταν καταστροφικό: ένας εφιαλτικός παγκόσμιος πόλεμος. Αποτέλεσμα του πολέμου αυτού ήταν ο παγκόσμιος καπιταλισμός και ιμπεριαλισμός να δουν τη Σοβιετική Ένωση να επεκτείνεται στην κεντρική Ευρώπη και τα Βαλκάνια και να καταλαμβάνει μεγάλο τμήμα ακόμα της Γερμανίας από τη μια, και από την άλλη να δοθεί σημαντική ώθηση στο εργατικό κίνημα στις χώρες της Δύσης και στους αντιαποικιακούς αγώνες από την Ασία μέχρι τη Λατινική Αμερική, την Αφρική και τη Μέση Ανατολή.

Αξίζει επίσης να σημειώσουμε ότι οι χώρες στις οποίες ο φασισμός κατέλαβε την κρατική εξουσία, δηλαδή η Ιταλία και η Γερμανία (η Ισπανία αποτελεί μια ξεχωριστή, ιδιόμορφη περίπτωση) ήταν αυτές στις οποίες οι φασίστες είχαν την πλήρη στήριξη του κύριου κορμού της άρχουσας τάξης. Στο Μεσοπόλεμο, φασιστικά κινήματα υπήρχαν παντού, λίγο-πολύ, στην Ευρώπη. Όμως στις χώρες στις οποίες η άρχουσα τάξη δεν στράφηκε αποφασιστικά στο φασισμό, οι φασίστες τελικά δεν τα κατάφεραν [5].

Χρειάζεται βέβαια εδώ να αναφέρουμε ότι υπάρχει διαφορά ανάμεσα σε ένα φασιστικό καθεστώς και μια στρατιωτική δικτατορία, όπως υπάρχει διαφορά και με ένα αυταρχικό δεξιό (βοναπαρτιστικό) καθεστώς στο οποίο η άρχουσα τάξη κυβερνά με σιδερένια πυγμή αξιοποιώντας τους φασίστες χωρίς όμως να τους παραχωρεί τη δυνατότητα να αναλάβουν αυτοί την κυβερνητική εξουσία. Αυτές τις διαφορές, που δεν είναι και τόσο «λεπτές» ή δευτερεύουσες, ανάμεσα στις διάφορες μορφές που μπορεί να πάρει η αυταρχική διακυβέρνηση από τη μεριά της άρχουσας τάξης, μεγάλα τμήματα της σταλινογενούς Αριστεράς δεν μπορούν να τις αντιληφθούν.

... και σήμερα

Η θεωρητικό-ιστορική αυτή προσέγγιση των αντιφάσεων και των αντιθέσεων στο εσωτερικό της άρχουσας τάξης σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση του φασιστικού φαινομένου αντανακλάται με αρκετά γλαφυρό τρόπο στην πρόσφατη εμπειρία στην Ελλάδα.

Σε πρώτη φάση μεγάλα τμήματα της άρχουσας τάξης στήριξαν έμμεσα ή άμεσα την ΧΑ. Δεν έχουν ακόμη διασταυρωθεί και διατυπωθεί δημόσια οι λεπτομέρειες και τα ονόματα των εφοπλιστών και άλλων επιχειρηματιών που χρηματοδοτούσαν τη ΧΑ. Κανένας όμως δεν έχει αμφιβολία ότι αυτό συνέβαινε. Αυτό που είναι όμως «διασταυρωμένο», επίσημο και σίγουρο είναι ο τρόπος με τον οποίο γνωστές προσωπικότητες της πολιτικής και της δημοσιογραφίας αντιμετώπιζαν τη ΧΑ.

Και δεν μιλάμε βέβαια μόνο για περιπτώσεις όπως του γνωστού κομιστή των ροζ βίντεο και των 5 εκατ. ευρώ, Θέμου Αναστασιάδη [6], ή του πρώην νομάρχη Θεσσαλονίκης Παναγιώτη Ψωμιάδη («Εμένα προσωπικά δεν με ενοχλεί η Χρυσή Αυγή... – δηλώσεις 10/06/2012) ή του «δημοσιογράφου» Γιώργου Τράγκα ο οποίος κάλεσε στην εκπομπή του στο ΣΚΑΪ (7 Απρίλη 2013) τέσσερις βουλευτές της ΧΑ και χαριεντίζονταν μαζί τους επί 3 ολόκληρες ώρες [7].

Πιο σημαντικά, με μια έννοια τουλάχιστον, είναι παραδείγματα όπως τα ακόλουθα [8]:
Α. Λοβέρδος, πρώην υπουργός επί κυβερνήσεων Γ. Παπανδρέου: «Η Χρυσή Αυγή είναι το... πρώτο κίνημα που γεννιέται αυθεντικά μετά την Μεταπολίτευση...» (13/02/2013, ΣΚΑΪ).

Φαήλος Κρανιδιώτης, σύμβουλος του Σαμαρά: «...Η Χρυσή Αυγή, στη χειρότερη περίπτωση, κάνει αντιποίηση αρχής, ενίοτε πέφτει και καμιά ψιλή, ήτοι έργω εξύβριση και σωματικές βλάβες. Οι εκατόμβες των μαχαιρωμένων αλλοδαπών υπάρχουν στην ευφάνταστη και βλακώδη προπαγάνδα της “προοδευτικιάς” δημοσιογραφίας...» (30/12/2012, Δημοκρατία).

Ντόρα Μπακογιάννη, βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας: «Εμένα η Χρυσή Αυγή μου φέρεται με το “σεις και με το σας”. Διατηρούν φιλικές σχέσεις μαζί μου, όταν μου μιλούν έχουν μια ευγένεια απέναντί μου. Τι θέλετε δηλαδή, να παίζω ξύλο;» (12/07/2013, Ημερησία).

Τάκης Μπαλτάκος, γραμματέας της κυβέρνησης, σύμβουλος του Σαμαρά: «απευκταίο, αλλά όχι απίθανο το ενδεχόμενο η ΝΔ να υποχρεωθεί να κυβερνήσει με τη συνεργασία της Χρυσής Αυγής» (Δηλώσεις σε δημοσιογράφους, 13/06/2013).

Μπάμπης Παπαδημητρίου, δημοσιογράφος ΣΚΑΪ, ακούραστος υποστηρικτής των μνημονίων: Να σκεφτούμε «το ενδεχόμενο μια σοβαρότερη Χρυσή Αυγή να υποστηρίξει μια συντηρητική συμμαχία, όπως συμβαίνει σε πάρα πολλές χώρες της Ευρώπης» (Τηλεόραση ΣΚΑΪ, 12/09/2013, 5 μέρες πριν τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα).

Χρύσανθος Λαζαρίδης, Βουλευτής επικρατείας της κυβέρνησης, σύμβουλος του πρωθυπουργού: «η ένταση που καλλιεργείται από τον ΣΥΡΙΖΑ τροφοδοτεί την ένταση της Χρυσής Αυγής που οδηγεί σε βία και νεκρούς» (18/09/2013 μια μέρα μετά τη δολοφονία του Φύσσα).

Άρης Πορτοσάλτε, Δημοσιογράφος ΣΚΑΪ, επίσης ακούραστος υποστηρικτής των μνημονίων: «Όταν εμφανίζετε τέτοια συμπεριφορά δίνετε αφορμές κ. Κασιδιάρη... Να βρείτε ένα τρόπο να μην σας πιάνουν στο στόμα τους». (Προτροπή στον Κασιδιάρη, Ραδιόφωνο ΣΚΑΪ, 18/09/2013, μια μέρα μετά τη δολοφονία).

«Ενσωμάτωση» ή χτύπημα; – το δίλημμα της άρχουσας τάξης και ο ρόλος του κινήματος

Η εικόνα που προκύπτει είναι αρκετά καθαρή. Οι βασικοί εκπρόσωποι της άρχουσας τάξης συζητούσαν πολύ σοβαρά το ενδεχόμενο να κυβερνήσουν μαζί με τη ΧΑ και τα διάφορα φερέφωνά τους στα ΜΜΕ είχαν αναλάβει το ρόλο να κρύψουν το πραγματικό της πρόσωπο.

Εξάλλου η ευρωπαϊκή πολιτική εμπειρία έδειξε ότι η άρχουσα τάξη μπορεί να εντάξει τους νεοφασίστες στις γραμμές της και στις κυβερνήσεις της και να τους ενσωματώσει, τουλάχιστον για ένα ορισμένο διάστημα. Τα παραδείγματα της Ιταλίας και της Αυστρίας είναι πολύ χαρακτηριστικά. Εκεί οι Ιταλοί και Αυστριακοί αστοί συγκυβέρνησαν με το κόμμα του Φίνι και του Χάιντερ αντίστοιχα. Είναι επομένως φυσιολογικό από την σκοπιά της, η ελληνική άρχουσα τάξη να παίζει με την ιδέα της συγκυβέρνησης και της «ενσωμάτωσης» των φασιστών. Αυτό όμως είναι ένα παιχνίδι με τη φωτιά. Γιατί ο βαθμός στον οποίο μπορεί να ελεγχθεί το φασιστικό φαινόμενο εξαρτάται κατά κύριο λόγο από το βάθος της κρίσης.

Πόσα περιθώρια ενσωμάτωσης υπάρχουν στην Ελλάδα; Πώς μπορεί κανείς να περιμένει να μπει η ΧΑ στην κυβέρνηση όταν «κυβέρνηση» από τη σκοπιά του κεφαλαίου σημαίνει Μνημόνια; Και όταν όποιος μπαίνει στην κυβέρνηση καταρρέει σε εκλογικά ποσοστά – δεν ήταν μήπως το παράδειγμα του Καρατζαφέρη αρκετά διδακτικό;

Με βάση λοιπόν την πρότερη και πρόσφατη ιστορική εμπειρία, το πιο φυσικό πράμα είναι να υπάρχει διχογνωμία μέσα στις γραμμές της άρχουσας τάξης στο πώς αντιμετωπίζει το φαινόμενο. Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα αποτέλεσε καμπή για την άρχουσα τάξη ακριβώς επειδή έδειξε ότι η ΧΑ έτεινε να βγει εντελώς εκτός ελέγχου.

Η επίθεση του κράτους ενάντια στην ΧΑ οφείλεται σε μια σειρά λόγους. Από τη μια η αστική τάξη νιώθει ότι το τέρας που δημιούργησαν οι πολιτικές της και τα «επιτελεία» της ετοιμάζεται να «καταπιεί» τους παραδοσιακούς πολιτικούς της εκφραστές. Αυτό συνδυάζεται με την πίεση που δέχεται από τις άρχουσες τάξεις στην Ευρώπη οι οποίες δεν δέχονται ευνοϊκά τη μετεωρική άνοδο της ναζιστικής συμμορίας.

Από την άλλη όμως, ο πιο καθοριστικός παράγοντας, είναι το γεγονός ότι η δολοφονία του Παύλου Φύσσα διαπέρασε σαν ηλεκτρικό ρεύμα την ελληνική κοινωνία. Ξεγύμνωσε τους φασίστες και τη ΧΑ με τρόπο που δεν είχε ξαναγίνει μέχρι σήμερα.

Το κίνημα αντέδρασε με μεγαλειώδη τρόπο στη δολοφονία του Παύλου Φύσσα: 35 εξαιρετικά μαζικές διαδηλώσεις σε όλη την Ελλάδα την επομένη της δολοφονίας, εκατό περίπου διαδηλώσεις μέσα στις πρώτες δεκαπέντε μέρες, το πιο μαζικό αντιφασιστικό κίνημα, ή καλύτερα έκρηξη, εδώ και τρεις δεκαετίες τουλάχιστον. Κινητοποιήσεις –και αυτό είναι μια πολύ σημαντική διεθνιστική διάσταση των εξελίξεων και δείγμα της ανάπτυξης μιας διεθνούς αντιφασιστικής αλληλεγγύης– έγιναν επίσης σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις.

Αν η κυβέρνηση της ΝΔ έμενε απαθής απέναντι στη δολοφονία, για εκατομμύρια Ελλήνων θα ήταν συνυπεύθυνη. Αν έκανε κάτι τέτοιο η θεωρία των «δύο άκρων» πάνω στην οποία οικοδομεί την πολιτική της εδώ και καιρό θα κατέρρεε. Από την άλλη, χτυπώντας τη ΧΑ θα μπορούσε να εμφανιστεί σαν δύναμη σταθερότητας, νομιμότητας κοκ. Θα μπορούσε να ενισχύσει το διεθνές προφίλ της, ιδιαίτερα καθώς στην ΕΕ ακούγονταν φωνές να αφαιρεθεί η προεδρία από την ελληνική κυβέρνηση όσο η ΧΑ «κυριαρχούσε στους δρόμους» και η αστυνομία την παρακολουθούσε με απάθεια ή και με ανοιχτή προκλητική στήριξη.

Φασισμός, άρχουσα τάξη και συστημικοί θεσμοί: δεσμοί αίματος

Η πραγματικότητα όμως είναι ότι η άρχουσα τάξη δεν μπορεί και δεν πρόκειται να χτυπήσει το φασισμό μέχρι το τέλος και να τον εξαλείψει.

Κατ’ αρχήν γιατί δεν θέλει να τους εξαλείψει ολοκληρωτικά. Προτιμά να έχει φασιστικές ομάδες, που να λειτουργούν συμπληρωματικά στη δική της καταστολή, όταν το κοινοβουλευτικό καθεστώς θέτει όρια στο πόσο βίαια μπορεί να κτυπήσει τα κινήματα και την Αριστερά.

Το ιδανικό για την άρχουσα τάξη θα ήταν να μπορεί να ελέγχει τα όρια της δράσης των φασιστικών ταγμάτων εφόδου. Αν αυτή η δράση ξεφεύγει από τον έλεγχο, τότε θα είναι υποχρεωμένη να τους χτυπήσει (ή τουλάχιστο να το προσπαθήσει) για να τους περιορίσει.
Ακόμη και αν ήθελε όμως να τους «αποτελειώσει» και πάλι δεν θα μπορούσε.

Πρώτα απ’ όλα δεν μπορεί να εξαλείψει τις αιτίες που γεννούν το φαινόμενο. Ο φασισμός είναι αποτέλεσμα της απελπισίας στην οποία το σύστημα σπρώχνει εκατομμύρια, ιδιαίτερα σε εποχές μεγάλης κρίσης, μέσα από τη φτώχεια, την ανεργία, την εξαθλίωση και την κοινωνική καταστροφή που προκαλεί. Ασφαλώς πέραν αυτού συνυπάρχουν άλλοι παράγοντες όπως είναι οι ιστορικές παραδόσεις κάθε χώρας, καθώς και φαινόμενα όπως η μαζική εισροή μεταναστών. Όμως η βάση της ανόδου του φασισμού είναι η οικονομική και κοινωνική κρίση που γεννάει το καπιταλιστικό σύστημα, στην οποία οφείλεται τελικά και το φαινόμενο της μαζικής μετανάστευσης.

Την ίδια στιγμή όταν το κατεστημένο χτυπά την ΧΑ, σε ένα κομμάτι του πληθυσμού την ενισχύει! Γιατί αυτοί που «ξαφνικά» ανακάλυψαν ότι η ΧΑ είναι μια συμμορία δολοφόνων, είναι οι ίδιοι που εφαρμόζουν τις πολιτικές που έχουν καταστρέψει τη ζωή του μισού πληθυσμού της χώρας, που δίκαια τους θεωρεί αναξιόπιστους. Για ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού ό,τι και να πει η άρχουσα ελίτ σήμερα πια δεν μπορεί να γίνει πιστευτό ή αποδεκτό. Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι η ΧΑ, δεν έχει πέσει στις δημοσκοπήσεις (μέχρι στιγμής τουλάχιστον) κάτω από το 6 - 7% και παραμένει τρίτο κόμμα!

Η κυβέρνηση και το κράτος λοιπόν, ακόμη και αν ήθελαν δεν μπορούν να εξαλείψουν τον φασισμό από την ελληνική κοινωνία. Μπορεί βέβαια να φυλακίσουν μεγάλο μέρος των στελεχών και της ηγεσίας της ΧΑ. Μπορούν να κόψουν τη χρηματοδότηση της ΧΑ από το κράτος, αλλά η ΧΑ έδειξε ότι είχε αρκετά λεφτά (και χρηματοδότες) προτού μπει στη βουλή! Και βέβαια μπορεί να θέσουν τη ΧΑ εκτός νόμου αλλά τα εναπομείναντα στελέχη εύκολα μπορούν να επανεμφανιστούν σε ένα νέο κόμμα με διαφορετικό όνομα.

Έτσι, ακόμη και αν υποθέσουμε ότι η επίθεση που εξαπολύει αυτή την περίοδο το κράτος ενάντια στην ΧΑ θα έχει τη μέγιστη σκληρότητα, φασιστικοί πυρήνες θα συνεχίσουν να υπάρχουν και μετά απ’ αυτήν. Αν χρειαστεί θα κάνουν τις απαραίτητες προσαρμογές στα σύμβολα, στο καταστατικό, στη φρασεολογία, στους χαιρετισμούς κοκ. Και θα περιμένουν να έρθουν ευνοϊκές γι’ αυτούς συνθήκες σε επόμενη φάση.

Και η πραγματικότητα είναι ότι οι φασίστες θα έχουν ξανά την ευκαιρία τους. Γιατί στη βάση του καπιταλιστικού συστήματος δεν μπορεί να υπάρξει ανόρθωση της οικονομίας, ουσιαστική ανάπτυξη και λύσεις στα μεγάλα προβλήματα της ανεργίας, της φτώχειας και των κοινωνικών αδιεξόδων.

Όσο υπάρχουν αυτά η ακροδεξιά θα μπορεί να καλλιεργεί τον εθνικισμό από τη μια και την «ανάγκη» για έναν αυταρχικό και ισχυρό «ηγέτη» από την άλλη. Όσο η «δημοκρατία» γεννά φτώχεια τόσο θα υπάρχει πρόσφορο έδαφος γι’ αυτούς που θέλουν την κατάργησή της. Και όσο υπάρχουν μετανάστες, πράγμα αναπόφευκτο στις συνθήκες της κρίσης και των πολέμων που μαστίζουν την υφήλιο, τόσο θα αναπαράγεται ο ρατσισμός. Η ακροδεξιά και ο νεοφασισμός είναι ακριβώς ο συνδυασμός αυτών των ιδεών.

Σήμερα η άρχουσα τάξη χτυπά τα τάγματα εφόδου των νεοφασιστών – αυτό όμως εύκολα μπορεί να αλλάξει την επόμενη περίοδο.

Σε συνθήκες μιας επόμενης ανόδου του εργατικού κινήματος, η οποία είναι αναπόφευκτη παρά τη σοβαρή κοιλιά στην οποία βρίσκεται σήμερα, αυτά τα (φασιστικά) τάγματα εφόδου μπορεί να είναι πολύ χρήσιμα για την άρχουσα τάξη. Πολύ περισσότερο αν η δυνατότητα της αστικής τάξης να χρησιμοποιήσει τους μηχανισμούς καταστολής μέσα από τα επίσημα κανάλια της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, είναι περιορισμένη. Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί αν δημιουργηθεί μια κυβέρνηση της Αριστεράς. Μια τέτοια πολιτική εξέλιξη, που θα σηματοδοτεί αλλαγές στα ταξικά ισοζύγια στην κοινωνία, μπορεί να λειτουργήσει πολύ προωθητικά για εργατικούς και κοινωνικούς αγώνες, δεδομένου και ότι αυτή η κυβέρνηση δεν θα μπορεί να δράσει κατασταλτικά, όπως μια δεξιά αυταρχική κυβέρνηση. Σε τέτοιες συνθήκες, η αστική τάξη μπορεί να ανακαλύψει ότι τα τάγματα εφόδου των φασιστών τής είναι πολύ χρήσιμα κι έτσι να τα χρηματοδοτήσει αφειδώς, να τα χρησιμοποιήσει για να χτυπήσει τους αγώνες και για να υποσκάψει την κυβέρνηση της Αριστεράς.

Οι σημερινοί «αντιφασίστες» στα επιτελεία της άρχουσας τάξης και στα ΜΜΕ θα φορέσουν την φιλοφασιστική προβιά με την ίδια ευκολία που σήμερα ντύθηκαν αντιφασίστες – και «πέφτουν από τα σύννεφα», «οργισμένοι» και «αποσβολωμένοι» για την ύπαρξη μιας εγκληματικής οργάνωσης μέσα στον «ιερό ναό της δημοκρατίας».

Το μεγαλύτερο λάθος που μπορεί να κάνουν λοιπόν η Αριστερά και το εργατικό κίνημα είναι να εναποθέσουν τις ελπίδες τους για την καταπολέμηση του φασισμού στο αστικό κράτος.

Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε μια νέα τραγωδία. Θα ισοδυναμούσε με τη στάση του Σαλβαδόρ Αλιέντε, στη Χιλή το 1973, ο οποίος μερικές μέρες πριν από το πραξικόπημα του Πινοσέτ διαβεβαίωνε μια συγκέντρωση εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων στο Σαντιάγκο της Χιλής (που ζητούσαν να εξοπλιστεί ο λαός για να μπορεί να αντιμετωπίσει το επερχόμενο πραξικόπημα) ότι ο υπουργός άμυνας, Πινοσέτ, αποτελούσε την εγγύηση ενάντια σε πιθανό πραξικόπημα και για τη διαφύλαξη της δημοκρατίας! Μερικές μέρες μετά ο Σαλβαδόρ Αλιέντε έπεφτε νεκρός από τις σφαίρες των πραξικοπηματιών που καθοδηγούσε ο Πινοσέτ.

Ο ρόλος της Αριστεράς

Οι μόνες δυνάμεις οι οποίες μπορούν να συντρίψουν πραγματικά και να εξαλείψουν τον φασισμό είναι οι δυνάμεις των οποίων τα συμφέροντα βρίσκονται σε ασυμφιλίωτη σύγκρουση με τον φασισμό: του εργατικού κινήματος, των κοινωνικών κινημάτων, της Αριστεράς.

Το ερώτημα βέβαια είναι πώς; Γιατί αναπόφευκτα διερωτάται κανείς: Πώς θα εμποδίσει η Αριστερά τη ΧΑ να συνεχίσει τη δυναμική της άνοδο όταν δεν κατάφερε να την εμποδίσει να ανέβει από το 0,3% στο 7% μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, να μετατραπεί σε τρίτη πολιτική δύναμη και να διατηρεί αυτή τη θέση ακόμη και μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και τη σύλληψη των ηγετικών της στελεχών; Αν δεν απαντηθεί αυτό το ερώτημα, τότε οποιαδήποτε συζήτηση περί αντιμετώπισης του φασιστικού κινδύνου είναι χωρίς ουσία.

Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι ότι η Αριστερά υποτίμησε εντελώς τη σημασία της αντιφασιστικής πάλης. Ελάχιστες είναι οι δυνάμεις στην ελληνική Αριστερά οι οποίες είδαν έγκαιρα τον κίνδυνο από τον ρατσισμό και τον φασισμό. Οι ηγεσίες των μαζικών κομμάτων της Αριστεράς, του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ, το υποτίμησαν ολοκληρωτικά. Η υποτίμηση αυτή είχε μάλιστα θεωρητικοποιηθεί. Ότι δηλαδή δεν πρέπει να ασχολείται η Αριστερά με το φαινόμενο αυτό γιατί «τους δίνει σημασία». Υπήρχε η αντίληψη ακόμη και μετά τις εκλογές του 2012 ότι ήταν μια απλή ψήφος διαμαρτυρίας, η οποία πολύ σύντομα θα εξανεμιζόταν. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο λάθος!

Έχουμε με μια έννοια επανάληψη της ιστορίας, πριν την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία το 1933. Και τότε η Αριστερά υποτιμούσε τον κίνδυνο. Σοσιαλιστές και Κομμουνιστές θεωρούσαν πως οι Ναζί ήταν ένα ελεγχόμενο φαινόμενο στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος και του κοινοβουλευτισμού. Το ΚΚ Γερμανίας, κάτω από την άμεση καθοδήγηση του ίδιου του Στάλιν, είχε την άποψη ότι δεν υπήρχε πρόβλημα με την άνοδο του Χίτλερ στην κυβέρνηση, γιατί θα αποδεικνυόταν στην πράξη το αδιέξοδο στις πολιτικές των Ναζί και θα κατέρρεαν.

Το ΚΚΕ συνεχίζει μια αντίστοιχη πολιτική και σήμερα, η οποία δεν έχει καμία σχέση με τον μαρξισμό και τον λενινισμό, όντας καθαρά σταλινική. Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη όλη η υπόλοιπη Αριστερά ανήκει στο στρατόπεδο του ταξικού εχθρού και γι’ αυτό οι «κομμουνιστές» δεν πρέπει να συνεργάζονται μαζί της σε κανένα επίπεδο! Έτσι, στην προεκλογική περίοδο ανάμεσα στον Μάη και Ιούνη του 2012, παρά τις προκλήσεις της ΧΑ, η Αριστερά δεν κατάφερε να οργανώσει ούτε μια κοινή, ούτε μια σημαντική αντιφασιστική συγκέντρωση!

Ευθύνες βαρύνουν ασφαλώς και την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ που κράτησε μια ασαφή στάση για όλη την περίοδο μέχρι τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, τη στιγμή που χιλιάδες αγωνιστές της βάσης του ΣΥΡΙΖΑ έμπαιναν μπροστά για τη δημιουργία αντιφασιστικών επιτροπών. Αυτό συνέβαινε κάτω από την πίεση της άρχουσας τάξης για τη «θεωρία των δύο άκρων» – ο επίσημος ΣΥΡΙΖΑ, σε ηγετικό επίπεδο, απέφευγε να εμπλακεί δυναμικά σε αντιφασιστικές δράσεις φοβούμενος μήπως δώσει επιχειρήματα στη ΝΔ και στα Μίντια. Ούτε και στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ τα πράματα ήταν πολύ θετικά, καθώς η μόνη σημαντική πρωτοβουλία από τον χώρο αυτό ήταν το ΚΕΕΡΦΑ το οποίο όμως ενεργεί συχνά αντιενωτικά όπως το ΣΕΚ που το έχει δημιουργήσει.

Η εικόνα αρχίζει να αλλάζει μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Κάτω από τη μεγάλη κοινωνική πίεση που προέκυψε το ΚΚΕ αρχίζει να συζητά τη δημιουργία κοινών δράσεων με την υπόλοιπη Αριστερά ενάντια στον φασισμό. Αυτό θα ήταν πάρα πολύ σημαντική εξέλιξη στο βαθμό που πάρει πραγματικά σάρκα και οστά – θα πρέπει όμως να περιμένουμε να το δούμε στην πράξη καθώς για την ώρα δεν υπάρχει τίποτα χειροπιαστό και η προηγούμενη πολιτεία της ηγεσίας του ΚΚΕ δεν δικαιολογεί οποιαδήποτε αισιοδοξία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει μια σοβαρή στροφή και αναπτύσσει πρωτοβουλίες για τη συγκρότηση αντιφασιστικών επιτροπών σε πολύ μεγαλύτερη έκταση παρά προηγουμένως. Αυτό είναι πολύ σημαντικό παρότι δεν πρέπει να παραβλέψουμε την άστοχη πρόταση του Αλέξη Τσίπρα, αμέσως μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, να ζητήσει από τον πρόεδρο της δημοκρατίας να καλέσει συμβούλιο αρχηγών των πολιτικών κομμάτων για το θέμα της αντιμετώπισης του φασισμού. Αν η Αριστερά συνεργαστεί με το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ «για την αντιμετώπιση του φασισμού», τότε υποσκάπτει τον εαυτό της αλλά και την αντιφασιστική πάλη με τον πιο τραγικό τρόπο.

Στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ μια σειρά από δυνάμεις που μέχρι πρόσφατα ήταν αδρανείς ή παρακολουθούσαν από κάποια απόσταση, σήμερα αναλαμβάνουν ένα πιο ενεργό ρόλο.

Ο συντονισμός των Αντιφασιστικών Επιτροπών

Όλα αυτά είναι πολύ σημαντικά. Και «δένουν» με αυτά που είχαν ήδη κατακτηθεί μέχρι πριν τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Τη δημιουργία δηλαδή αντιφασιστικών επιτροπών σε 60 περίπου πόλεις ή δήμους πανελλαδικά και τα πρώτα βήματα για τον μεταξύ τους συντονισμό.

Από τις πιο σημαντικές εξελίξεις είναι η συγκρότηση του «Συντονισμού Αντιφασιστικών Επιτροπών Πρωτοβουλιών και Συλλογικοτήτων Αθήνας-Πειραιά». Η προσπάθεια αυτή ξεκίνησε με την δημιουργία ενός «αντιφασιστικού χωριού» μέσα στα πλαίσια του αντιρατσιστικού φεστιβάλ που έγινε στην Αθήνα τον Ιούλιο που πέρασε.

Ο Αντιφασιστικός Συντονισμός Αθήνας-Πειραιά κάλεσε μια σειρά διαδηλώσεις με σημαντικότερη τη διαδήλωση στην Αθήνα, στις 25 Σεπτεμβρίου, η οποία είχε πολύ μαζική συμμετοχή, 20.000 περίπου, χωρίς να συμμετέχουν σ’ αυτήν (επίσημα) ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ.

Σήμερα στον Αντιφασιστικό Συντονισμό Αθήνας-Πειραιά συμμετέχουν εκτός από τις αντιφασιστικές επιτροπές στα διάφορα μέρη της Αθήνας και του Πειραιά, οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, οργανώσεις ή τάσεις που συμμετέχουν στον ΣΥΡΙΖΑ, η νεολαία ΣΥΡΙΖΑ επίσημα, σημαντικές δυνάμεις από τον χώρο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ (το ΚΕΕΡΦΑ παραμένει εκτός), η Πρωτοβουλία των 1000, αλλά και σημαντικές δυνάμεις από τον αντιεξουσιαστικό χώρο (συγκεκριμένα η Αντιεξουσιαστική Κίνηση). Μπορεί να πει κανείς ότι η μόνη σημαντική οργάνωση που λείπει είναι το ΚΚΕ! Είναι η πιο πλατιά ενωτική κίνηση που έχει υπάρξει ποτέ για οποιοδήποτε θέμα.

Έτσι, ενώ είναι σωστό ότι οι αντιφασιστικές επιτροπές ξεκίνησαν από πρωτοβουλίες των μικρών δυνάμεων της Αριστεράς, ανένταχτους αγωνιστές και τμήματα της βάσης του ΣΥΡΙΖΑ, έχουν καταφέρει μέσα από τη συντονισμένη δράση τους να λειτουργήσουν σαν καταλύτης.

Ενιαίο αντιφασιστικό μέτωπο και σοσιαλιστική προοπτική

Ανεξάρτητα από ιδεολογικές και πολιτικές διαφορές, η Αριστερά και μαζί με αυτήν όλες οι εργατικές οργανώσεις και ο (σοβαρός) «Αντιεξουσιαστικός» χώρος οφείλουν να συνεργαστούν, δημιουργώντας ένα ενιαίο μέτωπο για την αντιμετώπιση του φασιστικού κινδύνου. Σ’ αυτό το ενιαίο μέτωπο πρέπει να ενταχθούν τα εργατικά σωματεία, οι οργανώσεις των μεταναστών, των προσφύγων, των ατόμων με ειδικές ανάγκες, των ομοφυλοφίλων κλπ, όλων όσων δηλαδή κινδυνεύουν από τη μανία των φασιστικών «ταγμάτων εφόδου».

Από αυτή τη συνεργασία πρέπει να μείνουν έξω οι δυνάμεις που εκπροσωπούν το σύστημα, το κεφάλαιο, το κατεστημένο και την κυβέρνηση – καμία συμμετοχή ειδικά του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ στο αντιφασιστικό κίνημα [9].

Οι αντιφασιστικές αυτές επιτροπές (ενωτικές, με όλες τις δυνάμεις που αναφέρονται πιο πάνω) χρειάζεται

• να επεκταθούν όχι απλά σε κάθε πόλη, αλλά αν είναι δυνατό σε κάθε γειτονιά των μεγάλων πόλεων

• να αναπτύξουν πλατιές εκστρατείες ενημέρωσης, πόρτα-πόρτα, σε κάθε σχολείο, πλατεία και γειτονιά για το τι είναι πραγματικά ο φασισμός και ο ναζισμός

• να κινητοποιούνται ενάντια σε κάθε φασιστική εκδήλωση και δράση

• να αναπτύξουν δίκτυα επικοινωνίας έτσι ώστε με ταχύτητα να δρουν σε περίπτωση φασιστικών επιθέσεων και να συγκροτήσουν ομάδες αυτοάμυνας για να μπορούν να αντιμετωπίσουν τα ρόπαλα και τα μαχαίρια των φασιστών (αν υπήρχε ένα τέτοιο δίκτυο στο Κερατσίνι το πιο πιθανό είναι πως ο Παύλος Φύσσας θα ήταν ακόμη μαζί μας)

• να συγκροτήσουν δίχτυα αλληλεγγύης για να στηρίζουν όλους αυτούς τους οποίους η κρίση του συστήματος πετάει στα σκουπίδια έτσι ώστε να μην προσηλυτίζονται από τους φασίστες

• να παρεμβαίνουν σε προβλήματα τοπικών κοινωνιών (για παράδειγμα, όπου υπάρχει μεγάλη συγκέντρωση εξαθλιωμένων μεταναστών χωρίς χαρτιά) και να αναπτύσσουν κινήματα, που να απαιτούν λύσεις από την τοπική αυτοδιοίκηση και την κεντρική κυβέρνηση, να διεκδικούν και να προσφέρουν λύσεις έστω στο μέτρο των δυνάμεών τους, σε όφελος τόσο των μεταναστών όσο και της τοπικής κοινωνίας

• να συνδεθούν και να συντονιστούν μεταξύ τους, σε επίπεδο πόλεων καταρχήν και πανελλαδικά στη συνέχεια, σε ένα μαζικό αντιφασιστικό πανελλαδικό μέτωπο.

Το ΚΚΕ και άλλα κομμάτια της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς αρνούνται ένα τέτοιο μέτωπο με βάση το επιχείρημα ότι στα πλαίσια του καπιταλισμού ο φασισμός δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί και ότι επομένως όλα αυτά αποτελούν «ρεφορμιστικές» αυταπάτες. Το τραγικό λάθος αυτής της αντίληψης είναι ότι δεν μπορεί να καταλάβει πώς η πάλη ενάντια στο φασισμό σήμερα μπορεί να αποτελέσει τμήμα της ενιαίας και διαρκούς πάλης για την ανατροπή του καπιταλισμού αύριο. Είναι το ίδιο με το να αρνείται κανείς να κατανοήσει τη σημασία της πάλης για το μεροκάματο, την Υγεία, την Παιδεία και την σύνταξη σήμερα, σαν οργανικό τμήμα της πάλης για μια εναλλακτική σοσιαλιστική κοινωνία και προοπτική.
Και αυτό βέβαια μας φέρνει στο δεύτερο κεντρικό καθήκον της Αριστεράς. Γιατί πραγματικά μέσα στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος, της κρίσης, της φτώχειας της ανεργίας και της εξαθλίωσης, δεν μπορούν να υπάρξουν λύσεις σε κανένα από τα πιο πάνω προβλήματα.

Σήμερα η πάλη γι’ αυτά τα ζητήματα όπως και η πάλη ενάντια στο φασισμό, για να είναι αποτελεσματική, πρέπει να συνδέεται άρρηκτα με τον αγώνα για τη σοσιαλιστική εναλλακτική.

Αυτό που λείπει από αυτή την «εξίσωση» είναι οι δυνάμεις στο χώρο της Αριστεράς που να έχουν την απαραίτητη μαζική απήχηση και που να μπορούν να δώσουν με χειροπιαστό τρόπο αυτή την προοπτική στο εργατικό κίνημα και τα λαϊκά στρώματα, καθώς από τη μια στο ΚΚΕ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ κυριαρχεί ο σεχταρισμός ενώ στον ΣΥΡΙΖΑ η δεξιά ρεφορμιστική πτέρυγα της ηγεσίας.

Όμως, μέσα σε όλους τους σχηματισμούς της Αριστεράς και ιδιαίτερα στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ αναπτύσσονται σημαντικές διεργασίες και διαπάλη ιδεών. Στηριγμένοι πάνω σε αυτές τις διεργασίες και με την κατανόηση ότι η κυβέρνηση της Αριστεράς (με ή χωρίς εισαγωγικά) που έχει σε μεγάλο βαθμό δρομολογηθεί από τις αντικειμενικές εξελίξεις μπορεί δυνητικά να παίξει ιδιαίτερα προωθητικό ρόλο σε αυτούς τους στόχους, μπορούμε να συνεχίσουμε με αισιοδοξία και αποφασιστικότητα τον αγώνα μας.

Τιμή στον Παύλο Φύσσα
Μέχρι πριν λίγες βδομάδες το αντιφασιστικό κίνημα προσπαθούσε να βρει το δρόμο του έχοντας απέναντί του έναν αντίπαλο πιο ισχυρό και αδίσταχτο. Σήμερα, ο αντίπαλος προσπαθεί να διασώσει τις δυνάμεις του για να ξαναξεκινήσει από ένα χαμηλότερο επίπεδο.

Μέσα από τις δικές της εσωτερικές αντιφάσεις και κάτω από την πίεση ενός μεγάλου αντιφασιστικού κινήματος η άρχουσα τάξη και το κράτος της υποχρεώθηκαν να κτυπήσουν τη ΧΑ. Την πρωτοβουλία εμφανίζεται να την έχει η κυβέρνηση και οι καναλάρχες, που μέχρι χτες έστρωναν το δρόμο για να περάσει η ΧΑ – κι αυτό δημιουργεί κάποια αμηχανία στην Αριστερά ή τουλάχιστον σε κάποια τμήματά της. Αυτό όμως αν και σημαντικό είναι δευτερεύον. Χωρίς αυταπάτες στο μέχρι που μπορεί να φτάσει ο «αντιφασισμός» του κράτους και της άρχουσας τάξης, αλλά αξιοποιώντας τις εσωτερικές τους αντιφάσεις, το αντιφασιστικό κίνημα μπορεί και πρέπει να περάσει στην αντεπίθεση, σε όλα τα επίπεδα: ιδεολογικό, πολιτικό, κινηματικό. Μπορεί και πρέπει να χτίσει τις δυνάμεις που θα γίνουν φρένο στην άνοδο του φασισμού.

Αυτό θα το χρωστάμε, δεν πρέπει να το ξεχνάμε ποτέ, στον Παύλο Φύσσα, του οποίου η δολοφονία αποτέλεσε μια καμπή, που έβγαλε στην επιφάνεια όλες αυτές τις αντιφάσεις και έδωσε μια νέα, δυνητικά ποιοτική ώθηση στο αντιφασιστικό κίνημα και την Αριστερά.

_______________________________

Σημειώσεις
1. Δείτε για παράδειγμα: «Η πρόσφατη εμπειρία από το αντιφασιστικό κίνημα στην Ελλάδα» του Νίκου Κανελλή στην Μαρξιστική Σκέψη αρ. 10 και, Γιώργου Λυγουριώτη: «Χρυσή Αυγή: δέκα μήνες μετά την εκλογική νίκη, γειτονιές, εργαζόμενοι και νέοι αντεπιτίθενται!»: http://www.xekinima.org/arthra/view/article/i-xrysi-aygi-anepithymiti-se-oli-tin-ellada
2. Δείτε: «Μεγάλη επιτυχία του αντιφασιστικού κινήματος στην Καλαμάτα!» http://www.xekinima.org/arthra/view/article/megali-epityxia-toy-antifasistikoy-kinimatos-stin-kal/
3. Θανάση Μαρίνη: «Αντιφασιστικό ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης των εργαζομένων στην Εθνική Τράπεζα»: http://www.xekinima.org/arthra/view/article/antifasistiko-psifisma-tis-genikis-syneleysis-tonerga/
4. Δείτε: «Η επίθεση των Χρυσαυγιτών σε μέλη του ΚΚΕ στο Πέραμα αποτελεί προειδοποίηση για όλο το κίνημα!» http://www.xekinima.org/arthra/view/article/i-epithesi-ton-xrysaygiton-se-meli-toy-kke-stoperama-ap
5. Δείτε: Στάλνεϊ Πέιν «Η ιστορία του φασισμού, 1914 – 1945», εκδόσεις Φιλίστωρ.
6. «Η εμπορία της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα! Αηδιαστική καπήλευση από την φυλλάδα του Θ. Αναστασιάδη!»: http://www.xekinima.org/arthra/view/article/i-emporia-tis-dolofonias-toy-payloy-fyssaaidiastiki
7. Οι 3 από τους 4 χαρούμενους φίλους του Τράγκα, Παππάς, Κασιδιάρης, Παναγιώταρος, είτε είναι φυλακή είτε αντιμετωπίζουν κατηγορίες για σύσταση συμμορίας.
8. Από άρθρο του Νίκου Κανελλή, «Οι ”όψιμοι” αντιφασίστες... με τα δικά τους λόγια» http://www.xekinima.org/arthra/view/article/oi-opsimoi-antifasistesme-ta-dika-toys-logia/
9. Και αυτό το θέμα αποτελεί μια παλιά συζήτηση και μια διαμάχη που παραπέμπει ευθέως στη δεκαετία του ’30. Τότε, όταν η πολιτική των σταλινικών «κομμουνιστικών» κομμάτων συνέβαλε στο να προκληθεί η τραγωδία της Γερμανίας το ’33, η Μόσχα έκανε στροφή στην συνεργασία με τα λεγόμενα «δημοκρατικά» ή «προοδευτικά» κόμματα της άρχουσας τάξης για να αντιμετωπίσουν από κοινού (υποτίθεται) το φασισμό. Ήταν η εποχή των Λαϊκών Μετώπων, της συμμετοχής δηλαδή των σταλινοποιημένων «Κομμουνιστικών» Κομμάτων σε αστικές κυβερνήσεις. Αποτέλεσμα ήταν η τραγωδία της Ισπανίας με τη νίκη του Φράνκο το ’37. Σήμερα έχουμε το «παράδοξο» κάποια τμήματα της Αριστεράς να καταγγέλλουν και πολύ σωστά τη συμμετοχή του ΠΑΣΟΚ ή της ΝΔ σε οποιουδήποτε είδους αντιφασιστικό μέτωπο, αλλά να υποστηρίζουν την πολιτική του σταλινισμού στη δεκαετία του ’30.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.